Γκέι καθημερινότητα
Θεραπεύεται η ομοφυλοφιλία; Τι συμπεριφορές θ' αντιμετωπίσει ένας γκέι που πάει σ' έναν ψυχοθεραπευτή; Το 10% μιλάει με πέντε επαγγελματίες ψυχικής υγείας για την ψυχοθεραπευτική προσέγγιση της ομοφυλοφιλίας στην Ελλάδα.
Έρευνα: της Νατάσσα Χασιώτη
Πολλοί γκέι άντρες και γυναίκες απευθύνονται σε ψυχοθεραπευτές ή και ψυχιάτρους για να αντιμετωπίσουν διάφορα προβλήματά τους. Πάνε να βοηθηθούν. Βοηθιούνται ή μήπως φεύγουν χειρότερα απ' ό,τι πήγαν, εξαιτίας επαγγελματιών που έχουν προκαταλήψεις και ανεπίλυτα προσωπικά θέματα με την ομοφυλοφιλία;
Τι γνώμη έχουν οι επαγγελματίες για την ομοφυλοφιλία; Τη θεωρούν ασθένεια; Πρόβλημα; Αντιμετωπίζουν διαφορετικά έναν γκέι πελάτη από έναν στρέιτ; Έχουν οι γκέι γυναίκες και άντρες διαφορετικά προβλήματα;
Το 10% απευθύνθηκε σε ψυχιάτρους, ψυχαναλυτές και ψυχοθεραπευτές το έργο των οποίων σέβεται, καθώς και σε άλλους το έργο των οποίων αμφισβητείται έστω κι αν έχουν εξασφαλίσει -με όποιους τρόπους- προβολή. Οι τελευταίοι δικαίωσαν -ατυχώς- την (αμφισβητούμενη) φήμη τους.
Στην έρευνα του 10% συμμετείχαν:
- Χρυσή Γιαννουλάκη, ψυχίατρος-ψυχαναλύτρια
- Έρση Ζαράγκαλη, σύμβουλος και ψυχοθεραπεύτρια προερχόμενη από τον χώρο των κοινωνικών επιστημών
- Λύο Καλοβυρνάς, σύμβουλος ψυχικής υγείας
- Ιωάννης Τσέγκος, ψυχίατρος-διευθυντής του Ανοικτού Ψυχοθεραπευτικού Κέντρου και του Ινστιτούτου Ομαδικής Ανάλυσης Αθήνας
- Αγγελική Χασιώτη, επίκουρη καθηγήτρια στο Department of mental health sciences, (University College London) και Fellow of the Royal College of Psychiatrists
Χρειάζονται ειδική προσέγγιση οι ομοφυλόφιλοι;
Η Έρση Ζαράγκαλη διευκρίνισε ότι δεν βλέπει «ασθενείς, αλλά συμβουλευόμενους ή ψυχοθεραπευόμενους ή συνομιλητές». Σε αυτό το πλαίσιο, «ναι», είχε «ομοφυλόφιλους άνδρες και γυναίκες». Η Αγγελική Χασιώτη απάντησε καταφατικά στο αν είχε ομοφυλόφιλους ασθενείς, αλλά και ότι δεν τίθεται θέμα «ειδικής αντιμετώπισης»: «Ο σεξουαλικός προσανατολισμός ερωτάται στο πλαίσιο της ψυχιατρικής συνέντευξης, αλλά δεν θεωρείται ζήτημα προς εξέταση, εκτός αν ο ίδιος ο ασθενής το θέσει ως ζήτημα». Ίδια τοποθέτηση είχε και η Χρυσή Γιαννουλάκη. Ο Ιωάννης Τσέγκος έχει μια διαφορετική τοποθέτηση: «Έχω ασθενείς και ψηλούς και κοντούς και μελαχρινούς και γκέι. Από τα νεανικά μου χρόνια της επαγγελματικής μου σταδιοδρομίας θεώρησα ηλίθιο τον τρόπο σκέψης βάσει κατηγοριοποιήσεων και με την πάροδο του χρόνου, αυτή η ξεροκέφαλη καταρχήν άποψη, επιβεβαιώθηκε».
