Μια λαικια ομορφη λεσβια μακρυα νυχτωμενη, μια λεσβια baby boomer που εκφραζει την γενια της, και μια λεσβια συγχρονη που εχει διαβασει queer theory.
http://www.rai.tv/dl/RaiTV/programmi/media/ContentItem-216007af-cd7c-43e5-a81b-aacdd3401f65.html
Queer theory: Ιδέες περί ομοφυλοφιλίας
- - Κατηγορία: ΦΥΛΑ εν παροδω
Το κείμενο αποτελεί μετάφραση διάλεξης που δόθηκε από την Mary Klages στο πανεπιστήμιο του Colorado στο Boulder το 1997
Τι μας φέρνει στο νου η λέξη queer; Ας ξεκινήσουμε καταγράφοντας μερικούς ελεύθερους συνειρμούς.
Η λέξη queer στην queer theory προκαλεί από μόνη της κάποιους συνειρμούς, κυρίως μέσω της σύνδεσής της με τις ιδέες περί ομοφυλοφιλίας. Η queer theory είναι ένας απόλυτα καινούριος επιστημονικός κλάδος, δεν είχε ονομαστεί ως ξεχωριστό πεδίο μελέτης έως το 1991. Προήλθε από τις gay/λεσβιακές μελέτες, έναν εξίσου καινούριο επιστημονικό κλάδο, που δεν υπήρχε σε οποιαδήποτε οργανωμένη μορφή μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 80. Οι gay/λεσβιακές μελέτες προήλθαν με τη σειρά τους από τις φεμινιστικές μελέτες και τη φεμινιστική θεωρία. Ας μιλήσουμε λίγο για την ιστορία αυτή. (Είναι άξια κάθε ενδιαφέροντος, καθότι λαμβάνει χώρα κυριολεκτικά κάτω απ' τη μύτη μας, στις αίθουσες διδασκαλίας, αυτή τη στιγμή, και, επιπλέον, μέσω αυτής μπορούμε να εξετάσουμε το πώς θεωρητικά κινήματα ή σχολές προέρχονται από άλλες σχολές).
Η φεμινιστική θεωρία, από τα μέσα μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '70, έβλεπε το γένος¹ (αρσενικό ή θηλυκό) σαν ένα σύστημα συμβόλων ή σημαινόντων, που αναφερόταν σε σεξουαλικά διμορφικά σώματα, με σκοπό να αναδειχθούν οι κοινωνικοί ρόλοι και σημασίες που θα μπορούσαν να έχουν τα σώματα αυτά. Η φεμινιστική θεωρία, κατ' αυτό τον τρόπο, υποστήριξε πως το γένος ήταν κοινωνικό κατασκεύασμα, πως σχεδιάστηκε, υλοποιήθηκε και διαιωνίστηκε από κοινωνικούς οργανισμούς και δομές, παρά κάτι απλά «αληθινό» ή ενυπάρχον στη λειτουργία των σωμάτων σε βιολογικό επίπεδο. Εξ αυτού, η φεμινιστική θεωρία είχε δύο πολύ σημαντικές συνεισφορές. Η πρώτη είναι ότι διαχώρισε το κοινωνικό από το βιολογικό, επιμένοντας πως υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε αυτό που είναι προϊόν των ανθρώπινων ιδεών και άρα ασταθές και ευμετάβλητο, και σε αυτό που είναι προϊόν της βιολογίας και άρα (συγκριτικά) σταθερό και αμετάβλητο. Η δεύτερη συνεισφορά σχετίζεται με την πρώτη: διαχωρίζοντας το κοινωνικό από το βιολογικό, το κατασκευασμένο από το έμφυτο, η φεμινιστική θεωρία επέμεινε πως το γένος δεν ήταν «θεμελιώδες» για την ταυτότητα ενός ατόμου.
Η λέξη «θεμελιώδες» θα χρησιμοποιηθεί πολύ στο δεύτερο μισό του κειμένου, καθώς θα εστιάσουμε σε θεωρίες που περιγράφουν το πώς κατασκευάζονται οι ατομικές ταυτότητες μέσα στους κοινωνικούς οργανισμούς. Η ανθρωπιστική ιδέα για την ταυτότητα ή τον εαυτό, επικεντρώνεται στην αντίληψη πως η ταυτότητά σου είναι μοναδική για σένα, πως προέρχεσαι από έναν εσωτερικό πυρήνα, κάποιες αμετάβλητες οπτικές ή σημάδια, που βρίσκονται στην καρδιά ή το κέντρο του «εαυτού σου». Οι οπτικές αυτές συνήθως συμπεριλαμβάνουν το φύλο² (είμαι άντρας ή γυναίκα), το γένος (είμαι αρσενικού ή θηλυκού γένους), τη σεξουαλικότητα (είμαι ετεροφυλόφιλος ή ομοφυλόφιλος), τις θρησκευτικές πεποιθήσεις (είμαι Χριστιανός, Εβραίος, Βουδιστής) και την εθνικότητα (είμαι Αμερικάνος, Ρώσσος, Βιετναμέζος)—στην πραγματικότητα κάθε δήλωσή σου που αρχίζει με «είμαι» και ακολουθείται από ένα ουσιαστικό χωρίς τη μεσολάβηση κάποιου άρθρου («είμαι _______» όχι «είμαι ένας _______») είναι πιθανότατα μία δήλωση για τη βαθύτερη αίσθηση της ταυτότητάς σου. Στην ανθρωπιστική σκέψη, αυτές οι κεντρικές όψεις της ταυτότητας θεωρούνται οι «ουσίες», πράγματα σταθερά και αμετάβλητα, πράγματα που σε κάνουν αυτό που είσαι υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, άσχετα από αυτά που σου συμβαίνουν. Η ιδέα αυτή ενός θεμελιώδους εαυτού διαχωρίζει τον «εαυτό» από όλα όσα βρίσκονται έξω από αυτόν όχι απλώς από το «άλλο», αλλά επίσης από όλα τα ιστορικά γεγονότα, όλα τα πράγματα που υπόκεινται σε αλλαγές. Μπορείς να σκεφτείς την ανθρωπιστική αντίληψη του θεμελιώδους εαυτού με όρους επιβίωσης: ο εαυτός βρίσκεται μέσα σε ένα θωρακισμένο καταφύγιο, όπου τίποτα από όσα συμβαίνουν στον έξω κόσμο δεν μπορεί να τον αγγίξει. Εντάξει, ο εαυτός μπορεί να τραντάζεται ή να ταρακουνιέται από τις εκρήξεις στον έξω κόσμο, οι οποίες βροντούν τις πόρτες του καταφυγίου, αλλά δεν μπορεί να αλλάξει ουσιαστικά από ό,τι συμβαίνει απ' έξω. (Μπορεί, πάραυτα, να καταστραφεί. Αλλά αυτές είναι οι μοναδικές πιθανότητες, ο θεμελιώδης εαυτός μπορεί να υπάρχει σε μία αμετάβλητη κατάσταση ή να καταστραφεί, τίποτα ενδιάμεσο).
Η φεμινιστική θεωρία, αμφισβητώντας την αντίληψη πως το γένος είναι μέρος αυτού του θεμελιώδους εαυτού, προκάλεσε μια ρωγμή, μια ρήξη, αποκαλύπτοντας το επίπλαστο αυτού του φυσικού εαυτού. Από τη ρήξη αυτή προήλθε η μεταστρουκτουραλιστική ιδέα του εαυτού ως οικοδόμημα μη «φυσικά» παραγόμενο από τα σώματα ή από τη γέννηση. Ο εαυτός, στη μεταστρουκτουραλιστική θεωρία, γίνεται «υποκειμενικότητα». Η αλλαγή στους όρους είναι μια αναγνώριση πως, πρώτα απόλα, η ανθρώπινη ταυτότητα διαμορφώνεται από τη γλώσσα, με το να γίνεται υποκείμενο στη γλώσσα (όπως βλέπουμε και στο Λακάν). Η αντικατάσταση της λέξης «εαυτός» από τη λέξη «υποκείμενο» σηματοδοτεί, επίσης, την ιδέα πως τα υποκείμενα είναι προϊόντα συμβόλων ή σημαινόντων, τα οποία γεννούν τις ιδέες μας περί ταυτότητας. Οι εαυτοί είναι σταθεροί και θεμελιώδεις, τα υποκείμενα είναι κατασκευασμένα, και άρα προσωρινά, μεταβαλλόμενα, πάντα αντικείμενα επανεξέτασης και ανακατασκευής. Οι εαυτοί, μ' αυτή την έννοια, συνιστούν σημαίνοντα μέσα σ' ένα άκαμπτο σύστημα με παγιωμένες έννοιες, τα υποκείμενα, από την άλλη, είναι σημαίνοντα ενός περισσότερο ευέλικτου συστήματος, με μεγαλύτερη πολλαπλότητα εννοιών.
Με τη συμβολή της φεμινιστικής θεωρίας στη διάρρηξη της ανθρωπιστικής ιδέας μίας σταθερής ή θεμελιώδους προσωπικότητας, και ειδικότερα της ιδέας μιας σταθερής ή θεμελιώδους ταυτότητας του γένους, και με την αντικατάστασή της με τη μεταστρουκτουραλιστική ιδέα της ταυτότητας του γένους ως ένα σύνολο μεταβαλλόμενων σημαινόντων, άλλες θεωρίες άρχισαν να αμφισβητούν μερικές ακόμη «θεμελιώδεις» αντιλήψεις της ταυτότητας. Όπως θα δούμε, η ιδέα της φυλής ως κάτι έμφυτο, θεμελιώδες, ή βιολογικό έγινε αντικείμενο εξονυχιστικής εξέτασης (ιδιαίτερα μέσα στους φεμινιστικούς κύκλους, καθώς η φεμινιστική θεωρία στη δεκαετία του '70 αναφερόταν στο θηλυκό υποκείμενο αποκλειστικά σαν να ανήκει στη λευκή φυλή και στη μεσαία τάξη). Ομοίως, η ιδέα της σεξουαλικότητας ως έμφυτη ή θεμελιώδης, άρχισε να γίνεται αντικείμενο επανεξέτασης. Έτσι ξεκίνησαν οι gay/λεσβιακές μελέτες στις αρχές της δεκαετίας του 80, ως επιστημονικός κλάδος και ως θεωρητικός βραχίονας ενός ευρύτερου πολιτικού κινήματος.
