Λίγα πράγματα στον κόσμο είναι τόσο σημαντικά όσο η μαμά μας. Ο άνθρωπος που μας φέρνει στον κόσμο, που μας φροντίζει, μας μεγαλώνει, μας αγαπάει και μας βάζει πάνω απ’ όλα. Η μητρική αγάπη έχει χιλιοτραγουδηθεί, έχει εξυμνηθεί, έχει τη δική της παγκόσμια ημέρα, θεωρείται ιερή και τόσο δυνατή, που υπερβαίνει τα πάντα. Της έχουμε προσδώσει σχεδόν μαγικές ιδιότητες και οι περισσότερες γυναίκες τις αποδέχονται – ίσως επειδή για πάρα πολλούς αιώνες ο μοναδικός τομέας όπου επιτρεπόταν σε γυναίκα να δράσει και διαπρέψει ήταν αυτός της μητέρας.
Η μαμά μας και η σχέση μας μαζί της έχει αναλυθεί μέχρις εμετού, με διάφορες θεωρίες να δίνουν και να παίρνουν, όλες φυσικά διεκδικώντας την πρωτοκαθεδρία ως η μοναδική σωστή. Κάποιες θεωρίες ρίχνουν το φταίξιμο για όλα τα στραβά που έχουμε ως ενήλικες στο τι (δεν) μας έκανε η μάνα μας. Για όλα φταίει εκείνη. Βολικό, ε;
Εντάξει, δεν χρειάζεται πτυχίο ψυχολογίας για να γνωρίζουμε ότι οι άνθρωποι που μας μεγαλώνουν διαδραματίζουν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο στην ψυχοσύνθεσή μας – μας διαμορφώνουν λίγο-πολύ, είτε με τις πράξεις τους είτε με την απουσία πράξεων. Πράγματι, η μαμά είναι σημαντική, αν και για κάποιους ανθρώπους πιο σημαντικό ρόλο μπορεί να έπαιξαν ο μπαμπάς, μια γιαγιά, μια θεία… Δεν είναι όλες οι οικογένειες το ίδιο.
Πράγματι, δεν είναι όλες οι οικογένειες το ίδιο. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, τι γίνεται με όσους και όσες από μας δεν μεγαλώσαμε σε μια οικογένεια σαν αυτή στο Μικρό σπίτι στο λιβάδι; Πώς νιώθουμε όσες/οι από μας είχαμε μια μαμά, που δεν μας αγάπησε όπως ορίζει το αναγνωστικό του σχολείου; Μια μαμά που, αντίθετα, μπορεί να μας έβλαψε· όχι απαραίτητα με δόλο, αλλά εγκλήματα γίνονται και κατά λάθος.
Το πρόβλημα σε τέτοιες περιπτώσεις δεν είναι μόνο να μαζέψουμε τα κομμάτια μας και να πορευτούμε όπως-όπως στη ζωή μας, προσπαθώντας (και καταφέρνοντας) να συμφιλιωθούμε με τα τραύματα που μας προκάλεσε η μητέρα μας. Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα, κρυμμένο κατά τη γνώμη μου, είναι η μοναξιά που νιώθουμε. Η κοινωνική μοναξιά και οι τύψεις.
Όταν η μάνα εκθειάζεται παντού σαν σχεδόν υπεράνθρωπος, σαν μαγική οντότητα που γίνεται πάντα θυσία για τα παιδιά της, όσες/οι από εμάς είχαμε μαμάδες που μας έβλαψαν με τη στάση τους (ή και με την «αγάπη» τους), καταλήγουμε να νιώθουμε εξωγήινοι. Σε ποιον να πούμε: «Η δικιά μου μάνα όχι μόνο δεν ήταν άγγελος, αλλά δεινοπάθησα μαζί της»; Πού να ομολογήσουμε ότι: «Η δικιά μου μάνα καλύτερα να μην είχε γίνει μητέρα»; Θα μας κατανοήσουν ή θα μας βρίσουν ως αχάριστα γομάρια;
Είναι τεράστιο κοινωνικό ταμπού να λέμε κακά λόγια για τη μαμά μας, αφού οι μανάδες θεωρούνται μισό σκαλοπάτι κάτω απ’ τους αγγέλους. Ούτε καλά-καλά μέσα μας δεν τολμάμε να ομολογήσουμε ότι ναι μεν αγαπάμε τη μαμά μας, αλλά ταυτόχρονα τη μισούμε ή εξοργιζόμαστε μαζί της ή σκιζόμαστε μέσα μας για τον τρόπο που μας αδίκησε. Οι τύψεις παραμονεύουν. Νιώθουμε σκουπίδι που έχουμε το θράσος να μην εκτιμάμε την ίδια μας τη μάνα.
Ξεχνάμε ότι οι μαμάδες δεν βγαίνουν από κάποιο εργοστάσιο κατασκευής υπεράνθρωπων. Είναι άνθρωποι. Σαν όλους. Με προσωπικά τραύματα, εσωτερικές συγκρούσεις, αδυναμίες. Αλλά όχι, δεν τους επιτρέπεται να είναι άνθρωποι – πρέπει να γίνουν κάτι παραπάνω για τα παιδιά τους. Έτσι λοιπόν, και οι μανάδες ενοχοποιούνται, όταν δεν είναι αυτό το παραπάνω –αυτοί οι υπεράνθρωποι– αλλά και τα παιδιά τους ενοχοποιούνται, όταν ξέρουν ότι έχουν αδικηθεί φριχτά από τη μάνα τους αλλά δεν τολμούν να το ομολογήσουν πουθενά. Η θρησκευτική λατρεία της μάνας τσαλακώνει πολλούς ανθρώπους – και μητέρες και παιδιά.
