In 1956, Reed, who was bisexual, received electroconvulsive therapy as a teenager, which was intended to cure his bisexuality; he wrote about the experience in his 1974 song, "Kill Your Sons." In an interview, Reed said of the experience:
"They put the thing down your throat so you don't swallow your tongue, and they put electrodes on your head. That's what was recommended in Rockland County to discourage homosexual feelings. The effect is that you lose your memory and become a vegetable. You can't read a book because you get to page 17 and have to go right back to page one again."
—Lou Reed quoted in Please Kill Me (1996)
- Λεπτομέρειες
- Δημοσιευμένο στις Κυριακή, 27 Οκτώβριος 2013 21:09
- Συντάχθηκε από τον/την Super User
«Ένα ακόρντο φτάνει. Δύο ακόρντα ίσως το παρακάνουν. Με τρία ακόρντα είσαι πια τζαζ». Ο Lou Reed πάντα ήξερε τι έλεγε και πάνω απ' όλα τι έπαιζε. Ένας από τους πιο εμβληματικούς δημιουργούς για 45 χρόνια της ροκ ιστορίας πέθανε σήμερα σε ηλικία 71 ετών.
Σύμφωνα με το Rolling Stone, ο Lou Reed είχε υποβληθεί σε μεταμόσχευση ήπατος τον Μάιο ενώ ακόμα άγνωστα παραμένουν τα αίτια του θανάτου του.
Ως μέλος των The Velvet Underground τη δεκαετία του 1960, ο Reed άνοιξε νέους δρόμους στο χώρο της ροκ προς διάφορες κατευθύνσεις.
Ως μέλος των The Velvet Underground τη δεκαετία του 1960, ο Reed άνοιξε νέους δρόμους στο χώρο της ροκ προς διάφορες κατευθύνσεις.
Ο Λιούς Άλαν Ριντ, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στο Μπρούκλιν το 1942 και μεγάλωσε στο Freeport του Long Island. Όντας ακόμη νεαρός, έκανε πραγματικότητα το όνειρό του, μαθαίνοντας να παίζει κιθάρα, ενώ άρχισε να συμμετέχει σε σχολικές ροκ μπάντες. Σύντομα έκανε και την πρώτη του ηχογράφηση σε στιλ ριδμ εντ μπλουζ με το συγκρότημα The Shades.
Φοίτησε στο Πανεπιστήμιο των Συρακουσών (Syracuse University) όπου ο ποιητής και καθηγητής του Delmore Schwartz τον ενθάρρυνε στην πορεία του και τον βοήθησε όσον αφορά τη χρήση της αγγλικής γλώσσας. Αργότερα ο Reed απότισε φόρο τιμής σε αυτόν τον μέντορά του με το τραγούδι "My House", με αναφορές στον Οδυσσέα του Τζέιμς Τζόις. Εκεί, επίσης, αναπτύχθηκε το ενδιαφέρον του για την φρι τζαζ (free jazz) και την πειραματική μουσική (experimental). Έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ποίηση της γενιάς μπιτ και για την πρόζα του Μπάροουζ.
Μετά την αποφοίτησή του το 1964, έπιασε δουλειά ως συνθέτης στη δισκογραφική εταιρία Pickwick Records. Την επόμενη χρονιά δημιούργησε μαζί με τον Ουαλό αβανγκάρντ βιολιστή συνάδελφό του, Τζον Κέιλ, το συγκρότημα The Primitives, το οποίο μετεξελίχθηκε τελικά στους The Velvet Underground. Ενώ η σύνθεση του συγκροτήματος δεν υπήρξε σταθερή (ο Κέιλ το εγκατέλειψε το 1968, ο Reed το 1970) και δεν ήταν εμπορικά βιώσιμο, αποτέλεσε ένα από τα underground συγκροτήματα με την μεγαλύτερη επιρροή στην ιστορία της ροκ.
Αποτελούνταν από τον Λου Ριντ, τον Τζον Κέιλ, τον Στέρλινγκ Μόρισον και την Μορίν Τάκερ. Εκείνη την περίοδο γράφτηκαν τα τραγούδια "Heroin" και "I'm Waiting for my Man", τραγούδια που μοιάζουν να σκιαγραφούν τα έργα του Μπάροουζ.
