Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2014

Γκέι, ισότητα και μοντέρνα διάκριση / Το δίκιο του πούστη

tim-kouk
Γράφτηκε από τον Αλέξιο Αρβανίτη
Μετά την πρόσφατη ανακοίνωση του αφεντικού της Apple, Τιμ Κουκ, για τη σεξουαλική του ταυτότητα, πολλοί θα πουν «μπράβο» ή «συγχαρητήρια» με περισσή δόση ειρωνείας.
Γι΄ αυτούς, είναι ακατανόητη η ανάγκη κάποιου ομοφυλόφιλου να δηλώσει δημόσια τις σεξουαλικές του προτιμήσεις. «Βγαίνω εγώ να διακηρύξω τι κάνω στο κρεβάτι μου;» λένε. Επειδή δεν το κάνουν οι ίδιοι λοιπόν, δεν πρέπει να το κάνουν και οι άλλοι. Όσο και να φαίνεται περίεργο, αυτή είναι μία μορφή «μοντέρνας» διάκρισης.
Η διάκριση έγκειται στο γεγονός ότι αρνούμαστε να δεχτούμε πως μία κοινωνική ομάδα (ή μειονότητα) έχει το δικαίωμα να διεκδικήσει κάτι που για μας είναι κεκτημένο - εν προκειμένω, την αναγνώριση της αυταξίας της ίδιας μας της ύπαρξης. Επειδή δεν το ζητάμε εμείς, θεωρούμε ότι δεν πρέπει να το ζητούν και άλλοι. Αυτό είναι ιδιαίτερα άδικο κι άνισο, όταν η δική μας ομάδα βρίσκεται σε καλύτερη θέση από τις υπόλοιπες.
Αν πάρουμε, για παράδειγμα, την αγορά εργασίας, υπάρχουν πολλές έρευνες που περιγράφουν συστηματικούς αποκλεισμούς και σαφώς χαμηλότερους μισθούς σε γυναίκες, μετανάστες και ομοφυλόφιλους. Αυτές οι ομάδες, πολλές φορές, πρέπει να διεκδικήσουν προνόμια και ειδική μεταχείριση, ακόμη και σε αυτονόητα πράγματα, μόνο και μόνο για να μειώσουν το χάσμα που τις χωρίζει από τις άλλες ομάδες. Κάποιες απαιτήσεις μπορεί να φαίνονται ανάρμοστες σε ορισμένους, αλλά χωρίς συγκεκριμένα ευνοϊκά μέτρα υποστήριξης των αδικημένων ομάδων, το χάσμα θα διευρύνεται.
Η απόλυτα ίση μεταχείριση των άνισων ομάδων (άνισων από κοινωνικές πρακτικές και όχι από τη φύση τους), διαιωνίζει τη διάκριση και εξυπηρετεί τις προκαταλήψεις των ανθρώπων που διάκεινται αντίθετα σε αυτές. Άλλωστε, σήμερα, σε μεγάλο βαθμό, δεν θεωρείται πρέπον να εναντιώνεσαι ανοιχτά σε μια κοινωνική ομάδα. Ειδικά σε θέματα ρατσισμού, δηλαδή διάκρισης που είναι βασισμένη στη φυλή ή στο χρώμα, οι απροκάλυπτες επιθέσεις είναι ακόμη και παράνομες. Επομένως, αν κάποιος θέλει να εναντιωθεί σε μια ομάδα αλλά να τηρήσει τα προσχήματα, πρέπει να κρύβεται πίσω από ένα προπέτασμα ισότητας. Αυτή είναι μια πρακτική «μοντέρνας» διάκρισης.
Οι άνθρωποι που προβαίνουν σε «μοντέρνες» διακρίσεις δεν χρειάζεται να καθυβρίζουν γυναίκες, ομοφυλόφιλους ή μετανάστες. Αρκεί να αρνούνται ότι αυτές οι ομάδες πρέπει να έχουν ειδική μεταχείριση. Αρκεί να αντιστέκονται στις απαιτήσεις τους και να εναντιώνονται στην ειδική μέριμνα για τα δικαιώματά τους. Θεωρούν μάλιστα κάθε παρέμβαση υπέρ μειονοτικών ομάδων τόσο άδικη ώστε, αν πραγματοποιηθεί μία τέτοια παρέμβαση, οι ίδιοι να δηλώνουν θύματα διάκρισης.
Οι ομοφυλόφιλοι από την πλευρά τους έχουν επί μακρόν υπομείνει το κοινωνικό στίγμα που συνοδεύει τις προτιμήσεις τους. Αυτό είναι κάτι που δεν έχουν υπομείνει οι ετεροφυλόφιλοι και γι' αυτό δεν μπορούν να καταλάβουν τις διεκδικήσεις των ομοφυλόφιλων. Σε μία προσπάθεια εξισορρόπησης αυτής της ανισότητας, οι ομοφυλόφιλοι δηλώνουν «γκέι και περήφανοι» ώστε να διεκδικήσουν το αυτονόητο: την προστασία της αυτοεκτίμησής τους, την αναγνώριση της αυταξίας της ίδιας τους της ύπαρξης.
Αυτό το «προνόμιο» της υπερηφάνειας για την σεξουαλική ταυτότητα δεν το ζητούν βέβαια οι ετεροφυλόφιλοι. Επειδή λοιπόν δεν το ζητούν αυτοί, θεωρούν ότι δεν πρέπει να το ζητούν και άλλοι. Το γεγονός ότι δεν αναγνωρίζουν το δικαίωμα στους γκέι να δηλώσουν κάτι που δεν έχουν ανάγκη να δηλώσουν οι ίδιοι, δεν είναι όμως δείγμα ισότητας. Αντίθετα, είναι σύμπτωμα του αγώνα να μην κλείσει το χάσμα που χωρίζει ομοφυλόφιλους και ετεροφυλόφιλους. Είναι λοιπόν μία πρακτική μοντέρνας διάκρισης.
Η προσπάθεια υπονόμευσης των δηλώσεων των ομοφυλόφιλων δείχνει ότι η κοινωνία συνεχίζει να αντιμάχεται την ισότητα ακόμη κι αν το επιχείρημα είναι: «Και τι έγινε που είσαι γκέι; Αδιάφορο τι κάνει ο οποιοσδήποτε στο κρεβάτι του. Δεν ξεχωρίζεις με κάποιο τρόπο». Το νόημα που συχνά υποκρύπτουν αυτοί που αντιτείνουν την παραπάνω δήθεν θέση ισότητας, είναι ότι οι γκέι πρέπει να παραμείνουν στη θέση που βρίσκονται, μία θέση υποβαθμισμένη σε σχέση με τους ετεροφυλόφιλους.
Η άρνηση στους γκέι του «προνομίου» να δηλώνουν περήφανοι για τις σεξουαλικές τους προτιμήσεις δεν υπηρετεί την ισότητα, αλλά αποσκοπεί στη διαιώνιση της ανισότητας. Αν αναζητείτε κάπου ένα δείγμα ισότητας, αυτό θα το βρείτε κάποια στιγμή στο μακρινό μέλλον, όταν οι αντιδράσεις του κόσμου θα είναι ίδιες στις δηλώσεις «Είμαι γκέι και περήφανος» και «Είμαι στρέιτ και περήφανος». Μέχρι τότε, η ισότητα υπηρετείται με την ενθάρρυνση των γκέι να δηλώνουν περήφανοι γι' αυτό που είναι. Ακόμη κι αν οι στρέιτ δεν είναι.