Πιο τραγικό από το να έχουμε μια μαμά που μας αδίκησε ή μας έβλαψε είναι το να μην μπορούμε πουθενά να το πούμε και να λάβουμε λίγη κατανόηση. Δυο φορές μόνοι/ες.
Η τέλεια μαμά και άλλες ιστορίες
τρόμου
Την περασμένη βδομάδα έγραψα στο Μάνα, μητέρα, σκατά για το πόσο δύσκολο είναι όσοι άνθρωποι έχουν υποστεί ψυχολογική βία από τη μητέρα τους να ομολογήσουν -ενίοτε ακόμα και στον εαυτό τους- ότι δεν τρέφουν μόνο συναισθήματα αγάπης για τη μητέρα τους αλλά μερικές φορές και μεγάλο θυμό. Τι γίνεται όμως με τις μητέρες; Αυτές δεν έχουν ψυχή;
Η άκριτη, σχεδόν θρησκευτική λατρεία της μητρότητας αποδεικνύεται εξουθενωτικό βάρος όχι μόνο για τα παιδιά αλλά και για τις ίδιες τις μητέρες, οι οποίες νιώθουν πίεση να σταθούν στο ύψος μιας άπιαστης τελειότητας. Όπως έχω ξαναγράψει, οι μητέρες δεν βγαίνουν από κάποιο εργοστάσιο κατασκευής υπεράνθρωπων. Είναι συνηθισμένοι άνθρωποι, που καλούνται να φέρουν σε πέρας τον ρόλο τους και ν’ αναθρέψουν το παιδί τους συχνά υπό αντίξοες συνθήκες – όχι μόνο πρακτικές αλλά και συναισθηματικές.
Άμα δεν τα καταφέρνει, να μην το ’κανε, αντιτάσσουν κάποιοι χωρίς καμία κατανόηση. Όμως δεδομένης της τεράστιας πίεσης που ασκεί η κοινωνία στις γυναίκες να γίνουν μάνες με κάθε τίμημα, πολλές γυναίκες κάνουν παιδί επειδή πρέπει και όχι επειδή έχουν καθίσει να σκεφτούν σοβαρά και ήρεμα τι σημαίνει ένα παιδί στη ζωή τους.
Αν αυτό το συνδυάσουμε με το γεγονός ότι οι περισσότερες γυναίκες καλούνται να είναι και μητέρες και εργαζόμενες -δύο ρόλοι που συχνά συγκρούονται ο ένας με τον άλλον- δεν θα πρέπει να μας προκαλεί έκπληξη ότι πολλές μητέρες νιώθουν εξουθενωμένες, απογοητευμένες, εγκλωβισμένες, θυμωμένες και κυνηγημένες.
Σαν να μη φτάνουν όλ’ αυτά, έχουμε και τις θεωρίες που θέλουν τη Μητέρα με Μι κεφαλαίο να φταίει για τα πάντα: απούσα μαμά; υπερπροστατευτική μαμά; δυναμική μαμά; ενδοτική μαμά; Πάντα φταίει για κάτι. Όλοι έχουν μια άποψη για την περιβόητη τέλεια μαμά. Ποια γυναίκα μπορεί να εκπληρώσει όλες αυτές τις προσδοκίες;
Η κάθε γυναίκα αντιδρά διαφορετικά σε αυτές τις εξουθενωτικές απαιτήσεις. Κάποιες συνθλίβονται από τις ζογκλεριές εργασίας-σπιτιού-μητρότητας και ζουν με μια μόνιμη ενοχή επειδή «δεν είναι αρκετά καλές μαμάδες». Άλλες αφιερώνονται απολύτως στο παιδί τους και ξεχνάνε να κρατήσουν ένα κομμάτι ζωής και για τον εαυτό τους – στάση που την πληρώνουν πάρα πολύ ακριβά και οι ίδιες και κυρίως τα παιδιά τους.
Οι περισσότερες, πάντως, βολοδέρνουν ανάμεσα στις τύψεις για τον χρόνο που δεν περνούν με το παιδί τους, τον θυμό που δεν έχουν καθόλου χρόνο για τον εαυτό τους, την ανησυχία μην κάνουν κάνα τραγικό λάθος, τον φόβο μην κάνουν τα ίδια λάθη που έκανε η μάνα τους, το άγχος να τα φέρουν όλα σε πέρας τέλεια.
Τέλεια... Είναι δυνατόν κάποιος άνθρωπος να είναι τέλειος; Γιατί λοιπόν έχουμε τέτοια εξωφρενική απαίτηση από τις μαμάδες;
Πρέπει σαν παιδιά να έχουμε δικαίωμα να θυμώνουμε με τους γονείς μας για το κακό που μπορεί να μας προξένησαν (άθελά τους μεν, αλλά η ζημιά έχει γίνει). Ταυτόχρονα, καλό θα ήταν να μπορούμε να δούμε και τον άνθρωπο πίσω από τον γονιό. Όχι απαραίτητα για να δικαιολογήσουμε τη συμπεριφορά του, αλλά για να τον κατανοήσουμε. Δεν χρησιμοποιώ τη λέξη «συγχώρεση», γιατί μου βρωμάει θρησκευτίλα ή/και new age και συχνά δεν είναι παρά ένα πρόχειρο ασβέστωμα βαριών και σαπισμένων καταστάσεων. Προτιμώ τη λέξη «κατανόηση» – την ανθρώπινη κατανόηση που μπορούμε να δείξουμε ως άνθρωποι για έναν συνάνθρωπο, που έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε. Όπως προσπαθούμε κι εμείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εδώ σχολιάζεις εσύ - Comment Here
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.