Όσον αφορά την ανάγκη ή όχι μιας ειδικής αντιμετώπισης των ομοφυλόφιλων ασθενών, η κ. Ζαράγκαλη πιστεύει ότι δεν χρειάζεται προσέγγιση «ειδικού τύπου, αλλά απαιτείται ο/η ψυχοθεραπευτής ή ο/η σύμβουλος να είναι ενήμερος/η για τις κοινωνικές καταπιέσεις γενικά, για τον τρόπο που δομούνται, για τις αλληλεπιδράσεις με το κοινωνικό περιβάλλον. Θα πρέπει να γνωρίζει τη διάκριση μεταξύ κοινωνικής καταπίεσης και κακής μεταχείρισης, έτσι ώστε να μην τα βάζει όλα στο ίδιο τσουβάλι. Φυσικά θα πρέπει να είναι επιπλέον ενήμερος/η για την καταπίεση των γκέι, τις σχετικές προκαταλήψεις, τα στερεότυπα, τις δυσκολίες και τα εμπόδια της οικοδόμησης της γκέι ταυτότητας. Το βασικότερο όλων όμως είναι να έχει ο ίδιος επεξεργαστεί επαρκώς τη δική του ομοφοβία. Πιστεύω πως αν μια θεραπεύτρια ή ένας θεραπευτής, ακόμη κι αν προέρχεται από μια θεωρητική σχολή η οποία δεν εντάσσει κοινωνικά το άτομο και συνεπώς δεν λαμβάνει υπόψη όλα τα παραπάνω, αν η ίδια / ο ίδιος έχει επεξεργαστεί επαρκώς την ομοφοβία του, θα προσεγγίσει το γκέι άτομο με τρόπο που δεν θα προκαλέσει ζημιά».
Ο κ. Καλοβυρνάς λέει: «Δεν χρειάζεται συγκεκριμένη θεωρητική προσέγγιση στους γκέι συμβουλευόμενους, αλλά αυτό που απαιτείται είναι ευαισθητοποίηση του ψυχοθεραπευτή στα πολλά και ποικίλα θέματα που αντιμετωπίζει ένας γκέι θεραπευόμενος. Δεν χρειάζεται να είναι ο ίδιος ο θεραπευτής γκέι για να "καταλάβει καλύτερα" ή "να νιώσει" τον πελάτη του, αλλά σίγουρα χρειάζεται να έχει φροντίσει να ενημερωθεί για το πώς η κοινωνική αντιμετώπιση της ομοφυλοφιλίας δημιουργεί σοβαρά προβλήματα. Η καταπίεση που υφίστανται παίρνει πολλές μορφές, συχνά υπόρρητες και ακραία υπονομευτικές. Θα πρέπει επίσης να είναι ο ίδιος πεισμένος ότι η ομοφυλοφιλία είναι απολύτως φυσιολογική και να έχει ξεπεράσει τα στερεότυπα και τις παρανοήσεις που πιθανότατα έχει για την ομοφυλοφιλία. Ωστόσο δεν αρκεί απλώς να πιστεύει ότι η ομοφυλοφιλία είναι εντάξει. Πρέπει να μπορεί να στηρίξει ενεργητικά τον θεραπευόμενό του».
Ο κ. Τσέγκος λέει: «όχι, και μάλιστα εμφατικότατα δεν χρειάζεται ιδιαίτερη προσέγγιση. Καθένας χρειάζεταιτη δική του προσέγγιση, και επιπλέον δεν μου αρέσει ούτε η λέξη ασθενής. Προτιμώ το πελάτης. Δεν χρειάζεται κάποια ειδική προσέγγιση, γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν σαν να αντιμετωπίζει κάποιον σε μια θεραπεία με ορισμένο τρόπο επειδή είναι ξανθός, μελαχρινός, κοντός, ψηλός. Αν κάποιος θέλει να συζητήσει κάτι, είναι διαφορετικό από το να τον εντάξει κανείς σε ένα προδιαγεγραμμένο σχήμα. Η μεγάλη ηλιθιότητα της ψυχιατρικής και της ψυχανάλυσης τα δημιουργεί αυτά: έχουν τη θεωρία και μετά προσπαθούν να χώσουν εκεί τον κάθε Χ, Ψ. Κι αυτό, γιατί σκέπτονται με κανόνες ανοργάνου χημείας. Πρόκειται κατ' εμέ περί θρησκειοποιημένης ιδεολογίας»..
«Η αντιμετώπιση της ομοφυλοφιλίας προκαλεί προβλήματα, όχι η ομοφυλοφιλία».