Το δίκιο του πούστη


Αυτό που έπρεπε να κρατήσουμε από τη δήλωση του Tim Cook, ως χώρα καθημαγμένη από το μειωμένο ΑΕΠ, την κρίση και την ανεργία δεν ήταν το αν ο συγκεκριμένος είναι gay, αλλά το ακόλουθο:

"I’ve had the good fortune to work at a company that loves creativity and innovation and knows it can only flourish when you embrace people’s differences."

Είδαμε πολλούς να γράφουν πως ο CEO της Apple μίλησε για την σεξουαλικότητα του για να βοηθήσει τις πωλήσεις της εταιρείας του, γιατί "είναι μόδα να είσαι gay"… Όπως διαβάσαμε, από την πρώην Γενική Γραμματέα της Δράσης, πως είναι “απόλυτα ρατσιστική δήλωση” αφού “είναι η άλλη όψη του να ντρέπεσαι για αυτό που είσαι” (wtf). Κι αυτά στη χώρα που πριν μερικές εβδομάδες ξυλοκοπήθηκαν δύο άντρες στο Παγκράτι γιατί περπατούσαν στο δρόμο πιασμένοι χέρι-χέρι.

Η κρυφή ομοφοβία των περισσότερων σχολίων, αυτή που εκφράζεται ακραία από μέρος της Εκκλησίας που συγκρίνει την ομοφυλοφιλία με την κτηνοβασία και την παιδεραστία, δείχνει το πόσο δρόμο έχουμε να καλύψουμε για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Και εξηγούμαι. Οικονομική δραστηριότητα σε μία χώρα αναπτύσσουν οι πολίτες της. Αυτοί “φέρνουν την ανάπτυξη”, αυτοί παράγουν τον πλούτο, αυτοί ανεβάζουν το ΑΕΠ και δημιουργούν φορολογητέα ύλη για να υπάρξει εν τέλει και το κράτος και να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του στην παιδεία, την υγεία, την άμυνα και λοιπά.