Η συνάντησή τους με τον Άντι Γουόρχολ ήταν καθοριστική καθώς απογείωσε τη φήμη τους. Ο Πάπας της Ποπ υπήρξε ο μάνατζέρ τους, ο οποίος διοργάνωσε τις περιοδείες του γκρουπ σε όλη την Αμερική και τον Καναδά, αποσπώντας εντυπωσιακές κριτικές.
Στα τέσσερα χρόνια που ακολούθησαν, οι Velvet Underground κυκλοφόρησαν ισάριθμους δίσκους. Έως τότε, τα αγαπημένα θέματα του Ριντ ήταν η κακόφημη γειτονιά του, τα ναρκωτικά και ο θάνατος. Μέχρι την ηχογράφηση του δίσκου του White Light/White Heat, η Νίκο είχε απομακρυνθεί και ο Γουόρχολ είχε απολυθεί, ενώ στη θέση του μάνατζερ προσλήφθηκε ο Στιβ Σεσνίκ. Το 1970 εμφανίστηκε το γνωστό τραγούδι "Sweet Jane" στο δίσκο Loaded των Velvet Underground, το οποίο γνώρισε διάφορες επανεκτελέσεις. Η εκτέλεσή του από τους Cowboy Junkies έγινε μέρος του σάουντρακ της ταινίας "Natural Born Killers" (Γεννημένοι Δολοφόνοι) του Όλιβερ Στόουν.
Το 1970 ο Ριντ αποχώρησε από το συγκρότημα και ακολούθησε σόλο καριέρα, ενώ ταυτόχρονα μετακόμισε στο Λονδίνο. Εκεί γνωρίστηκε με τον Ντέιβιντ Μπάουι, ο οποίος μαζί με τον Μικ Ρόνσον ανέλαβε την παραγωγή στο πρώτο προσωπικό του άλμπουμ, με τίτλο Transformer το 1972. Αυτός ο γκλαμ ροκ (glam rock) δίσκος περιλαμβάνει το γνωστότερο ίσως τραγούδι του Ριντ, το "Walk on the Wild Side", το οποίο περιγράφει τους κοινωνικά απροσάρμοστους (misfits), τους εκπορνευόμενους άντρες (male hustlers) και τους τραβεστί στο Factory του Αντι Γιούρχολ. Αυτός ο δίσκος περιλαμβάνει επίσης τα τραγούδια "Perfect Day", "Vicious" και "Satellite of Love".
Το τραγούδι "Perfect Day" εμφανίστηκε σε μια εκτέλεση με έγχορδα του Μικ Ρόνσον η οποία εγκωμιάστηκε από τον Ριντ στο επεισόδιο Transformer της σειράς του BBC "Classic Albums" (Κλασικά Άλμπουμ). Το τραγούδι αυτό περιλήφθηκε αργότερα στο σάουντρακ της ταινίας Trainspotting και ακούγεται στην σκηνή της ταινίας όπου ο πρωταγωνιστής Μαρκ Ρέντον έχει κάνει υπερβολική χρήση ηρωϊνης. Το τραγούδι αυτό έχει επίσης μεταγραφεί στα ελληνικά και έχει γίνει η μουσική του εκτέλεση από τον Διονύση Σαββόπουλο, στο δίσκο του Το Ξενοδοχείο, το 1997.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Λου Ριντ διατήρησε το καταθλιπτικό στιλ του, γεγονός που απογοήτευσε μέρος του κοινού του. Το αποκορύφωμα της αποτυχίας του θεωρίται το άλμπουμ Metal Machine Music. Στα μέσα της δεκαετίας του '80 αποφάσισε να κάνει μία στροφή, αρχίζοντας να γράφει πιο ρυθμικά και αισιόδοξα τραγούδια. Το άλμπουμ The Bells συγκρίθηκε από τους κριτικούς με τα κλασικά Astral Weeks του Βαν Μόρισον και Exile on Main Street των Rolling Stones, καθώς συνεργάστηκε σε αυτό και ο τζαζίστας Ντον Τσέρι. Το 1993 ξαναβρέθηκε για τελευταία φορά με τα υπόλοιπα μέλη των Velvet Underground για μία ευρωπαϊκή περιοδεία.