Έχουν οι γκέι ειδικά προβλήματα;
Η κ. Χασιώτη όσον αφορά το είδος των προβλημάτων για τα οποία τη συμβουλεύτηκαν ομοφυλόφιλοι ασθενείς λέει: «Οι μεγαλύτερης ηλικίας ασθενείς ανέφεραν ότι ήταν δυστυχισμένοι στη ζωή τους διότι έπρεπε να κρύβουν την ομοφυλοφιλία τους εξαιτίας κοινωνικών πιέσεων ή προβλημάτων με τις οικογένειές τους. Εξ αυτού αισθάνονταν κατάθλιψη επειδή σπατάλησαν τη ζωή τους, κατέληξαν μόνοι κ.λπ. Διαφορετικά τα προβλήματά τους ήταν όμοια με των υπόλοιπων ασθενών, για παράδειγμα προβλήματα στις σχέσεις τους, χρήση ναρκωτικών, προβλήματα προσωπικότητας κ.ο.κ.»
«Ο κάθε συμβουλευόμενος είναι διαφορετικός», λέει ο κ. Καλοβυρνάς. «Ζει διαφορετικά τις καταστάσεις, ακόμη κι όταν το πρόβλημα είναι το "ίδιο". Αν χρειαζόταν να βάλω ένα τίτλο στους λόγους που αναζητούν ψυχολογική στήριξη οι γκέι θα ήταν οι συνέπειες που προκαλεί η αρνητική παρουσίαση της ομοφυλοφιλίας στον ψυχισμό, τις κοινωνικές, ερωτικές, οικογενειακές και εργασιακές σχέσεις τους. Βέβαια, όλοι μας, στρέιτ και γκέι, συνήθως έχουμε να δουλέψουμε θέματα οικογένειας και σεξουαλικότητας». Από την κλινική της εμπειρία η κ. Γιαννουλάκη έχει να πει πως «οι ασθενείς της παρουσίαζαν κυρίως διαταραχές πανικού και αγχώδεις διαταραχές».
«Έχουν απευθυνθεί σε εμένα γονείς ή άλλα συγγενικά πρόσωπα γκέι ανδρών για να τους στηρίξουν με τον καλύτερο τρόπο αλλά και για να επεξεργαστούν τα δικά τους ομοφοβικά αισθήματα».
Η κ. Ζαράγκαλη αναφέρει ότι «τους γκέι απασχολούν όλα όσα απασχολούν και τους στρέιτ με επιπλέον ζητήματα που προκύπτουν από την κακοποίηση που μπορεί να έχουν υποστεί ως γκέι (από την οικογένεια, το σχολείο, το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, ακόμη και από ψυχοθεραπευτικές διαδικασίες), από τη σύγχυση που ενδεχομένως να υπάρχει λόγω της απομόνωσης, της περιθωριοποίησης, της ενοχής, της συστολής, της απωθημένης εξέγερσης και του θυμού, της αυτοκαταστολής λόγω φόβου κ.λπ. Το συγκλονιστικό είναι ότι έχουν απευθυνθεί (μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του '90) σε εμένα άτομα με το αίτημα να τους βοηθήσω να απαλλαγούν από την ομοφυλοφιλία, λόγω του ότι ήταν απαγορευτική για εκείνους στο πλαίσιο της οικογένειάς τους. Είναι επίσης ενθαρρυντικό το ότι έχουν απευθυνθεί σε εμένα, αρκετές φορές, γονείς ή άλλα συγγενικά πρόσωπα γκέι ανδρών, για να τους στηρίξουν με τον καλύτερο τρόπο, αφού είχε προηγηθεί ένα coming out στην οικογένεια, αλλά και για να επεξεργαστούν τα δικά τους ομοφοβικά αισθήματα».
Στην ερώτηση αν υπάρχουν κάποιες «νευρώσεις» που έχουν χαρτογραφηθεί ως περισσότερο χαρακτηριστικές των ομοφυλοφίλων, η κ. Γιαννουλάκη απάντησε κατηγορηματικά «όχι», και συνέχισε: «Οι προσπάθειες απόδοσης μιας "σύγκρουσης" που να αφορά όλους τους ομοφυλόφιλους ή μια ομάδα διαταραχών που να αφορά τους ομοφυλόφιλους ειδικά, οδηγούν σε απλουστεύσεις και έχουν εγκαταλειφθεί». Η κ. Χασιώτη δηλώνει πως «η ομοφυλοφιλία δεν αποτελεί πλέον καν μέρος των ψυχιατρικών διαγνωστικών συστημάτων, όπως τα ISC 10 και DSM IV». Ο κ. Τσέγκος τοποθετεί τα ταξινομητικά συστήματα στο ίδιο πλαίσιο εξουσίας με την αστυνομία και την Εκκλησία και θεωρεί πως «είναι επίτευγμα που έπαψε να βρίσκεται η ομοφυλοφιλία ενταγμένη στις ασθένειες όπως παλιότερα». Σχολίασε επίσης τις αρνητικές συνέπειες των νόμων περί ομοφυλοφιλίας, π.χ. στην Αγγλία, «που είχαν τα γνωστά τραγικά αποτελέσματα στις ζωές των ανθρώπων, και ένα γνωστό μας παράδειγμα χωρίς να είναι το μοναδικό, είναι του Όσκαρ Ουάϊλντ, που είχε πει: "από τώρα και στο εξής θα πάψω τα εβδομαδιαία ραντεβού με τον εκβιαστή μου", δεδομένου ότι το εχθρικό νομικό και κοινωνικό πλαίσιο έδινε τη δυνατότητα, μεταξύ άλλων, στην εκβίαση ανθρώπων που έκαναν αναγκαστικά "διπλή ζωή"».