Είναι, ίσως πιο δύσκολο απ' ό,τι με το γένος, το να δεις τη σεξουαλικότητα ως κοινωνική κατασκευή, παρά ως βιολογική. Κοιτάζοντας γύρω μας, παρατηρούμε πως το γένος «κάμπτεται» σε πολλά πεδία —ο Michael Jackson, ο Boy George και ο Dennis Rodman είναι μόνο μερικά παραδείγματα, τα οποία κάμπτουν την ιδέα του γένους ως θεμελιώδες και ορισμένο από το φύλο (οι άντρες είναι αρσενικά, οι γυναίκες θηλυκά) επιχειρώντας προσωπικούς συνδυασμούς αυτών που συνήθιζαν να καλούνται αρρενωπό και θηλυκό στυλ. Στην πραγματικότητα, βλέπουμε ρόλους και σύμβολα που σχετίζονται με το γένος να μεταλλάσονται καθημερινά: για παράδειγμα, πόσες γυναίκες πριν δέκα χρόνια είχανε τατουάζ σε ορατά σημεία και πόσοι άντρες επιδείκνυαν piercing στα αυτιά ή σε άλλα σημεία του σώματος; Αναλογιζόμενος τις αλλαγές αυτές (και μπορείς να σκεφτείς και δικά σου παραδείγματα εύκαμπτων ή μεταβαλλόμενων κατασκευών του γένους) είναι σχετικά εύκολο να δεις το γένος ως ένα σύστημα σημαινόντων.
Με τη σεξουαλικότητα, όμως, τα πράγματα είναι πιο δύσκολα, εν μέρει εξ αιτίας του τρόπου με τον οποίο ο πολιτισμός μας, μας δίδαξε να αντιλαμβανόμαστε τη σεξουαλικότητα. Ενώ το γένος μπορεί να είναι ζήτημα στυλ ή ντυσίματος, η σεξουαλικότητα μοιάζει να έχει να κάνει με τη βιολογία, με τη βασική λειτουργία των σωμάτων. Αυτή η ιδέα προέκυψε όταν κάποια στιγμή μιλούσαμε για το γένος και κάποιος ρώτησε για τα ζώα, των οποίων η σεξουαλική συμπεριφορά φαίνεται να είναι ισχυρά συνδεδεμένη με το ένστικτο της αναπαραγωγής. Ο πολιτισμός μας τείνει να ορίζει την σεξουαλικότητα με δύο τρόπους: με όρους ζωικών ενστίκτων, με συμπεριφορές προγραμματισμένες από ορμόνες ή εποχιακούς κύκλους, πάνω στα οποία η ελεύθερη βούληση δεν έχει κανένα έλεγχο, και με όρους ηθικής, με συμπεριφορές, δηλαδή, που ορίζονται ως «καλές» ή «κακές», ηθικές ή ανήθικες, και πάνω στις οποίες υποτίθεται πως πρέπει να ασκούμε απόλυτα (ή σχεδόν απόλυτα) αυστηρό έλεγχο. Σύμφωνα με την πρώτη θεώρηση της σεξουαλικότητας, τα σεξουαλικά κίνητρα είναι σχεδόν απόλυτα βιολογικά: ανταποκρινόμαστε σεξουαλικά, βάσει αυτών που είναι καταγεγραμμένα στα γονίδια και στις ορμόνες μας κι αυτό σχεδόν πάντα προσδιορίζεται με όρους αναπαραγωγικής συμπεριφοράς. (Αυτή η οπτική προέρχεται από την εξελικτική θεωρία, κατά την οποία πρωταρχικό καθήκον κάθε μέλους ενός είδους είναι να το συντηρεί καθώς και να μεταφέρει τα γενετικά του χαρακτηριστικά στις επόμενες γενεές). Η θεωρία αυτή ισχυρίζεται πως καταλαβαίνοντας τη σεξουαλική συμπεριφορά των ζώων καταλαβαίνουμε και την ανθρώπινη σεξουαλική συμπεριφορά.
Το πρόβλημα μ' αυτή την θεώρηση είναι πως η ανθρώπινη σεξουαλικότητα δε λειτουργεί όπως η σεξουαλικότητα των ζώων. Αν ήταν έτσι, τα θηλυκά θα είχαν οίστρο σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους, και τα αρσενικά θα προσπαθούσαν μανιωδώς να ζευγαρώσουν μαζί τους κατά τις περιόδους αυτές, όλη η σεξουαλική δραστηριότητα θα ρυθμιζόταν από την αναπαραγωγή και θα λάμβανε χώρα αποκλειστικά στις περιόδους του οίστρου. Προφανώς η ανθρώπινη σεξουαλικότητα λειτουργεί διαφορετικά. Στην πραγματικότητα, η ανθρώπινη σεξουαλικότητα μοιάζει ελάχιστα με τη σεξουαλικότητα των ζώων. Είμαστε (νομίζω, και διορθώστε με αν κάνω λάθος) το μόνο είδος που ζευγαρώνει λίγο πολύ κατά βούληση, χωρίς να παίρνει υπόψιν του τη γονιμότητα και τους ορμονικούς κύκλους, και αυτό από μόνο του διαχωρίζει τη σεξουαλική συμπεριφορά από την αναπαραγωγή στους ανθρώπους. Επίσης, έχουμε τεράστια γκάμα σεξουαλικών συμπεριφορών και δραστηριοτήτων, εκ των οποίων μόνο μερικές συνδέονται με την αναπαραγωγή, κάτι που διαχωρίζει ακόμα περισσότερο τις δύο κατηγορίες. Και—το πιο σημαντικό—η ανθρώπινη σεξουαλική συμπεριφορά συνδέεται με την ευχαρίστηση, ευχαρίστηση που περνά μέσα απ' όλα τα πολιτισμικά επίπεδα.
Ναι, θα μπορούσαμε να διαφωνήσουμε για τη σεξουαλικότητα των ζώων και το κατά πόσο μοιάζει με των ανθρώπων, οι εμπειρίες μου με τον σκύλο μου να προσπαθεί να πηδήξει το πόδι μου σίγουρα εγείρουν ερωτήματα για το κατά πόσο η σεξουαλική συμπεριφορά των ζώων συνδέεται μόνο με την αναπαραγωγή αλλά το θέμα είναι πως η σύνδεση της ανθρώπινης σεξουαλικότητας με τη σεξουαλικότητα των ζώων χρησιμοποιείται για να κατασκευαστεί η σεξουαλικότητα με συγκεκριμένο τρόπο. Αν δεις τους ανθρώπους κατά μεγάλο μέρος τους σαν ζώα, τότε βλέπεις και τη φύση της ανθρώπινης σεξουαλικότητας ως, κατά μεγάλο μέρος της, αναπαραγωγική, στην ουσία και επομένως κάθε συμπεριφορά που δε συνδέεται με την αναπαραγωγή καθίσταται «αφύσικη». Το οποίο μας οδηγεί στο δεύτερο τρόπο με τον οποίο ο πολιτισμός μας ορίζει τη σεξουαλικότητα: με όρους ηθικής, με όρους σωστών ή λανθασμένων συμπεριφορών.
Οι αντιλήψεις του δυτικού πολιτισμού για τη σεξουαλικότητα προέρχονται από πολλά πεδία, για παράδειγμα, από την επιστήμη (και ειδικότερα από την εξελικτική θεώρηση της σεξουαλικότητας ως ζωώδη, ενστικτώδικη συμπεριφορά), από τη θρησκεία, από την πολιτική και από την οικονομία. [Μια σημείωση: αυτές οι κατηγορίες σεξουαλικής κωδικοποίησης μελετώνται από τον Michel Foucault στους τόμους του έργου «Η ιστορία της σεξουαλικότητας». Η σεξουαλικότητα ορίζεται από την πολιτική και την οικονομία όταν, για παράδειγμα, έθνη ή κοινωνικοί οργανισμοί ανησυχούν για τον πληθυσμιακό έλεγχο και παροτρύνουν τους ανθρώπους να μην αναπαράγονται και επιβάλλουν ακόμα και εκτρώσεις ή έλεγχο των γεννήσεων ή στειρώσεις για να το διασφαλίσουν, ένα αντίστροφο παράδειγμα του πώς η σεξουαλικότητα ορίζεται από την πολιτική και την οικονομία είναι οι χώρες ή μειονότητες που παροτρύνουν τα μέλη τους να γεννούν πολλά παιδιά, ώστε μία ομάδα να αποκτήσει μεγαλύτερο πληθυσμό από μία άλλη].
Οι αντιλήψεις αυτές, περί σεξουαλικότητας συχνά παίρνουν τη μορφή ηθικών διακηρύξεων για το ποιες μορφές σεξουαλικότητας είναι «σωστές» ή καλές ή ηθικές και ποιες είναι «λανθασμένες», κακές και ανήθικες. Οι κατηγορίες έχουν αλλάξει με την πάροδο του χρόνου, ένα ακόμη στοιχείο που μας δείχνει πως η σεξουαλικότητα δεν είναι «θεμελιώδης», αιώνια, ή έμφυτη, αλλά κοινωνικό οικοδόμημα, κάτι που μπορεί να μεταβάλλεται και να παραποιείται. Σίγουρα έχουμε δει τέτοιες αλλαγές τα τελευταία δέκα χρόνια, όχι μόνο σχετικές με την ομοφυλοφιλία και την ετεροφυλοφιλία, αλλά και με τις αντιλήψεις περί ασφαλούς σεξ και την παρεμπόδιση σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων: στο σημερινό πολιτισμό, (σε μερικούς κύκλους) περισσότερο ανήθικη θεωρείται η σεξουαλική πράξη όταν δε συμπεριλαμβάνει τη χρήση προφυλακτικού ή άλλης μεθόδου προφύλαξης, παρά όταν απλώς δεν εμπλέκεται στην αναπαραγωγική διαδικασία.