Το 1980 παντρεύτηκε τη Σίλβια Μοράλες με την οποία χώρισε μια δεκαετία αργότερα. Ο Ριντ έδειξε ενδιαφέρον για τα πολιτικά ζητήματα το 1986 όταν συμμετείχε στην περιοδεία της Διεθνούς Αμνηστίας A Conspiracy of Hope Tour. Στο άλμπουμ του New York το 1989, αποδοκίμασε το έγκλημα, τα υψηλά ενοίκια, τον πολιτευόμενο ιεροκήρυκα Τζέσε Τζάκσον, τον Γενικό Γραμματέα του Ο.Η.Ε. Κουρτ Βάλντχαϊμ ακόμη και τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β'. Επίσης, συνδεόταν φιλικά με τον Τσέχο αντιφρονούντα συγγραφέα και πολιτικό Βάτσλαβ Χάβελ.
Μετά το θάνατο του Γουόρχολ στη διάρκεια μιας εγχείρισης το 1987, ο Ριντ συνεργάστηκε με τον Τζον Κέιλ το 1990 στο μινιμαλιστικό άλμπουμ Songs for Drella (Τραγούδια για την Ντρέλα, "Drella" από τον συνδυασμό των λέξεων "Dracula" [Δράκουλας] και "Cinderella" [Σταχτοπούτα], ένα παρατσούκλι του Γουόρχολ).
Η δεκαετία του 1990 χαρακτηρίστηκε από τρία άλμπουμ —με θεωρoύμενο ως καλύτερο το Magic and Loss—, κάποιες ζωντανές εμφανίσεις, την ερωτική του φιλία με την Λόρι Άντερσον, την ενασχόλησή του με τη φωτογραφία και μια επίμονη μελέτη των έργων του Άλαν Πόε. Το 1996 το συγκρότημα Velvet Underground καταχωρήθηκε στο Rock and Roll Hall of Fame.
Η δεκαετία του 2000 ξεκίνησε για τον Ριντ με το επιτυχημένο άλμπουμ Ecstasy και τρία χρόνια αργότερα επανήλθε στο προσκήνιο με το The Raven, στο οποίο συμμετείχαν θρύλοι όπως ο Ορνέτ Κόλμαν, οι Blind Boys of Alabama, οι ηθοποιοί Στιβ Μπουσέμι, Ντάνιελ Νταφόε, Λόρι Άντερσον και ο ταχύτατα ανερχόμενος Άντονι. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε μια ανθολογία από το σύνολο το έργου του με τον τίτλο Lou Reed: New York Man, ενώ το 2004 κυκλοφόρησε το διπλό live άλμπουμ με τίτλο Animal Serenade δίνοντας έτσι ένα ισχυρό «παρών!» στην ροκ εντ ρολ σκηνή.
L’addio di Laurie Anderson a Lou
Laurie Anderson, moglie di Lou, ha inviato questa emozionante e struggente lettera per raccontare il loro amore, il vero Lou e gli ultimi momenti insieme.
Ho conosciuto Lou a Monaco, non a New York. Era il 1992, e stavamo entrambi suonando con John Zornal Kristallnach festival in ricordo della Notte dei Cristalli del 1938, che ha segnato l’inizio dell’Olocausto. Ricordo che guardavo alle espressioni confuse delle facce degli ufficiali di dogana mentre un flusso continuo di musicisti di Zorn attraversava la dogana tutti con indosso delle magliette rosse con scritto “Abbiamo ritmo e siamo Ebrei”.
John voleva che ognuno di noi incontrasse gli altri e suonasse con gli altri, contrariamente a come si usa nei festival. Ecco perché Lou mi ha chiesto di leggere qualcosa insieme al suo gruppo. L’ho fatto, ed era forte e intenso e molto divertente. Dopo lo spettacolo, Lou mi ha detto “lo hai fatto nello stesso identico modo in cui lo faccio io!”. Perché aveva avuto bisogno di me per fare un qualcosa che poteva benissimo fare da solo ancora non l’ho compreso, ma era sicuramente inteso come un complimento.