Οι ασθένειες που χαρακτηρίζουν τους ομοφυλόφιλους και ετεροφυλόφιλους δεν έχουν διαφορά και κατά την κ. Χασιώτη, «ακόμη και ασθένειες που σχετίζονται με το AIDS πλήττουν πλέον σε μεγάλο βαθμό και τους ετεροφυλόφιλους», ενώ η κ. Γιαννουλάκη αναρωτιέται «γιατί να είναι διαφορετικές οι ασθένειες;» Επιφυλακτική παραμένει η κ. Ζαράγκαλη «με γενικευτικές και ταξινομητικές «επιδημιολογικές» μελέτες, οι οποίες παρακάμπτουν τον άτομο/άνθρωπο για να εξυπηρετήσουν «επιστημονικές» σκοπιμότητες», στην περίπτωση που υπήρχαν μελέτες τέτοιου τύπου.» Ο κ. Καλοβυρνάς λέει ότι «έχουν γίνει έρευνες που δείχνουν ότι οι γκέι άντρες και γυναίκες πάσχουν συχνότερα από ψυχικά προβλήματα, αλλά είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι αυτό δεν οφείλεται εγγενώς στην ομοφυλοφιλία, αλλά στην καταπίεση και την κοινωνική κατακραυγή της ομοφυλοφιλίας. Πιο απλά, η αντιμετώπιση της ομοφυλοφιλίας προκαλεί προβλήματα, όχι η ομοφυλοφιλία».
«Αν η θεραπεύτρια έχει επεξεργαστεί επαρκώς την ομοφοβία της, θα προσεγγίσει το γκέι άτομο με τρόπο που δεν θα προκαλέσει ζημιά».
Ο κ. Τσέγκος από τη δική του πείρα μιλάει για «ασθενείς οι περισσότεροι εκ των οποίων παρουσιάζουν κατάθλιψη ή άγχος. Το εύκολο θα ήταν να πει κανείς ότι οφείλονται στην ομοφυλοφιλία, αλλά δεν είναι έτσι. Καταρχήν μπορεί το άτομο να πάσχει από κάποιο πρόβλημα ενδογενές. Μπορεί όμως και να όντως να οφείλεται η κατάστασή του σε λόγους που έχουν να κάνουν με το περιβάλλον ή τον αποκλεισμό».
Πού οφείλεται η ομοφυλοφιλία;
Συχνός είναι ο προβληματισμός, από τους ίδιους τους γκέι άντρες και γυναίκες, πού οφείλεται η ομοφυλοφιλία τους. Απασχολεί αυτό το ερώτημα τους επαγγελματίες; Ο κ. Τσέγκος απάντησε πως «κάτι τέτοιο θα ήταν σαν να αναρωτιόταν γιατί κάποιος είναι κοντός, ψηλός, παχύς, αδύνατος, και τέτοιου είδους ερωτήματα είναι αδιανόητα». Η κ. Γιαννουλάκη απάντησε πως «το ερώτημα δύναται να απασχολήσει ανθρώπους σε ψυχαναλυτική διαδικασία και η απάντηση είναι εξατομικευμένη. Όπως είναι γνωστό, οι ομοφυλόφιλοι πέτυχαν την εξαίρεση της ομοφυλοφιλίας από το Αμερικάνικο Διαγνωστικό Σύστημα, (DSM IV), το οποίο κυριαρχεί παγκοσμίως, άρα η ομοφυλοφιλία δεν αντιμετωπίζεται ως ψυχολογική διαταραχή. Η συζήτηση έχει μετατεθεί από την ανεύρεση της αιτίας της ομοφυλοφιλίας (η οποία αναζητείται στην αλληλοδιαπλοκή βιολογικών δεδομένων ή/και ψυχολογικών παραγόντων) στην αντιμετώπιση των προβλημάτων του κάθε ατόμου».