Στις προηγούμενες γενεές, όπως και σήμερα, οι τρόποι αυτοί για να οριστεί η σεξουαλικότητα (μέσω της βιολογίας, της θρησκείας, της πολιτικής και της οικονομίας) παρήγαγαν καθαρές κατηγορίες αυτού που είναι σωστό και αυτού που είναι λάθος, οι οποίες συνήθως συνδέονταν με τις ιδέες περί αναπαραγωγής και την οικογενειακή ζωή. Αυτό μας δείχνει και το άρθρο της Gayle Rubin με τα διαγράμματα που παρουσιάζει. Ότι δηλαδή, η δομή των αντιλήψεων περί σεξουαλικότητας περιγράφεται με δίπολα, των οποίων ο ένας πόλος είναι το θετικό, το καλό, το ηθικό και το σωστό, ενώ ο άλλος είναι το αρνητικό, το κακό, το ανήθικο και το λάθος.
Η Rubin υποστηρίζει πως τα δίπολα αυτά πρέπει να διαλυθούν στην πραγματικότητα, υποστηρίζει πως πρέπει να διαχωρίσουμε ολοκληρωτικά κάθε μορφή σεξουαλικής συμπεριφοράς από κάθε είδος ηθικής κρίσης. Σ' αυτό το σημείο πολλοί άνθρωποι δυσκολεύονται να συμφωνήσουν μαζί της (ή με άλλους σεξουαλικά ριζοσπαστικούς). Δε φαίνεται λογικό κάποια είδη σεξουαλικής συμπεριφοράς να είναι λάθος; Αν όχι, ποια θα έπρεπε να είναι η γνώμη μας για το σεξ κατά το οποίο ασκείται σωματική βία, για το σεξ που δεν είναι ομόφωνο, για το σεξ ανάμεσα σε κάποιον που έχει εξουσία και σε κάποιον που δεν έχει; Αυτές οι ενστάσεις δείχνουν δύο πράγματα: πρώτον, ότι η σεξουαλική συμπεριφορά, στον ανθρώπινο πολιτισμό, έχει σχεδόν πάντα να κάνει με περισσότερα πράγματα από την ευχαρίστηση και την αναπαραγωγή: συχνά (όπως με το σκύλο μου να πηδάει το πόδι μου) σχετίζεται με μορφές εξουσίας και υποταγής. Το άλλο που μας δείχνουν οι ενστάσεις αυτές, είναι το πόσο ισχυροί είναι οι δεσμοί ανάμεσα στις σεξουαλικές δραστηριότητες και τις ηθικές αντιλήψεις. Και ο δεσμός προέρχεται, εν μέρει, περισσότερο από τον ορισμό της σεξουαλικότητας ως μέρος της ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ, παρά ως μια δραστηριότητα στην οποία συμμετέχει κάποιος κατα βούληση. Συνεπώς, αν έχεις γενετήσια σεξουαλική επαφή με άτομο του ίδιου φύλου, δεν κάνεις απλώς ομοφυλοφιλικό σεξ, αλλά ΕΙΣΑΙ ομοφυλόφιλος. Και στη συνέχεια η ταυτότητα αυτή συνδέεται με μια ηθική κρίση για τις ομοφυλοφιλικές πράξεις καθώς και τις ομοφυλοφιλικές ταυτότητες. [Για περισσότερα πάνω στη διάκριση μεταξύ σεξουαλικών πράξεων και σεξουαλικών ταυτοτήτων, δες την «Ιστορία της σεξουαλικότητας» του Foucault].
Οι gay/λεσβιακές μελέτες απ' όπου εν μέρει προέρχεται το άρθρο της Gayle Rubin, εξετάζουν όλους τους τύπους των κοινωνικών δομών και κοινωνικών οικοδομημάτων τα οποία καθορίζουν τις ιδέες μας για τη σεξουαλικότητα ως πράξη, και τη σεξουαλικότητα ως ταυτότητα. Ως ακαδημαϊκός κλάδος, οι gay/λεσβιακές μελέτες εξετάζουν το πώς έχουν οριστεί ιστορικά οι αντιλήψεις για την ομοφυλοφιλία και φυσικά, εξ αυτού, το πώς έχει οριστεί ο αντίθετος πόλος, η ετεροφυλοφιλία. Οι gay/λεσβιακές μελέτες αναφέρονται, επίσης, στον τρόπο με τον οποίο διαφορετικοί πολιτισμοί, ή διαφορετικές περίοδοι έχουν επιβάλλει ιδέες για το ποια είδη σεξουαλικότητας είναι φυσιολογικά και ποια είναι αφύσικα, ποια είναι ηθικά και ποια ανήθικα. Το άρθρο του Watkins πάνω στον τρόπο με τον οποίο απεικονίζονται τα ομοφυλοφιλικά σώματα στην εποχή του AIDS, βρίσκεται στο κέντρο της θεωρίας αυτής, μελετώντας τον τρόπο με τον οποίο οι νόρμες και οι παρεκκλίσεις από αυτές δημιουργούνται κι έπειτα μεταβάλλονται, καθώς και τη λειτουργία του πολιτισμού που αυτές οι ιδέες και εικόνες εξυπηρετούν.
Το άρθρο του Watkins, εξετάζοντας τις σημασίες των εικόνων gay αντρών με AIDS και το πώς οι εικόνες αυτές λειτουργούν στην ενίσχυση της αντίληψης της ομοφυλοφιλίας ώς αφύσικη, παρεκκλίνουσα και κακή, μπορεί να θεωρηθεί τμήμα της gay/λεσβιακής κριτικής της λογοτεχνίας. Η gay/λεσβιακή κριτική της λογοτεχνίας, ένα υποσύνολο των gay/λεσβιακών μελετών, ασχολείται με τις απεικονίσεις της σεξουαλικότητας και τις ιδέες περί πρότυπης και παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς, με ποικίλους τρόπους: εντοπίζοντας gay/λεσβίες συγγραφείς των οποίων η σεξουαλικότητα έχει αποκρυφθεί ή διαγραφεί από την ιστορία και τη βιογραφία τους μελετώντας κείμενα gay/λεσβίων συγγραφέων με σκοπό την ανακάλυψη συγκεκριμένων φιλολογικών μοτίβων, τεχνικών και οπτικών που προέρχονται απ τη ζωή ενός ομοφυλόφιλου σε έναν ετεροφυλόφιλο κόσμο, μελετώντας κείμενα gay ή straight συγγραφέων που απεικονίζουν την ομοφυλοφιλία και την ετεροφυλοφιλία, ή που εστιάζουν στη σεξουαλικότητα ως κατασκευασμένη (και όχι θεμελιώδη) έννοια, τέλος, εξετάζοντας πώς τα λογοτεχνικά κείμενα (από gay ή straight συγγραφείς) λειτουργούν παράλληλα με μη λογοτεχνικά κείμενα προμηθεύοντας έναν πολιτισμό με τρόπους αντίληψης της σεξουαλικότητας.
Οι gay/λεσβιακές μελέτες, ως πολιτικός σχηματισμός των ακαδημαϊκών, αμφισβητούν, επίσης, την αντίληψη των κανονιστικών σεξουαλικοτήτων. Όπως αναφέρει η Rubin στο άρθρο της, όταν ορίζεις μια κατηγορία ως «κανονική», αυτόματα ορίζεις και το αντίθετό της, μια κατηγορία ως «παρεκκλίνουσα», και οι ειδικές πράξεις ή ταυτότητες που εμπίπτουν στις κατηγορίες αυτές, στη συνέχεια συνδέονται με άλλες μορφές κοινωνικών πρακτικών και με μεθόδους κοινωνικού ελέγχου. Όταν κάνεις κάτι στο οποίο ο πολιτισμός σου δίνει την ετικέτα «παρεκκλίνον», καλείσαι να τιμωρηθείς γι αυτό: με το να σε συλλάβουν, να σε ντροπιάσουν, να σε κάνουν να νιώσεις βρώμικος, με το να χάσεις τη δουλειά σου, την άδειά σου, τα αγαπημένα σου πρόσωπα, τον αυτοσεβασμό σου, την ασφάλισή σου. Οι gay/λεσβιακές μελέτες, όπως και οι φεμινιστικές μελέτες, βοηθούν να καταλάβεις πώς οι κατηγορίες αυτές του κανονικού και του παρεκκλίνοντος κατασκευάζονται, πώς λειτουργούν και πώς επιβάλλονται, ώστε να παρέμβεις αλλάζοντάς τις ή δίνοντάς τους τέλος.