Mi è subito piaciuto, ma rimasi sorpresa che non avesse un accento inglese. Per qualche ragione pensavo che i Velvet Underground fossero inglesi, E avevo solo una vaga idea di quello che avessero fatto (lo so, lo so). Venivo da un mondo completamente diverso. E tutti i mondi a New York all’epoca (il mondo della moda, il mondo dell’arte, il mondo della letteratura, il mondo del rock, il mondo della finanza) erano abbastanza provinciali. In un certo senso sprezzanti. Ancora non legati tra loro. Come poi avemmo modo di scoprire, Lou ed io non vivevamo molto lontano l’uno dall’altro a New York, e dopo il festival Lou suggerì di vederci.Penso gli sia piaciuto quando ho risposto “sì! Assolutamente! Ora sono in tour, ma quando tornerò, vediamo, tra circa quattro mesi, vediamoci sicuramente!”. Andò avanti per un po’, e finalmente mi chiese se volevo andare all’Audio Engineering Society Convention. La Convention è uno dei posti più grandi e importanti dove entusiasmarsi sull’ultimo equipaggiamento tecnico, E passammo un pomeriggio felice guardando amplificatori, cavi e parlando delle cose elettroniche da comprare. Non avevo alcuna idea che quello dovesse essere un appuntamento, ma quando andammo a prendere un caffè dopo mi chiese “vorresti andare al cinema?”. Certo. “E dopo di quello a cena?”. OK. “E poi una passeggiata?”. Um … da quel momento non ci siamo mai separati.
Lou ed io suonavamo insieme, diventammo migliori amici, e poi compagni, abbiamo viaggiato, ascoltato e criticato il lavoro dell’altro, studiato cose insieme (la caccia alle farfalle, la meditazione, andare in kayak). Facevamo battute ridicole; smesso di fumare 20 volte; combattuto; imparato a trattenere il fiato sott’acqua; andati in Africa; abbiamo cantato arie d’opera in ascensore; fatto amicizia con persone improbabili; ci siamo seguiti in tour quando è stato possibile; abbiamo avuto una dolcissima cagnolina che suonava il piano; condiviso una casa che era diversa dai nostri rispettivi appartamenti; abbiamo protetto e amato l’altro. Andavamo spesso a vedere arte, musica, spettacoli, teatro e ho osservato come amava e apprezzava altri artisti e musicisti. Era sempre così generoso. Sapeva come fosse difficile l’ambiente. Amavamo la nostra vita nel West Village e i nostri amici; e, in tutto ciò, abbiamo sempre fatto tutto nel miglior modo che ci riuscisse.
Come molte coppie, ognuno di noi ha costruito un modo d’essere: strategie, e a volte compromessi, che ci hanno permesso di essere parte di una coppia. A volte abbiamo perso un po’ di più di quello che eravamo capaci di dare, o abbiamo ceduto un po’ troppo, o ci siamo sentiti abbandonati. A volte ci siamo davvero arrabbiati. Ma anche quando ero fuori di me, non ero mai annoiata. Abbiamo imparato a perdonarci l’un l’altro. E in qualche modo, per 21 anni, abbiamo intrecciato le nostre menti e i nostri cuori, insieme.
Era la primavera del 2008. Stavo camminando per strada, in California, mi sentivo abbattuta e parlavo al cellullare con Lou. “Ci sono tante cose che non ho mai fatto e che volevo fare” gli ho detto.
“Come cosa, per esempio?”
“Non so, non ho mai imparato il tedesco, non ho mai studiato fisica, non mi sono mai sposata”
“Perché non ci sposiamo?” mi ha chiesto. “Ci incontriamo a metà strada. Arrivo in Colorado. Che ne dici di domani?”
“Uhm … non pensi che domani sia un po’ troppo presto?”
“No, non lo penso”.