Για να επιχειρήσει ένας πολίτης, πρέπει όχι μόνο να έχει πρόσβαση στα χρειαζούμενα εργαλεία αλλά να αισθάνεται ασφαλής και ισότιμος με τους υπόλοιπους. Στην Ελλάδα η πρόσβαση είναι κλεισμένη θεσμικά. Το πόσο θα φορολογηθείς, το τι μπορείς να κάνεις σε κάθε γεωγραφικό μήκος και πλάτος της επικράτειας, το αν θα έχεις πρόσβαση σε αναγκαία κεφάλαια, και οι όροι με τους οποίους θα επιχειρήσεις εξαρτώνται περισσότερο από το ποιόν ξέρεις και το τι είσαι, παρά το αν η ιδέα σου στέκει και μπορεί να βρει απήχηση στην αγορά. Σε αυτό το καθεστώς εδράζεται η διαπλοκή, μεγάλη και μικρή, που κατά τα άλλα αναφέρουμε ως ένα μυθικό τέρας που δεν αντιμετωπίζεται· γιατί δεν θέλουμε να το αντιμετωπίσουμε.

Όπως δεν θέλουμε να ασχοληθούμε με τα δικαιώματα των συμπολιτών μας που ακόμα κι αν ξεπεράσουν τα προαναφερθέντα, δεν μπορούν να είναι γυναίκες, ομοφυλόφιλοι, αλλοδαποί, κουτσοί, στραβοί, άσχημοι, χοντροί και ούτω καθεξής. Όταν εξαιρέσουμε όλους αυτούς, πόσοι μένουν για να προσπαθήσουν να στήσουν εκ νέου την οικονομία μας, να δημιουργήσουν δουλειές, και να κυνηγήσουν την αυτοπραγμάτωση τους μέσα από αυτή τη διαδικασία; Ένα κλάσμα των λευκών Ελλήνων (υπάρχει και σχετική διαδικασία πιστοποίησης εσχάτως - η δοκιμασία της πατούσας με το δαχτυλάκι που πετάει μπροστά), με κομματικές και άλλες προσβάσεις. Η δε ιδέα τους, δεν χρειάζεται να είναι καινοτόμα, δεν χρειάζεται να αγκαλιαστεί από την αγορά - θα επιβιώσουν και θα βιοποριστούν με τελείως άλλους όρους από το υπόλοιπο του ανεπτυγμένου κόσμου, με επιχορηγήσεις που έπρεπε να πάνε αλλού, με διαγραφές επιβαρύνσεων, με χαριστικές προμήθειες προς το δημόσιο, και πελατειασμό.

Είναι προφανές, από τις αντιδράσεις που είδαμε, πως απέχουμε ακόμα μακράν της συνειδητοποίησης του τι πάει στραβά στη χώρα, πόσω μάλλον της απομάκρυνσης μας από τη νοοτροπία που κηρύσσει ο κάθε ψεκασμένος τραγόπαπας και όσων αναπαράγουν τα χυδαία και δηλητηριώδη πρότυπα του στην κοινωνία μέσω των ΜΜΕ. Το “δεν μας ενδιαφέρει η ρατσιστική βία” του Μπαλτάκου, συνηγορείται στο δημόσιο λόγο από το “θα γίνουμε όλοι γιουσουφάκια γιατί δεν γεννάνε οι Έλληνες Xριστιανοί Oρθόδοξοι”, και ουδείς πολιτικός χώρος ή δημόσιο πρόσωπο τολμάει να το αντικρούσει στην βάση των δικαιωμάτων (γιατί θα κριθεί “προοδευτικούλης - ανθέλληνας”), ή έστω της οικονομικής επίπτωσης που έχουν τέτοιες νοοτροπίες. 

Γιατί πολύ απλά, όταν εξαιρέσεις “τα γυναικάκια", “τους πούστηδες”, “τους αράπηδες και τους κωλογερμαναράδες (της Μάνης)”, “το σακάτη”, και λοιπά, μένεις με ένα πολύ μικρό ποσοστό του πληθυσμού που ξεκινάει με τον ταρίφα του Τράγκα, και τελειώνει με το entitled brat που τυγχάνει να είναι “οικογενειακός φίλος” του εκάστοτε υπουργού/πρωθυπουργού που δικαιωματικά θα χτυπήσει την πόρτα του ΥΠΑΝ για ένα προγραμματάκι· γιατί “είναι καλό παιδί” και έχει τις πλάτες του Χ πολιτευτή. Με αυτούς θα ξαναστήσουμε την οικονομία και την κοινωνία μας; Πετώντας στον κουβά το 90% του πληθυσμού; 

Δεν υπάρχει περίπτωση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εδώ σχολιάζεις εσύ - Comment Here

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.