Πράγμα που μας οδηγεί τελικά στην queer theory. Η queer theory αναδύεται από την προσοχή που δίνουν οι gay/λεσβιακές μελέτες στην κοινωνική οικοδόμηση των κατηγοριών της κανονικής και παρεκκλίνουσας σεξουαλικής συμπεριφοράς. Αλλά ενώ οι gay/λεσβιακές μελέτες, όπως υποννοείται από το όνομα, εστίασαν κυρίως σε ερωτήματα περί ομοφυλοφιλίας, η queer theory επεκτείνει το πεδίο της έρευνάς της. Η queer theory εξετάζει και ασκεί πολιτική κριτική σε οτιδήποτε εμπίπτει σε κανονικές και παρεκκλίνουσες κατηγορίες, και ειδικότερα στις σεξουαλικές δραστηριότητες και ταυτότητες. Η λέξη «queer», όπως εμφανίζεται στα λεξικά, έχει κυρίως τη σημασία του «παράξενου», του «εκκεντρικού», του «ασυνήθιστου». Η queer theory ασχολείται με όλες τις μορφές της σεξουαλικότητας που χαρακτηρίζονται «queer» με αυτή την έννοια και στη συνέχεια, ως προέκταση αυτού, με τις κανονικές συμπεριφορές και ταυτότητες οι οποίες ορίζουν τι είναι «queer» (όντας τα αντίθετά τους). Έτσι, η queer theory επεκτείνει το πεδίο ανάλυσής της σε όλα τα είδη συμπεριφορών, συμπεριλαμβανομένων αυτών που κάμπτουν το γένος, καθώς κι αυτών που περιλαμβάνουν «queer», μη κανονικές μορφές σεξουαλικότητας. Η queer theory επιμένει πως όλες οι σεξουαλικές συμπεριφορές, όλες οι θεωρήσεις που συνδέουν τις σεξουαλικές συμπεριφορές με τις σεξουαλικές ταυτότητες, και όλες οι κατηγορίες κανονικών και περεκκλίνοντων σεξουαλικοτήτων, είναι κοινωνικά κατασκευάσματα, σύνολα σημαινόντων που γεννούν συγκεκριμένους τύπους κοινωνικής σημασίας. Η queer theory ακολουθεί την φεμινιστική θεωρία και τις gay/λεσβιακές μελέτες στην απόρριψη της ιδέας ότι η σεξουαλικότητα είναι θεμελιώδης κατηγορία, ότι ορίζεται δηλαδή από τη βιολογία ή ότι κρίνεται από σταθερές αρχές ηθικής και αλήθειας. Για τους queer θεωρητικούς, η σεξουαλικότητα είναι ένα πολύπλοκο σύστημα κοινωνικών κωδικών και δυνάμεων, μορφές ατομικών δραστηριοτήτων και θεσμικών εξουσιών, τα οποία αλληλεπιδρούν για να σχηματίσουν τις ιδέες του κανονικού και του παρεκκλίνοντος σε κάθε χρονική στιγμή, και τα οποία στη συνέχεια λειτουργούν στο όνομα του «φυσικού», του «βιολογικού» και του «θεόσταλτου».
Σημειώσεις
1.Αναφέρομαι στο κοινωνικό φύλο δηλαδή gender και όχι στο βιολογικό φύλο δηλαδή sex. Στη συνέχεια του κειμένου όπου αναφέρεται γένος θα εννοείται το gender.
2.Όπου χρησιμοποιείται η λέξη φύλο εννοείται το βιολογικό φύλο.
Πηγή: http://www.politikokafeneio.com/Forum/viewtopic.php?t=2967&sid=d6ca8154432ca3395ca41422d7456018
- - Κατηγορία: ΦΥΛΑ εν παροδω
Το κείμενο αποτελεί μετάφραση διάλεξης που δόθηκε από την Mary Klages στο πανεπιστήμιο του Colorado στο Boulder το 1997
Τι μας φέρνει στο νου η λέξη queer; Ας ξεκινήσουμε καταγράφοντας μερικούς ελεύθερους συνειρμούς.
Η λέξη queer στην queer theory προκαλεί από μόνη της κάποιους συνειρμούς, κυρίως μέσω της σύνδεσής της με τις ιδέες περί ομοφυλοφιλίας. Η queer theory είναι ένας απόλυτα καινούριος επιστημονικός κλάδος, δεν είχε ονομαστεί ως ξεχωριστό πεδίο μελέτης έως το 1991. Προήλθε από τις gay/λεσβιακές μελέτες, έναν εξίσου καινούριο επιστημονικό κλάδο, που δεν υπήρχε σε οποιαδήποτε οργανωμένη μορφή μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 80. Οι gay/λεσβιακές μελέτες προήλθαν με τη σειρά τους από τις φεμινιστικές μελέτες και τη φεμινιστική θεωρία. Ας μιλήσουμε λίγο για την ιστορία αυτή. (Είναι άξια κάθε ενδιαφέροντος, καθότι λαμβάνει χώρα κυριολεκτικά κάτω απ' τη μύτη μας, στις αίθουσες διδασκαλίας, αυτή τη στιγμή, και, επιπλέον, μέσω αυτής μπορούμε να εξετάσουμε το πώς θεωρητικά κινήματα ή σχολές προέρχονται από άλλες σχολές).
Η φεμινιστική θεωρία, από τα μέσα μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '70, έβλεπε το γένος¹ (αρσενικό ή θηλυκό) σαν ένα σύστημα συμβόλων ή σημαινόντων, που αναφερόταν σε σεξουαλικά διμορφικά σώματα, με σκοπό να αναδειχθούν οι κοινωνικοί ρόλοι και σημασίες που θα μπορούσαν να έχουν τα σώματα αυτά. Η φεμινιστική θεωρία, κατ' αυτό τον τρόπο, υποστήριξε πως το γένος ήταν κοινωνικό κατασκεύασμα, πως σχεδιάστηκε, υλοποιήθηκε και διαιωνίστηκε από κοινωνικούς οργανισμούς και δομές, παρά κάτι απλά «αληθινό» ή ενυπάρχον στη λειτουργία των σωμάτων σε βιολογικό επίπεδο. Εξ αυτού, η φεμινιστική θεωρία είχε δύο πολύ σημαντικές συνεισφορές. Η πρώτη είναι ότι διαχώρισε το κοινωνικό από το βιολογικό, επιμένοντας πως υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε αυτό που είναι προϊόν των ανθρώπινων ιδεών και άρα ασταθές και ευμετάβλητο, και σε αυτό που είναι προϊόν της βιολογίας και άρα (συγκριτικά) σταθερό και αμετάβλητο. Η δεύτερη συνεισφορά σχετίζεται με την πρώτη: διαχωρίζοντας το κοινωνικό από το βιολογικό, το κατασκευασμένο από το έμφυτο, η φεμινιστική θεωρία επέμεινε πως το γένος δεν ήταν «θεμελιώδες» για την ταυτότητα ενός ατόμου.
Η λέξη «θεμελιώδες» θα χρησιμοποιηθεί πολύ στο δεύτερο μισό του κειμένου, καθώς θα εστιάσουμε σε θεωρίες που περιγράφουν το πώς κατασκευάζονται οι ατομικές ταυτότητες μέσα στους κοινωνικούς οργανισμούς. Η ανθρωπιστική ιδέα για την ταυτότητα ή τον εαυτό, επικεντρώνεται στην αντίληψη πως η ταυτότητά σου είναι μοναδική για σένα, πως προέρχεσαι από έναν εσωτερικό πυρήνα, κάποιες αμετάβλητες οπτικές ή σημάδια, που βρίσκονται στην καρδιά ή το κέντρο του «εαυτού σου». Οι οπτικές αυτές συνήθως συμπεριλαμβάνουν το φύλο² (είμαι άντρας ή γυναίκα), το γένος (είμαι αρσενικού ή θηλυκού γένους), τη σεξουαλικότητα (είμαι ετεροφυλόφιλος ή ομοφυλόφιλος), τις θρησκευτικές πεποιθήσεις (είμαι Χριστιανός, Εβραίος, Βουδιστής) και την εθνικότητα (είμαι Αμερικάνος, Ρώσσος, Βιετναμέζος)—στην πραγματικότητα κάθε δήλωσή σου που αρχίζει με «είμαι» και ακολουθείται από ένα ουσιαστικό χωρίς τη μεσολάβηση κάποιου άρθρου («είμαι _______» όχι «είμαι ένας _______») είναι πιθανότατα μία δήλωση για τη βαθύτερη αίσθηση της ταυτότητάς σου. Στην ανθρωπιστική σκέψη, αυτές οι κεντρικές όψεις της ταυτότητας θεωρούνται οι «ουσίες», πράγματα σταθερά και αμετάβλητα, πράγματα που σε κάνουν αυτό που είσαι υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, άσχετα από αυτά που σου συμβαίνουν. Η ιδέα αυτή ενός θεμελιώδους εαυτού διαχωρίζει τον «εαυτό» από όλα όσα βρίσκονται έξω από αυτόν όχι απλώς από το «άλλο», αλλά επίσης από όλα τα ιστορικά γεγονότα, όλα τα πράγματα που υπόκεινται σε αλλαγές. Μπορείς να σκεφτείς την ανθρωπιστική αντίληψη του θεμελιώδους εαυτού με όρους επιβίωσης: ο εαυτός βρίσκεται μέσα σε ένα θωρακισμένο καταφύγιο, όπου τίποτα από όσα συμβαίνουν στον έξω κόσμο δεν μπορεί να τον αγγίξει. Εντάξει, ο εαυτός μπορεί να τραντάζεται ή να ταρακουνιέται από τις εκρήξεις στον έξω κόσμο, οι οποίες βροντούν τις πόρτες του καταφυγίου, αλλά δεν μπορεί να αλλάξει ουσιαστικά από ό,τι συμβαίνει απ' έξω. (Μπορεί, πάραυτα, να καταστραφεί. Αλλά αυτές είναι οι μοναδικές πιθανότητες, ο θεμελιώδης εαυτός μπορεί να υπάρχει σε μία αμετάβλητη κατάσταση ή να καταστραφεί, τίποτα ενδιάμεσο).
Η φεμινιστική θεωρία, αμφισβητώντας την αντίληψη πως το γένος είναι μέρος αυτού του θεμελιώδους εαυτού, προκάλεσε μια ρωγμή, μια ρήξη, αποκαλύπτοντας το επίπλαστο αυτού του φυσικού εαυτού. Από τη ρήξη αυτή προήλθε η μεταστρουκτουραλιστική ιδέα του εαυτού ως οικοδόμημα μη «φυσικά» παραγόμενο από τα σώματα ή από τη γέννηση. Ο εαυτός, στη μεταστρουκτουραλιστική θεωρία, γίνεται «υποκειμενικότητα». Η αλλαγή στους όρους είναι μια αναγνώριση πως, πρώτα απόλα, η ανθρώπινη ταυτότητα διαμορφώνεται από τη γλώσσα, με το να γίνεται υποκείμενο στη γλώσσα (όπως βλέπουμε και στο Λακάν). Η αντικατάσταση της λέξης «εαυτός» από τη λέξη «υποκείμενο» σηματοδοτεί, επίσης, την ιδέα πως τα υποκείμενα είναι προϊόντα συμβόλων ή σημαινόντων, τα οποία γεννούν τις ιδέες μας περί ταυτότητας. Οι εαυτοί είναι σταθεροί και θεμελιώδεις, τα υποκείμενα είναι κατασκευασμένα, και άρα προσωρινά, μεταβαλλόμενα, πάντα αντικείμενα επανεξέτασης και ανακατασκευής. Οι εαυτοί, μ' αυτή την έννοια, συνιστούν σημαίνοντα μέσα σ' ένα άκαμπτο σύστημα με παγιωμένες έννοιες, τα υποκείμενα, από την άλλη, είναι σημαίνοντα ενός περισσότερο ευέλικτου συστήματος, με μεγαλύτερη πολλαπλότητα εννοιών.