Την κ. Χασιώτη «δεν την έχει απασχολήσει», ενώ και η κ. Ζαράγκαλη δηλώνει πως θα την «απασχολούσε αν την εκλάμβανε ως πρόβλημα που χρήζει διόρθωσης ή θεραπείας. Ήδη από το DSM IV η ομοφυλοφιλία δεν καταγράφεται ως ψυχοπαθολογία. Επίσης έχει εξαιρεθεί, ως ψυχοπαθολογία, ακόμη και από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Άλλο όμως αυτές οι ανακοινώσεις, και άλλο η ομοφοβία ή και η άγνοια του/της κάθε επιστήμονα/γιατρού.» Ο κ. Καλοβυρνάς προσθέτει ότι «πολλοί γκέι νιώθουν την ανάγκη να καταλάβουν γιατί είναι γκέι, ακριβώς επειδή βιώνουν την ομοφυλοφιλία ως πρόβλημα, ενώ δυστυχώς ακόμη υπάρχουν ψυχίατροι που τη θεωρούν ψυχική ασθένεια ή έστω πρόβλημα προς επίλυση, συχνά λόγω οικονομικής σκοπιμότητας. Στη χώρα μας, υπάρχουν γνωστοί ψυχίατροι που υπόσχονται, εμμέσως, θεραπεία σε γονείς που ανησυχούν για τα παιδιά τους».
Στην ερώτηση σχετικά με την αξιοπιστία τέτοιων μελετών η κ. Χασιώτη μας παρέπεμψε σε μια έρευνα για τη «θεραπεία» της ομοφυλοφιλίας στη Βρετανία και μιαέρευνα για τη στάση των επαγγελματιών ψυχικής υγείας για αυτή, ενώ η κ. Γιαννουλάκη απάντησε ότι τέτοιες μελέτες είναι «όσο αξιόπιστες είναι τα ερευνητικά και στατιστικά δεδομένα για τις ανθρώπινες ψυχικές καταστάσεις».
«Αν η σεξουαλική ταυτότητα παραμένει κρυφή λόγω κοινωνικής/οικογενειακής πίεσης ή ανατροφής μπορεί να οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή όσον αφορά την αυτοπραγμάτωση του ανθρώπου».
Τι προκαλεί η διπλή ζωή;
Υπάρχουν ακρότητες συμπεριφοράς στις οποίες μπορεί να οδηγηθεί κάποιος-α όταν η σεξουαλική ταυτότητα παραμένει κρυφή ή εν αγνοία του ίδιου του ατόμου λόγω κοινωνικής/οικογενειακής πίεσης ή ανατροφής; Κατά την κ. Χασιώτη, κάτι τέτοιο μπορεί «να οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή όσον αφορά την αυτοπραγμάτωση και την ικανοποίηση του ανθρώπου. Προφανώς υπάρχουν οικογένειες που έχουν δυσκολία στο να συμφιλιωθούν με μια τέτοια επιλογή εκ μέρους των παιδιών τους, αλλά πολλά έχουν επιτευχθεί στο επίπεδο της υποστήριξης οικογενειών και ατόμων, αν εκείνοι το επιθυμούν - τουλάχιστον στη Βρετανία». Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η κ. Ζαράγκαλη λέγοντας πως «κάθε άνθρωπος που ζει μέσα σε μια καταπιεστική δομή η οποία καταστέλλει το ζωτικό ζήτημα της σεξουαλικής επιθυμίας και έκφρασης θα μπορούσε να οδηγηθεί σε καταστροφικές για την ψυχική του υγεία απωθήσεις ή εκδραματήσεις.» Η κ. Γιαννουλάκη συνεχίζει λέγοντας πως «η κάθε περίπτωση είναι εξατομικευμένη, χωρίς να αναιρείται το γεγονός ότι μια κοινή αιτία πίεσης και συγκρούσεων του ομοφυλόφιλου ατόμου είναι ο φόβος της κοινωνικής/οικογενειακής απόρριψης».