E così il giorno dopo ci siamo incontrati a Boulder, in Colorado, e ci siamo sposati nel giardino di un amico di sabato, indossando i nostri normali vestiti da sabato, e sebbene dovessi fare uno spettacolo subito dopo la cerimonia, per Lou andava bene. (I musicisti che si sposano è come quando si sposano due avvocati. Quando dici “accidenti devo lavorare in studio fino alle tre di notte” o cancelli tutti i tuoi appuntamenti per chiudere il caso, sai esattamente cosa significhi e non fai necessariamente dei salti di gioia).
Suppongo ci siano molti modi di sposarsi. Alcune persone sposano qualcuno che conoscono a malapena, cosa che può anche funzionare. Quando sposi quello che è anche il tuo migliore amico da diversi anni, dovrebbe esserci un altro nome per chiamare la cosa. Ma la cosa che mi ha sorpreso di più nello sposarmi è come si alteri il tempo. E anche come in qualche modo aggiunga una tenerezza che era, in qualche modo, completamente nuova. Per parafrasare il grande Willie Nelson: “Il 90% delle persone in questo modo finisce con la persona sbagliata, ed è questo che fa ancora andare gli juke box”. Lo Jukebok di Lou era pieno di amore e di molte altre cose: bellezza, dolore, storia, coraggio, mistero.
Lou era malato da due anni a questa parte: prima per il trattamento con interferone, una serie di iniezioni ignobili ma spesso efficaci per trattare l’epatite C che è equipaggiata con una bella serie di fastidiosi effetti collaterali. Poi è subentrato un cancro al fegato, che si andava a sommare a una forma di diabete in stato avanzato. Abbiamo ottenuto buoni risultati in ospedale. Lui ha imparato tutto quanto su queste malattie e sui rispettivi trattamenti. Ha continuato a fare Tai Chi ogni giorno per due ore più fotografie, libri, registrazioni, la sua trasmissione radiofonica con Hal Willner e molti altri progetti. Ha amato i suoi amici, e ha chiamato, mandati messaggi, email quando non poteva essere con loro. Abbiamo cercato di comprendere e applicare gli insegnamenti che il nostro maestro Mingyur Rinpoche impartiva; specialmente quelli più difficili come “devi imparare a padroneggiare l’abilità di sentirti triste senza in realtà essere triste”.
La scorsa primavera, all’ultimo minuto, ha ricevuto un trapianto di fegato che sembrava aver funzionato completamente e ha riguadagnato istantaneamente la salute e l’energia. Poi anche quello ha cominciato a funzionare male, e non c’era via di scampo. Quando il dottore ha detto: “E’ finita. Non ci sono più opzioni”, l’unica parte che Lou ha sentito era “opzioni”. Non si è dato per vinto fino all’ultima mezz’ora della sua vita, quando improvvisamente lo ha accettato: all’improvviso e completamente.
Eravamo a casa. Lo avevo portato via dall’ospedale qualche giorno prima. E anche se era molto debole, ha insistito per uscire fuori nella luce accecante del mattino.
Come persone use alla meditazione, eravamo preparati per questo: come muovere l’energia dalla pancia fino al cuore e poi spingerla fuori dalla testa. Non ho mai visto un’espressione così piena di meraviglia come quella di Lou quando è morto. Le sue mani stavano facendo la forma 21 del Tai Chi, quella dell’acqua che scorre. I suoi occhi erano spalancati. Stavo tenendo tra le braccia la persona che amavo più di ogni altra cosa al mondo e le parlavo mentre moriva. Il suo cuore ha smesso di battere. Non aveva paura. Ero riuscita a camminare con lui fino alla fine del mondo. La vita – così bella, dolorosa e spettacolare – non può dare qualcosa più di questo. E la morte? Penso che lo scopo della morte sia liberare l’amore.
Al momento, non posso che essere piena di gioia e sono così orgogliosa del modo in cui ha vissuto e in cui è morto, della sua incredibile potenza e grazia.
Sono sicura che verrà a trovarmi in sogno e sembrerà ancora vivo. E all’improvviso sono qui in piedi da sola incantata e piena di gratitudine. Com’è strano, eccitante e miracoloso che possiamo cambiarci l’un l’altro in modo così profondo, amarci l’un l’altro così tanto attraverso le nostre parole e la musica e le nostre vite reali.
Laurie Anderson
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εδώ σχολιάζεις εσύ - Comment Here
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.