Με τη συμβολή της φεμινιστικής θεωρίας στη διάρρηξη της ανθρωπιστικής ιδέας μίας σταθερής ή θεμελιώδους προσωπικότητας, και ειδικότερα της ιδέας μιας σταθερής ή θεμελιώδους ταυτότητας του γένους, και με την αντικατάστασή της με τη μεταστρουκτουραλιστική ιδέα της ταυτότητας του γένους ως ένα σύνολο μεταβαλλόμενων σημαινόντων, άλλες θεωρίες άρχισαν να αμφισβητούν μερικές ακόμη «θεμελιώδεις» αντιλήψεις της ταυτότητας. Όπως θα δούμε, η ιδέα της φυλής ως κάτι έμφυτο, θεμελιώδες, ή βιολογικό έγινε αντικείμενο εξονυχιστικής εξέτασης (ιδιαίτερα μέσα στους φεμινιστικούς κύκλους, καθώς η φεμινιστική θεωρία στη δεκαετία του '70 αναφερόταν στο θηλυκό υποκείμενο αποκλειστικά σαν να ανήκει στη λευκή φυλή και στη μεσαία τάξη). Ομοίως, η ιδέα της σεξουαλικότητας ως έμφυτη ή θεμελιώδης, άρχισε να γίνεται αντικείμενο επανεξέτασης. Έτσι ξεκίνησαν οι gay/λεσβιακές μελέτες στις αρχές της δεκαετίας του 80, ως επιστημονικός κλάδος και ως θεωρητικός βραχίονας ενός ευρύτερου πολιτικού κινήματος.
Είναι, ίσως πιο δύσκολο απ' ό,τι με το γένος, το να δεις τη σεξουαλικότητα ως κοινωνική κατασκευή, παρά ως βιολογική. Κοιτάζοντας γύρω μας, παρατηρούμε πως το γένος «κάμπτεται» σε πολλά πεδία —ο Michael Jackson, ο Boy George και ο Dennis Rodman είναι μόνο μερικά παραδείγματα, τα οποία κάμπτουν την ιδέα του γένους ως θεμελιώδες και ορισμένο από το φύλο (οι άντρες είναι αρσενικά, οι γυναίκες θηλυκά) επιχειρώντας προσωπικούς συνδυασμούς αυτών που συνήθιζαν να καλούνται αρρενωπό και θηλυκό στυλ. Στην πραγματικότητα, βλέπουμε ρόλους και σύμβολα που σχετίζονται με το γένος να μεταλλάσονται καθημερινά: για παράδειγμα, πόσες γυναίκες πριν δέκα χρόνια είχανε τατουάζ σε ορατά σημεία και πόσοι άντρες επιδείκνυαν piercing στα αυτιά ή σε άλλα σημεία του σώματος; Αναλογιζόμενος τις αλλαγές αυτές (και μπορείς να σκεφτείς και δικά σου παραδείγματα εύκαμπτων ή μεταβαλλόμενων κατασκευών του γένους) είναι σχετικά εύκολο να δεις το γένος ως ένα σύστημα σημαινόντων.
Με τη σεξουαλικότητα, όμως, τα πράγματα είναι πιο δύσκολα, εν μέρει εξ αιτίας του τρόπου με τον οποίο ο πολιτισμός μας, μας δίδαξε να αντιλαμβανόμαστε τη σεξουαλικότητα. Ενώ το γένος μπορεί να είναι ζήτημα στυλ ή ντυσίματος, η σεξουαλικότητα μοιάζει να έχει να κάνει με τη βιολογία, με τη βασική λειτουργία των σωμάτων. Αυτή η ιδέα προέκυψε όταν κάποια στιγμή μιλούσαμε για το γένος και κάποιος ρώτησε για τα ζώα, των οποίων η σεξουαλική συμπεριφορά φαίνεται να είναι ισχυρά συνδεδεμένη με το ένστικτο της αναπαραγωγής. Ο πολιτισμός μας τείνει να ορίζει την σεξουαλικότητα με δύο τρόπους: με όρους ζωικών ενστίκτων, με συμπεριφορές προγραμματισμένες από ορμόνες ή εποχιακούς κύκλους, πάνω στα οποία η ελεύθερη βούληση δεν έχει κανένα έλεγχο, και με όρους ηθικής, με συμπεριφορές, δηλαδή, που ορίζονται ως «καλές» ή «κακές», ηθικές ή ανήθικες, και πάνω στις οποίες υποτίθεται πως πρέπει να ασκούμε απόλυτα (ή σχεδόν απόλυτα) αυστηρό έλεγχο. Σύμφωνα με την πρώτη θεώρηση της σεξουαλικότητας, τα σεξουαλικά κίνητρα είναι σχεδόν απόλυτα βιολογικά: ανταποκρινόμαστε σεξουαλικά, βάσει αυτών που είναι καταγεγραμμένα στα γονίδια και στις ορμόνες μας κι αυτό σχεδόν πάντα προσδιορίζεται με όρους αναπαραγωγικής συμπεριφοράς. (Αυτή η οπτική προέρχεται από την εξελικτική θεωρία, κατά την οποία πρωταρχικό καθήκον κάθε μέλους ενός είδους είναι να το συντηρεί καθώς και να μεταφέρει τα γενετικά του χαρακτηριστικά στις επόμενες γενεές). Η θεωρία αυτή ισχυρίζεται πως καταλαβαίνοντας τη σεξουαλική συμπεριφορά των ζώων καταλαβαίνουμε και την ανθρώπινη σεξουαλική συμπεριφορά.
Το πρόβλημα μ' αυτή την θεώρηση είναι πως η ανθρώπινη σεξουαλικότητα δε λειτουργεί όπως η σεξουαλικότητα των ζώων. Αν ήταν έτσι, τα θηλυκά θα είχαν οίστρο σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους, και τα αρσενικά θα προσπαθούσαν μανιωδώς να ζευγαρώσουν μαζί τους κατά τις περιόδους αυτές, όλη η σεξουαλική δραστηριότητα θα ρυθμιζόταν από την αναπαραγωγή και θα λάμβανε χώρα αποκλειστικά στις περιόδους του οίστρου. Προφανώς η ανθρώπινη σεξουαλικότητα λειτουργεί διαφορετικά. Στην πραγματικότητα, η ανθρώπινη σεξουαλικότητα μοιάζει ελάχιστα με τη σεξουαλικότητα των ζώων. Είμαστε (νομίζω, και διορθώστε με αν κάνω λάθος) το μόνο είδος που ζευγαρώνει λίγο πολύ κατά βούληση, χωρίς να παίρνει υπόψιν του τη γονιμότητα και τους ορμονικούς κύκλους, και αυτό από μόνο του διαχωρίζει τη σεξουαλική συμπεριφορά από την αναπαραγωγή στους ανθρώπους. Επίσης, έχουμε τεράστια γκάμα σεξουαλικών συμπεριφορών και δραστηριοτήτων, εκ των οποίων μόνο μερικές συνδέονται με την αναπαραγωγή, κάτι που διαχωρίζει ακόμα περισσότερο τις δύο κατηγορίες. Και—το πιο σημαντικό—η ανθρώπινη σεξουαλική συμπεριφορά συνδέεται με την ευχαρίστηση, ευχαρίστηση που περνά μέσα απ' όλα τα πολιτισμικά επίπεδα.
Ναι, θα μπορούσαμε να διαφωνήσουμε για τη σεξουαλικότητα των ζώων και το κατά πόσο μοιάζει με των ανθρώπων, οι εμπειρίες μου με τον σκύλο μου να προσπαθεί να πηδήξει το πόδι μου σίγουρα εγείρουν ερωτήματα για το κατά πόσο η σεξουαλική συμπεριφορά των ζώων συνδέεται μόνο με την αναπαραγωγή αλλά το θέμα είναι πως η σύνδεση της ανθρώπινης σεξουαλικότητας με τη σεξουαλικότητα των ζώων χρησιμοποιείται για να κατασκευαστεί η σεξουαλικότητα με συγκεκριμένο τρόπο. Αν δεις τους ανθρώπους κατά μεγάλο μέρος τους σαν ζώα, τότε βλέπεις και τη φύση της ανθρώπινης σεξουαλικότητας ως, κατά μεγάλο μέρος της, αναπαραγωγική, στην ουσία και επομένως κάθε συμπεριφορά που δε συνδέεται με την αναπαραγωγή καθίσταται «αφύσικη». Το οποίο μας οδηγεί στο δεύτερο τρόπο με τον οποίο ο πολιτισμός μας ορίζει τη σεξουαλικότητα: με όρους ηθικής, με όρους σωστών ή λανθασμένων συμπεριφορών.