Παίζει ρόλο ο σεξουαλικός προσανατολισμός της ψυχοθεραπεύτριας;
Και ας υποθέσουμε ότι κάποιος φθάνει να ζητήσει ψυχολογική υποστήριξη και βοήθεια για έναν συνδυασμό λόγων. Πώς θα πρέπει να επιλέγει τον ψυχαναλυτή του; Πόσο υπονομεύεται εκ των προτέρων η αποστασιοποίηση αν ο ασθενής γνωρίζει το σεξουαλικό προφίλ του θεραπευτή του και απευθύνεται σ' αυτόν γι' αυτό τον λόγο;
Ορθά η κ. Ζαράγκαλη παρεμβαίνει και με ακρίβεια ξεκαθαρίζει: «Εννοείτε αν ο θεραπευόμενος έχει απευθυνθεί σε κάποιον ακριβώς επειδή και αυτός είναι γκέι; Αν πρόκειται για ψυχαναλυτή, το πιθανότερο είναι ο/η αναλυόμενος/η να μη γνωρίζει τίποτε για το προφίλ του αναλυτή του ή της αναλύτριάς, λόγω ακριβώς της αποστασιοποίησης που επιβάλλεται στην προσέγγιση αυτή. Αντιθέτως, αν πρόκειται για ψυχοθεραπευτή ή σύμβουλο θα μπορούσε να γνωρίζει. Στην προκειμένη περίπτωση, όταν δηλαδή δεν υπάρχει απόρρητο, νομίζω πως τα οφέλη είναι μεγαλύτερα από τις δυσκολίες, στον βαθμό βέβαια που τηρείται υπεύθυνα η δεοντολογία, δεν γίνεται κατάχρηση των δεδομένων από καμία πλευρά. Μερικές φορές ενδεχομένως, σε περιπτώσεις που ο θεραπευόμενος διανύει μια αρχική περίοδο οικοδόμησης της σεξουαλικής του ταυτότητας ως γκέι, ίσως να είναι και ιδιαίτερα στηρικτικό, ενισχυτικό. Αυτό και πάλι εξαρτάται από την τήρηση της δεοντολογίας, την ενεπίγνωστη στάση, την ικανότητα επαρκούς ενσυναίσθησης του θεραπευτή δίχως όμως να ξεγλιστρά στην ταύτιση».
Η κ. Χασιώτη «δεν μπορεί να σχολιάσει γιατί δεν έχει εμπειρία παρόμοιων καταστάσεων, όμως προφανώς σε ένα πλαίσιο της παραδοσιακής ψυχοθεραπευτικής συνεδρίας κάτι τέτοιο δεν θα συνέβαινε. Όμως αν ο «ασθενής» γνώριζε κάτι τέτοιο για τον αναλυτή του, αυτό θα αποτελούσε μέρος της θεραπευτικής διαδικασίας. Παρ' όλα αυτά, σε καμία περίπτωση δεν θα έπρεπε κάποιος να προσπαθήσει να επηρεάσει τον ασθενή του, ώστε εκείνος να αλλάξει σεξουαλικό προσανατολισμό».
Ο κ. Καλοβυρνάς έχει να πει: «Στη δική μου προσωποκεντρική/υπαρξιστική προσέγγιση δεν επηρεάζει αρνητικά το να ξέρει ο θεραπευόμενος τον σεξουαλικό προσανατολισμό του θεραπευτή. Εξάλλου, πάντα τον «ξέρει» - θεωρεί ότι είναι η «εργοστασιακή ρύθμιση» της πλειοψηφίας (ετεροφυλόφιλος). Για έναν γκέι ή μια λεσβία το σημαντικότερο κατά την επιλογή ψυχοθεραπευτή είναι να βεβαιωθεί ότι ο θεραπευτής έχει ενεργητικά θετική προσέγγιση της ομοφυλοφιλίας. Δυστυχώς υπάρχουν περιπτώσεις που κανείς πάει να βοηθηθεί σε θέματα ομοφυλοφιλίας και καταλήγει να μπερδευτεί περισσότερο ή και να διαλυθεί ψυχικά από θεραπευτές που δεν έχουν επεξεργαστεί τις δικές τους προκαταλήψεις». Για την κ. Γιαννουλάκη «όπως σε κάθε επιλογή ψυχαναλυτή, συναντώνται ασυνείδητες φαντασιώσεις του αναλυόμενου με στοιχεία από την «πραγματικότητα» του αναλυτή (όπως το σεξουαλικό προφίλ) που οδηγούν στην επιλογή του. Σε κάποιες περιπτώσεις αυτά θα αναλυθούν, σε άλλες όχι».
Ομοφυλοφιλία είναι...
Ποια είναι η στάση των Ελλήνων ψυχοθεραπευτών απέναντι στην ομοφυλοφιλία; Υπάρχει γενική κατεύθυνση ή ατομική ηθική και πράξη; «Η ομοφυλοφιλία δεν απαιτεί τη διαμόρφωση μιας γενικής κατεύθυνσης», λέει η κ. Γιαννουλάκη. Η άποψη της κ. Χασιώτη είναι: «Στην Αγγλία η ψυχαναλυτική άποψη είναι αυτή που ήταν πάντα: ότι η ομοφυλοφιλία οφείλεται σε ανεπίλυτες συγκρούσεις κατά την πρώιμη ψυχοσεξουαλική ανάπτυξη και ως εκ τούτου, είναι κάτι που συζητείται σε μια απόπειρα να γίνει αντιληπτό πώς τέτοια γεγονότα καθόρισαν τη λειτουργία του ενήλικου ατόμου».
Η κ. Ζαράγκαλη δηλώνει: «Δεν είμαι ψυχαναλύτρια. Δεν γνωρίζω τι πρεσβεύει η Ψυχαναλυτική Εταιρεία. Στην Ελληνική Εταιρεία Συμβουλευτικής στην οποία ανήκω υπάρχει η αρχή της στήριξης του υποκειμένου ως προς την αυτοεκπλήρωσή του, γενικά. Από εκεί και πέρα δεν υπάρχει μια γενική κατεύθυνση και κατά τη γνώμη μου δεν θα έπρεπε να υπάρχει. Στην εκπαίδευση της θεωρητικής/πρακτικής προσέγγισης την οποία εγώ ακολουθώ δίνουμε επιπλέον έμφαση στην ευαισθητοποίηση και ενημέρωση γύρω από ζητήματα καταπίεσης και ειδικότερα όσον αφορά την αντικειμενική, υποκειμενική και εσωτερικευμένη καταπίεση. Στο πλαίσιο αυτό ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα τα οποία προκύπτουν προς επεξεργασία είναι η ομοφυλοφιλία».
Οι απόντες
Δυστυχώς, δεν καταφέραμε να μιλήσουμε με γιατρούς που ειδικεύονται σε θέματα σεξουαλικότητας, όπως ο κ. Ασκητής, το γραφείο του οποίου παρέλειψε και να απαντήσει καθυστερώντας την έρευνα, ωσότου σε τηλεφώνημά μας είπαν: «Όχι, όχι, δεν ενδιαφερόμαστε για τέτοια» (κάπως σαν το «δώσαμε, δώσαμε, μην ενοχλείτε»). Δεν μιλήσαμε ούτε και με εκπροσώπους θεσμικών οργάνων που ασχολούνται με την ψυχική υγεία, όπως το Αιγινήτειο νοσοκομείο, και συγκεκριμένα το Τμήμα Σεξουαλικών Διαταραχών. Φθάσαμε μέχρι την τετ-α-τετ συζήτηση, αλλά ουδέποτε πήραμε «πράσινο φως» για συνέντευξη, ούτε και απαντήσεις με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο.
Εμπειρίες γκέι ασθενών
Καλά τα λένε οι «Ψι», αλλά είναι πάντα όλοι τόσο ανοιχτόμυαλοι; Επειδή συναντήσαμε κάποιες αρνήσεις -από ευγενικές έως αυταρχικές- εκ μέρους θεραπευτών να συνεισφέρουν σ' αυτή την έρευνα, ενώ στην πρακτική τους περιλαμβάνονται περιστατικά ομοφυλόφιλων «ασθενών»/πελατών, κρίθηκε σκόπιμο να υπάρξουν και μαρτυρίες ανθρώπων που έχουν αναζητήσει κάποιου είδους θεραπεία και τους έτυχαν διάφορα «ενδιαφέροντα» περιστατικά.
«Ο γονιδιακός ομοφυλόφιλος»
Ο Γιώργος, 24 χρονών, φοιτητής της σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του ΕΜΠ και γνώστης 8 γλωσσών, έκανε «coming out στη μητέρα» του και λίγο αργότερα και στον πατέρα του, «μετά από παρέμβαση της μάνας» του. Το θέμα προφανώς δεν ήταν ιδιαίτερα εύκολο, αλλά κατά τον ίδιο, «μπορούσε να το χειριστεί καλά», μέχρι τη στιγμή που «τρίτο άτομο μπήκε στην υπόθεση και έκανε κακό. Πρόκειται για τον γνωστό και μη εξαιρετέο «τηλεπαραθυράκια ψυχολόγο-ψυχαναλυτή-νομαρχιακό σύμβουλο κ. Δημήτρη Μπούκουρα». Οι γονείς του απευθύνθηκαν σε αυτόν, καθώς εκτός του ότι είναι γνωστός, «ευαγγελίζεται και θεραπεία από την ομοφυλοφιλία για όσους το επιθυμούν». Με αυτοκριτική διάθεση ο Γιώργος παραδέχεται πως τον έσυραν «εκεί οι γονείς, κι εγώ το ζώον πήγα γιατί δεν πίστευα ότι θα υπάρχουν τέτοιοι επαγγελματίες στις μέρες μας...»