Οι αντιλήψεις του δυτικού πολιτισμού για τη σεξουαλικότητα προέρχονται από πολλά πεδία, για παράδειγμα, από την επιστήμη (και ειδικότερα από την εξελικτική θεώρηση της σεξουαλικότητας ως ζωώδη, ενστικτώδικη συμπεριφορά), από τη θρησκεία, από την πολιτική και από την οικονομία. [Μια σημείωση: αυτές οι κατηγορίες σεξουαλικής κωδικοποίησης μελετώνται από τον Michel Foucault στους τόμους του έργου «Η ιστορία της σεξουαλικότητας». Η σεξουαλικότητα ορίζεται από την πολιτική και την οικονομία όταν, για παράδειγμα, έθνη ή κοινωνικοί οργανισμοί ανησυχούν για τον πληθυσμιακό έλεγχο και παροτρύνουν τους ανθρώπους να μην αναπαράγονται και επιβάλλουν ακόμα και εκτρώσεις ή έλεγχο των γεννήσεων ή στειρώσεις για να το διασφαλίσουν, ένα αντίστροφο παράδειγμα του πώς η σεξουαλικότητα ορίζεται από την πολιτική και την οικονομία είναι οι χώρες ή μειονότητες που παροτρύνουν τα μέλη τους να γεννούν πολλά παιδιά, ώστε μία ομάδα να αποκτήσει μεγαλύτερο πληθυσμό από μία άλλη].
Οι αντιλήψεις αυτές, περί σεξουαλικότητας συχνά παίρνουν τη μορφή ηθικών διακηρύξεων για το ποιες μορφές σεξουαλικότητας είναι «σωστές» ή καλές ή ηθικές και ποιες είναι «λανθασμένες», κακές και ανήθικες. Οι κατηγορίες έχουν αλλάξει με την πάροδο του χρόνου, ένα ακόμη στοιχείο που μας δείχνει πως η σεξουαλικότητα δεν είναι «θεμελιώδης», αιώνια, ή έμφυτη, αλλά κοινωνικό οικοδόμημα, κάτι που μπορεί να μεταβάλλεται και να παραποιείται. Σίγουρα έχουμε δει τέτοιες αλλαγές τα τελευταία δέκα χρόνια, όχι μόνο σχετικές με την ομοφυλοφιλία και την ετεροφυλοφιλία, αλλά και με τις αντιλήψεις περί ασφαλούς σεξ και την παρεμπόδιση σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων: στο σημερινό πολιτισμό, (σε μερικούς κύκλους) περισσότερο ανήθικη θεωρείται η σεξουαλική πράξη όταν δε συμπεριλαμβάνει τη χρήση προφυλακτικού ή άλλης μεθόδου προφύλαξης, παρά όταν απλώς δεν εμπλέκεται στην αναπαραγωγική διαδικασία.
Στις προηγούμενες γενεές, όπως και σήμερα, οι τρόποι αυτοί για να οριστεί η σεξουαλικότητα (μέσω της βιολογίας, της θρησκείας, της πολιτικής και της οικονομίας) παρήγαγαν καθαρές κατηγορίες αυτού που είναι σωστό και αυτού που είναι λάθος, οι οποίες συνήθως συνδέονταν με τις ιδέες περί αναπαραγωγής και την οικογενειακή ζωή. Αυτό μας δείχνει και το άρθρο της Gayle Rubin με τα διαγράμματα που παρουσιάζει. Ότι δηλαδή, η δομή των αντιλήψεων περί σεξουαλικότητας περιγράφεται με δίπολα, των οποίων ο ένας πόλος είναι το θετικό, το καλό, το ηθικό και το σωστό, ενώ ο άλλος είναι το αρνητικό, το κακό, το ανήθικο και το λάθος.
Η Rubin υποστηρίζει πως τα δίπολα αυτά πρέπει να διαλυθούν στην πραγματικότητα, υποστηρίζει πως πρέπει να διαχωρίσουμε ολοκληρωτικά κάθε μορφή σεξουαλικής συμπεριφοράς από κάθε είδος ηθικής κρίσης. Σ' αυτό το σημείο πολλοί άνθρωποι δυσκολεύονται να συμφωνήσουν μαζί της (ή με άλλους σεξουαλικά ριζοσπαστικούς). Δε φαίνεται λογικό κάποια είδη σεξουαλικής συμπεριφοράς να είναι λάθος; Αν όχι, ποια θα έπρεπε να είναι η γνώμη μας για το σεξ κατά το οποίο ασκείται σωματική βία, για το σεξ που δεν είναι ομόφωνο, για το σεξ ανάμεσα σε κάποιον που έχει εξουσία και σε κάποιον που δεν έχει; Αυτές οι ενστάσεις δείχνουν δύο πράγματα: πρώτον, ότι η σεξουαλική συμπεριφορά, στον ανθρώπινο πολιτισμό, έχει σχεδόν πάντα να κάνει με περισσότερα πράγματα από την ευχαρίστηση και την αναπαραγωγή: συχνά (όπως με το σκύλο μου να πηδάει το πόδι μου) σχετίζεται με μορφές εξουσίας και υποταγής. Το άλλο που μας δείχνουν οι ενστάσεις αυτές, είναι το πόσο ισχυροί είναι οι δεσμοί ανάμεσα στις σεξουαλικές δραστηριότητες και τις ηθικές αντιλήψεις. Και ο δεσμός προέρχεται, εν μέρει, περισσότερο από τον ορισμό της σεξουαλικότητας ως μέρος της ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ, παρά ως μια δραστηριότητα στην οποία συμμετέχει κάποιος κατα βούληση. Συνεπώς, αν έχεις γενετήσια σεξουαλική επαφή με άτομο του ίδιου φύλου, δεν κάνεις απλώς ομοφυλοφιλικό σεξ, αλλά ΕΙΣΑΙ ομοφυλόφιλος. Και στη συνέχεια η ταυτότητα αυτή συνδέεται με μια ηθική κρίση για τις ομοφυλοφιλικές πράξεις καθώς και τις ομοφυλοφιλικές ταυτότητες. [Για περισσότερα πάνω στη διάκριση μεταξύ σεξουαλικών πράξεων και σεξουαλικών ταυτοτήτων, δες την «Ιστορία της σεξουαλικότητας» του Foucault].
Οι gay/λεσβιακές μελέτες απ' όπου εν μέρει προέρχεται το άρθρο της Gayle Rubin, εξετάζουν όλους τους τύπους των κοινωνικών δομών και κοινωνικών οικοδομημάτων τα οποία καθορίζουν τις ιδέες μας για τη σεξουαλικότητα ως πράξη, και τη σεξουαλικότητα ως ταυτότητα. Ως ακαδημαϊκός κλάδος, οι gay/λεσβιακές μελέτες εξετάζουν το πώς έχουν οριστεί ιστορικά οι αντιλήψεις για την ομοφυλοφιλία και φυσικά, εξ αυτού, το πώς έχει οριστεί ο αντίθετος πόλος, η ετεροφυλοφιλία. Οι gay/λεσβιακές μελέτες αναφέρονται, επίσης, στον τρόπο με τον οποίο διαφορετικοί πολιτισμοί, ή διαφορετικές περίοδοι έχουν επιβάλλει ιδέες για το ποια είδη σεξουαλικότητας είναι φυσιολογικά και ποια είναι αφύσικα, ποια είναι ηθικά και ποια ανήθικα. Το άρθρο του Watkins πάνω στον τρόπο με τον οποίο απεικονίζονται τα ομοφυλοφιλικά σώματα στην εποχή του AIDS, βρίσκεται στο κέντρο της θεωρίας αυτής, μελετώντας τον τρόπο με τον οποίο οι νόρμες και οι παρεκκλίσεις από αυτές δημιουργούνται κι έπειτα μεταβάλλονται, καθώς και τη λειτουργία του πολιτισμού που αυτές οι ιδέες και εικόνες εξυπηρετούν.
Το άρθρο του Watkins, εξετάζοντας τις σημασίες των εικόνων gay αντρών με AIDS και το πώς οι εικόνες αυτές λειτουργούν στην ενίσχυση της αντίληψης της ομοφυλοφιλίας ώς αφύσικη, παρεκκλίνουσα και κακή, μπορεί να θεωρηθεί τμήμα της gay/λεσβιακής κριτικής της λογοτεχνίας. Η gay/λεσβιακή κριτική της λογοτεχνίας, ένα υποσύνολο των gay/λεσβιακών μελετών, ασχολείται με τις απεικονίσεις της σεξουαλικότητας και τις ιδέες περί πρότυπης και παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς, με ποικίλους τρόπους: εντοπίζοντας gay/λεσβίες συγγραφείς των οποίων η σεξουαλικότητα έχει αποκρυφθεί ή διαγραφεί από την ιστορία και τη βιογραφία τους μελετώντας κείμενα gay/λεσβίων συγγραφέων με σκοπό την ανακάλυψη συγκεκριμένων φιλολογικών μοτίβων, τεχνικών και οπτικών που προέρχονται απ τη ζωή ενός ομοφυλόφιλου σε έναν ετεροφυλόφιλο κόσμο, μελετώντας κείμενα gay ή straight συγγραφέων που απεικονίζουν την ομοφυλοφιλία και την ετεροφυλοφιλία, ή που εστιάζουν στη σεξουαλικότητα ως κατασκευασμένη (και όχι θεμελιώδη) έννοια, τέλος, εξετάζοντας πώς τα λογοτεχνικά κείμενα (από gay ή straight συγγραφείς) λειτουργούν παράλληλα με μη λογοτεχνικά κείμενα προμηθεύοντας έναν πολιτισμό με τρόπους αντίληψης της σεξουαλικότητας.
Οι gay/λεσβιακές μελέτες, ως πολιτικός σχηματισμός των ακαδημαϊκών, αμφισβητούν, επίσης, την αντίληψη των κανονιστικών σεξουαλικοτήτων. Όπως αναφέρει η Rubin στο άρθρο της, όταν ορίζεις μια κατηγορία ως «κανονική», αυτόματα ορίζεις και το αντίθετό της, μια κατηγορία ως «παρεκκλίνουσα», και οι ειδικές πράξεις ή ταυτότητες που εμπίπτουν στις κατηγορίες αυτές, στη συνέχεια συνδέονται με άλλες μορφές κοινωνικών πρακτικών και με μεθόδους κοινωνικού ελέγχου. Όταν κάνεις κάτι στο οποίο ο πολιτισμός σου δίνει την ετικέτα «παρεκκλίνον», καλείσαι να τιμωρηθείς γι αυτό: με το να σε συλλάβουν, να σε ντροπιάσουν, να σε κάνουν να νιώσεις βρώμικος, με το να χάσεις τη δουλειά σου, την άδειά σου, τα αγαπημένα σου πρόσωπα, τον αυτοσεβασμό σου, την ασφάλισή σου. Οι gay/λεσβιακές μελέτες, όπως και οι φεμινιστικές μελέτες, βοηθούν να καταλάβεις πώς οι κατηγορίες αυτές του κανονικού και του παρεκκλίνοντος κατασκευάζονται, πώς λειτουργούν και πώς επιβάλλονται, ώστε να παρέμβεις αλλάζοντάς τις ή δίνοντάς τους τέλος.