Ο συγκεκριμένος επαγγελματίας, ο οποίος «χρεώνει 120 ευρώ την επίσκεψη, χάιδεψε τα αυτιά των γονιών μου και τους είπε να με πιέζουν να πηγαίνω ώστε να με γιατρέψει. Είπε δε μπροστά μου ότι θεωρεί την ομοφυλοφιλία "διαταραχή ταυτότητας" και μου λέει ότι του πουλάω ιστορίες για να τον πείσω ότι είμαι "γονιδιακός". Κοινώς προσπαθούσε να πείσει τους γονείς μου να με πιέζουν να πηγαίνω... Τελικά στην τελευταία, 4η κατά σειρά συνεδρία, όπου ήταν και ο πατέρας μου μπροστά, του είπα ξεκάθαρα ότι τον θεωρώ τσαρλατάνο που παραπαίει στα όρια της επιστημονικής πρακτικής και ότι δεν πρόκειται να ξανανεχτώ να πάω στο γραφείο του. Τι ανώριμο παιδί με είπε, τι είπε στον πατέρα μου να σταματήσει να μου δίνει λεφτά για να "ψηθώ στη ζωή" (αυτά μπροστά μου), τι έπιασε τον πατέρα μου την ώρα που φεύγαμε, με έκλεισε έξω από το γραφείο του και του είπε κατ' ιδίαν (είχα στήσει αυτί) ότι να με πιέσει και άλλο, ώστε να πειστώ να πάω σε αυτόν να με γιατρέψει! Μιλάμε για έναν άνθρωπο που είναι τηλεοπτική περσόνα και μου έφερνε σαν παράδειγμα τον γιο της Βουγιουκλάκη και ότι θα καταλήξω αποτυχημένος σαν αυτόν...»
«Έχει έξαρση η ομοφυλοφιλία»
Ο Δημήτρης πέρασε από τρεις διαφορετικούς θεραπευτές πριν καταλήξει σ' αυτόν που του ταίριαζε. Η εμπειρία του τον έκανε να κατανοήσει δύο βασικά για εκείνον πράγματα: «Πρώτον, πρέπει ο θεραπευτής/αναλυτής να έχει ξεπεράσει την όποια ομοφοβία του και δεύτερον, στην περίπτωση των ομοφυλόφιλων ασθενών οι δυναμικές θεραπείες χωρίς πολύ μπούρου-μπούρου είναι αποτελεσματικές». Μας είπε ακόμη ότι πιστεύει πως «συχνά η κατάθλιψη μπορεί να συνδέεται με την κατάσταση που βιώνουν στις κοινωνικές τους σχέσεις οι ομοφυλόφιλοι: ο επαπειλούμενος αποκλεισμός, η διπλή ζωή, η απόρριψη». Όπως είπε χαρακτηριστικά: «Όταν εισπράττει κανείς το ανάθεμα συνέχεια, δεν το παίρνει από ένα σημείο και μετά προσωπικά, όπως όταν ακούω σχόλια στο μάτσο περιβάλλον του γραφείου μου, για παράδειγμα. Όμως το να νιώθει κανείς "εκτός", είναι το πιο δυσάρεστο μετά τον φόβο του θανάτου».
Πρόταση για θεραπεία από την ομοφυλοφιλία έγινε και στον Δημήτρη, που επισκέφθηκε επαγγελματίες της Gestalt και της συστημικής προσέγγισης. Εκεί άκουσε σχόλια του τύπου «έχει έξαρση η ομοφυλοφιλία» και «πάτε χαμένοι όλοι εσείς». Το τελευταίο κατά τον ίδιο είχε την έννοια του «δεν ξέρετε τι χάνετε», και τα δύο όμως είναι καταφανώς ανεπίτρεπτα στο πλαίσιο μιας θεραπευτικής πρακτικής και της επαγγελματικής ηθικής. Ευτυχώς, ο ίδιος είχε πολύ ξεκαθαρισμένες απόψεις από την αρχή και δεν δέχτηκε να μπει σε οποιαδήποτε διαδικασία «θεραπείας» ή ψυχοθεραπείας για τον λόγο που τον είχε οδηγήσει μέχρι τον αναλυτή, από τη στιγμή που διαπίστωσε τέτοιου είδους στάσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εδώ σχολιάζεις εσύ - Comment Here
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.