Πράγμα που μας οδηγεί τελικά στην queer theory. Η queer theory αναδύεται από την προσοχή που δίνουν οι gay/λεσβιακές μελέτες στην κοινωνική οικοδόμηση των κατηγοριών της κανονικής και παρεκκλίνουσας σεξουαλικής συμπεριφοράς. Αλλά ενώ οι gay/λεσβιακές μελέτες, όπως υποννοείται από το όνομα, εστίασαν κυρίως σε ερωτήματα περί ομοφυλοφιλίας, η queer theory επεκτείνει το πεδίο της έρευνάς της. Η queer theory εξετάζει και ασκεί πολιτική κριτική σε οτιδήποτε εμπίπτει σε κανονικές και παρεκκλίνουσες κατηγορίες, και ειδικότερα στις σεξουαλικές δραστηριότητες και ταυτότητες. Η λέξη «queer», όπως εμφανίζεται στα λεξικά, έχει κυρίως τη σημασία του «παράξενου», του «εκκεντρικού», του «ασυνήθιστου». Η queer theory ασχολείται με όλες τις μορφές της σεξουαλικότητας που χαρακτηρίζονται «queer» με αυτή την έννοια και στη συνέχεια, ως προέκταση αυτού, με τις κανονικές συμπεριφορές και ταυτότητες οι οποίες ορίζουν τι είναι «queer» (όντας τα αντίθετά τους). Έτσι, η queer theory επεκτείνει το πεδίο ανάλυσής της σε όλα τα είδη συμπεριφορών, συμπεριλαμβανομένων αυτών που κάμπτουν το γένος, καθώς κι αυτών που περιλαμβάνουν «queer», μη κανονικές μορφές σεξουαλικότητας. Η queer theory επιμένει πως όλες οι σεξουαλικές συμπεριφορές, όλες οι θεωρήσεις που συνδέουν τις σεξουαλικές συμπεριφορές με τις σεξουαλικές ταυτότητες, και όλες οι κατηγορίες κανονικών και περεκκλίνοντων σεξουαλικοτήτων, είναι κοινωνικά κατασκευάσματα, σύνολα σημαινόντων που γεννούν συγκεκριμένους τύπους κοινωνικής σημασίας. Η queer theory ακολουθεί την φεμινιστική θεωρία και τις gay/λεσβιακές μελέτες στην απόρριψη της ιδέας ότι η σεξουαλικότητα είναι θεμελιώδης κατηγορία, ότι ορίζεται δηλαδή από τη βιολογία ή ότι κρίνεται από σταθερές αρχές ηθικής και αλήθειας. Για τους queer θεωρητικούς, η σεξουαλικότητα είναι ένα πολύπλοκο σύστημα κοινωνικών κωδικών και δυνάμεων, μορφές ατομικών δραστηριοτήτων και θεσμικών εξουσιών, τα οποία αλληλεπιδρούν για να σχηματίσουν τις ιδέες του κανονικού και του παρεκκλίνοντος σε κάθε χρονική στιγμή, και τα οποία στη συνέχεια λειτουργούν στο όνομα του «φυσικού», του «βιολογικού» και του «θεόσταλτου».
Σημειώσεις
1.Αναφέρομαι στο κοινωνικό φύλο δηλαδή gender και όχι στο βιολογικό φύλο δηλαδή sex. Στη συνέχεια του κειμένου όπου αναφέρεται γένος θα εννοείται το gender.
2.Όπου χρησιμοποιείται η λέξη φύλο εννοείται το βιολογικό φύλο.
Πηγή: http://www.politikokafeneio.com/Forum/viewtopic.php?t=2967&sid=d6ca8154432ca3395ca41422d7456018
While You Weren't Looking Trailer - Original Cut
ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΑΣΦΑΛΕΣ ΣΕΞ
ή το τρίτο ερμάρι
Κάποτε υπήρχε ένα ερμάρι. Το είχαμε, θυμάμαι, αφημένο σε μία σκοτεινή γωνιά του δωματίου μας και μέσα του κλείναμε κάθε παιδικό εφιάλτη. Κάποια στιγμή, πολλά χρόνια μετά, αποφασίσαμε ν' ανοίξουμε το καπάκι και μπήκε το φως. Τότε ήταν που έχασε τη δύναμη του. Απελευθερωθήκαμε, μα ... πόσο ευτυχισμένες γίναμε; Πόσο ευτυχισμένες γίναμε, άραγε, σαν ανακαλύψαμε πως υπήρχαν περισσότερα από ένα ερμάρια μέσα στο δωμάτιο μας; Και δεν ήταν ένα, ούτε δύο, αλλά τρία. Το πρώτο ήταν ο εσωτερικός μας εχθρός, αυτή η ομοφοβία που μας κάνει να φερόμαστε πιο ομοφοβικά και από την ομοφοβική κοινωνία που ζούμε, αυτή που κάθε τί το άγνωστο το φοβάται. Το δεύτερο αφιερώθηκε (όχι εξαιρετικά...) στους φορείς του AIDS. Δεν είναι εύκολο να δηλώνεις φορέας μίας μάστιγας, ακόμα και στην ίδια σου τη κοινότητα. Ακόμα δεν συνηθίσαμε πως ο ιός δεν κολλά με τη κοινωνική επαφή; Το τρίτο είναι αφιερωμένο σε όλες εμάς που έχουμε αφεθεί χωρίς ενημέρωση - και όταν λέμε ενημέρωση εννοούμε σωστή ενημέρωση και όχι όλα αυτά τα χαρτάκια που αγνοούν τις λεσβίες σε τέτοιο δολοφονικό βαθμό που νομίζουμε πως είμαστε άτρωτες. Το τρίτο ερμάρι είναι αφιερωμένο εξαιρετικά σ' όλες τις λεσβίες που εξακολουθούν να μην παίρνουν προφυλάξεις όταν κάνουν έρωτα.
Τελικά, δεν είναι καθόλου εύκολο - ακόμα και για μία γυναίκα που δεν είναι οροθετική - να παραδεχτεί πως δεν παίρνει καμία προφύλαξη. Τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά αν είσαι οροθετική ... (τα σχόλια δικά σας). Για να μην υπάρξουν θύματα - και ίσως να θρηνήσουμε αρκετά σε λίγα χρόνια - ας πούμε μερικά πράγματα όχι για το πώς κάνουμε έρωτα, αλλά τί να προσέξουμε εκείνη τη ... μαγική στιγμή. Έχουν αναφερθεί ορισμένες περιπτώσεις από τα μέσα της δεκαετίας του 80, οι οποίες (περιπτώσεις) δείχνουν πως είναι δυνατή η μετάδοση του ιού από γυναίκα σε γυναίκα. Βέβαια, οι κρατικοί φορείς δεν περιλαμβάνουν αυτή τη πιθανότητα μετάδοσης στις οποιεσδήποτε ενημερώσεις τους με αποτέλεσμα οι λεσβίες να πιστεύουν πως έχουν το "κοκαλάκι της νυχτερίδας" και να μην θεωρούν πως κινδυνεύουν. Παράλληλα, στα ίδια φυλλάδια αναφέρεται πως ο ιός μεταδίδεται με το ΑΙΜΑ, τα ΚΟΛΠΙΚΑ ΥΓΡΑ, το ΜΗΤΡΙΚΟ ΓΑΛΑ, ή το ΣΠΕΡΜΑ. Κάτι απ' όλα αυτά είναι και δικό μας, δεν νομίζετε;
Οι λεσβίες μπορούν να μολυνθούν αν δεν πάρουν καμία προφύλαξη όταν κάνουν έρωτα (είτε με άντρα, είτε με γυναίκα), αν κάνουν τεχνητή γονιμοποίηση με σπέρμα δότη που δεν είναι ελεγμένο, αν χρησιμοποιήσουν την ίδια σύριγγα, αν κάνουν τατουάζ, ή τρυπήσουν κάποια μέρη του σώματος τους (το λεγόμενο pearcing) για σκουλαρίκια κλπ, και τα σύνεργα που χρησιμοποιήθηκαν δεν έχουν απολυμανθεί, ή δεν είναι της μίας χρήσης και γενικά αν περάσει στο αίμα τους μολυσμένο αίμα, ή γενετήσια υγρά.
Επομένως, με βάση τα παραπάνω μπορούμε εύκολα να προσδιορίσουμε τα όρια μέσα στα οποία μπορούμε να κάνουμε έρωτα με ασφάλεια και μάλιστα να κρίνουμε ποίες πρακτικές ακριβώς μπορούν να είναι επικίνδυνες. Τώρα, το αν μία πρακτική, ή συμπεριφορά θεωρείται ασφαλής, ή μη ασφαλής εξαρτάται από το τί πιθανότητες υπάρχουν τα σωματικά υγρά της συντρόφου μας να έλθουν σ' άμεση επαφή με το αίμα μας. Πριν ξεκινήσουμε μία συμβουλή:
ΤΑ ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΛΚΟΟΛ ΔΕΝ ΜΑΣ ΑΦΗΝΟΥΝ ΝΑ ΣΚΕΦΤΟΜΑΣΤΕ ΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΣΙΓΟΥΡΑ ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΕ ΘΕΣΗ ΝΑ ΥΠΟΛΟΓΙΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΤΗΤΑ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ.
1) Δεν υπάρχει κίνδυνος αν φιλήσουμε τη σύντροφο μας στο στόμα με τη γλώσσα για αρκετή ώρα, εκτός αν κάποια από τις δύο έχει μία πληγή στο στόμα της, ή τα ούλα της ματώνουν. Για παράδειγμα, αν μας πιάσει τόση προκοπή που να θέλουμε να πλύνουμε τα δόντια μας, ας κάνουμε υπομονή για μισή ώρα (μόνο τόσο αρκεί) πριν αρχίσουμε τα φιλιά. Και αυτό μήπως και έχουμε ματώσει πουθενά τα ούλα μας και δεν το έχουμε καταλάβει.
2) Δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος αν αγγίξουμε το σώμα της συντρόφου μας, ή κάνουμε μασάζ η μία στην άλλη - εφόσον δεν υπάρχει πουθενά ανοικτή πληγή, ή δεν τρέχει γάλα από το στήθος καμιάς. Μία καλή πρακτική - τουλάχιστον αν δεν γνωρίζουμε καλά την άλλη γυναίκα - είναι ο αμοιβαίος αυνανισμός (αυτό για όσες αντέχουν).
3) Οι πληγές στα δάκτυλα, το στόμα, ή τον κόλπο αυξάνουν τη πιθανότητα επαφής των κολπικών υγρών, ή του αίματος. Καλύτερα αν έχουμε κάπου μία αμυχή να είμαστε περισσότερο προσεκτικές. Π.χ. αν έχουμε κόψει το δάκτυλο μας, να χρησιμοποιήσουμε χειρουργικά γάντια.
4) Ο στοματικός έρωτας χωρίς καμία προφύλαξη δεν θα λέγαμε πως είναι ασφαλής πρακτική, ιδιαίτερα αν η σύντροφος μας έχει εκείνη τη στιγμή περίοδο, ή κάποια κολπική μόλυνση. Μπορούμε να προστατευθούμε αν καλύψουμε τη περιοχή γύρω από τον κόλπο και την κλειτορίδα της με το οδοντικό διάφραγμα (το γνωστό dental dam). Αν δεν έχουμε, μπορούμε να κόψουμε κατά μήκος ένα προφυλακτικό και με αυτό τον απλό τρόπο ν' αποφύγουμε τις ... επικίνδυνες επαφές. Αν η σύντροφος μας είναι φορέας, το αίμα της περιόδου και τα κολπικά της υγρά είναι ιδιαίτερα επικίνδυνα και μπορούμε εύκολα να μολυνθούμε.
5) Τα ερωτικά βοηθήματα είναι ασφαλή όταν τα χρησιμοποιούμε μόνο στον εαυτό μας και δεν τα μοιραζόμαστε με καμία άλλη (άσε κάτω το ντίλντο μου καλέ!!!), αλλά (φευ) αν χρειαστεί να τα μοιραστούμε υπάρχουν και τα προφυλακτικά, ή τα απολυμαντικά. Εδώ λίγη υπομονή δεν βλάπτει.
6) Το σκληρό σεξ (κάτι σαν το σφάξε με πασά μου ν' αγιάσω) με μαστίγια και τα συναφή - για σαδομαζοχιστικό σεξ πρόκειται - είναι ασφαλές αν καμία από τις δύο δεν θ' αρχίσει να αιμορραγεί. Αν είναι να μπήξουμε βελόνες η μία στην άλλη (αυτό μου θυμίζει τον Αθανάσιο Διάκο) ας τις καθαρίσουμε πρώτα με απολυμαντικό, ή τη κοινή χλωρίνη. Αν ξυρίζουμε τα πόδια και τις μασχάλες μας, να μην χρησιμοποιούμε το ίδιο ξυραφάκι.
ΚΑΘΟΛΟΥ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ: 1) μασσάζ, 2) Αγκαλίτσες (και φιλάκια), 3) Φαντασιώσεις (ο έρωτας είναι 90% φαντασία και 10% πρακτική), 4) Δονητές και άλλα σεξουαλικά βοηθήματα που δεν μοιράζονται, 5) Απλό φιλί (χωρίς γλώσσες και αηδίες), 6) Χαδάκια, 7) ...Και γενικά ο,τιδήποτε δεν έχει υγρά, ή δεν γίνεται ανταλλαγή υγρών.
ΠΙΘΑΝΟΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ: 1) Φιλί με γλώσσα και για μεγάλο χρονικό διάστημα , 2) Η επαφή των γεννητικών μας περιοχών ακόμα και αν χρησιμοποιούμε οδοντικό διάφραγμα, ή κάποια άλλη προφύλαξη. Το οδοντικό διάφραγμα μπορεί εύκολα να φύγει από τη θέση του και να βρεθούμε προ απροόπτου, 3) Παιγνίδια γύρω από, ή μέσα στην περιοχή του πρωκτού ακόμα και με κάποια προφύλαξη (σιγά η μπουνιά με πονάει). Ο πρωκτός είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη περιοχή και μπορούν εύκολα να δημιουργηθούν μικροτραυματισμοί στους βλεννογόνους του.
ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ: 1) Χαδάκια και φιλάκια, ή επαφή των γεννητικών οργάνων όταν υπάρχει κάπου πληγή, 2) Φιλάκια στην ευαίσθητη περιοχή χωρίς καμία προφύλαξη.
ΠΟΛΥ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ: 1) Στοματικός έρωτας χωρίς καμία προφύλαξη όταν τρέχει αίμα περιόδου, 2) Στοματικός έρωτας χωρίς προφύλαξη, 3) Πρωκτικός έρωτας χωρίς καμία προφύλαξη (και πονάω και μ' αρέσει), 4) Η χρήση των ίδιων σεξουαλικών βοηθημάτων χωρίς προφύλαξη, 5) Η χρήση της ίδιας σύριγγας, ή βελόνας (για τατουάζ, σούβλισμα κλπ).
Αυτά, σε γενικές γραμμές, μπορούμε να προτείνουμε. Ας μην ξεχνάμε πως δεν έχει σημασία ποίος είναι ο ερωτικός μας σύντροφος, αλλά τί κάνουμε εκείνη τη στιγμή και τί πρακτικές ακολουθούμε. Ας μας επιτραπεί να κάνουμε έναν παραλληλισμό με το βιβλίο του Αλμπέρ Καμί η "Πανούκλα". Ο Καμί έγραψε το βιβλίο για τα δεινά που πέρασε η ανθρωπότητα τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά όταν το έγραφε δεν μπορούσε να φανταστεί πως 40 χρόνια μετά η ανθρωπότητα θα ζούσε ξανά με το φόβο του θανάτου και αυτό εξαιτίας μίας άλλης "πανούκλας", αυτής του AIDS. Είναι λυπηρό να λέμε πως φτάσαμε στο σημείο ο κόσμος ν' απειλείται από την ερωτική πράξη. Το σύνθημα των "παιδιών των λουλουδιών" ήταν (στη δεκαετία του 60) "κάντε έρωτα κι όχι πόλεμο". Να, όμως, που ο έρωτας έγινε μία μορφή ... πολέμου με εκατομμύρια θύματα.
Ο όρος AIDS προέρχεται από τα αρχικά των λέξεων Aquired Immune Deficiency Syndrome, δηλαδή ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΕΠΙΚΤΗΤΗΣ ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑΣ. Το σύνδρομο του AIDS δημιουργείται από την εξασθένηση του αμυντικού συστήματος του οργανισμού, που φυσιολογικά μας προστατεύει από ασθένειες και μολύνσεις. Το AIDS προκαλείται από ιό και τα περισσότερα άτομα που προσβάλλονται δεν εμφανίζουν κανένα σύμπτωμα, αλλά διατηρούν τον ιό στο αίμα τους. Αυτά τα άτομα γίνονται φορείς του ιού. Οι φορείς μπορούν να μεταδώσουν την αρρώστια σε άλλα άτομα, ενώ ύστερα από μερικά χρόνια μπορεί ν' αρχίσουν ν' αρρωσταίνουν από ασθένειες τις οποίες κανονικά ο οργανισμός θα μπορούσε ν' αντιμετωπίσει. Τα άτομα που πάσχουν από AIDS αρρωσταίνουν και οδηγούνται μέχρι τον θάνατο επειδή έχει εξασθενήσει, ή εξουδετερωθεί το ανοσοποιητικό - αμυντικό - τους σύστημα.
Η προσβολή από τον ιό είναι δυνατόν να μην προκαλέσει κανένα σύμπτωμα, ή μπορεί να συνοδεύεται από διόγκωση λεμφαδένων, ελαφρό πυρετό, διάρροια και απώλεια βάρους. Βέβαια, τα συμπτώματα εξαρτώνται από τα μικρόβια που προσβάλλουν τον άρρωστο και τα όργανα στα οποία εντοπίζονται.
Ο ιός δεν μεταδίδεται με τη συνήθη καθημερινή επαφή με το άτομο που πάσχει από AIDS. Δηλαδή, δεν κινδυνεύει κανένας άμεσα, είτε είναι συγκάτοικος, είτε συμμαθητής, ή συνάδελφος στον ίδιο χώρο εργασίας και για να κάνουμε περισσότερο σαφή τα πράγματα, το AIDS:
1) Δεν μεταδίδεται με την χειραψία.
2) Δεν υπάρχουν στοιχεία πως μπορεί να μεταδοθεί με το σάλιο, το απλό φίλημα, τα δάκρυα και τον ιδρώτα.
3) Δεν υπάρχει κίνδυνος από τη κοινή χρήση φλιτζανιών και μαχαιροπήρουνων.
4) Δεν μεταδίδεται στη θάλασσα, στις πισίνες και τουαλέτες.
5) Στα Νοσοκομεία και στα Οδοντιατρεία, εφόσον σ' αυτούς τους χώρους τα μέτρα πρόληψης προστατεύουν ασθενείς, επισκέπτες και προσωπικό.
6) Οι αιμοδότες δεν κινδυνεύουν γιατί οι συσκευές αιμοληψίας είναι μίας χρήσης και όλο το αίμα που χρησιμοποιείται για μεταγγίσεις είναι απόλυτα ελεγμένο.
7) Η ΑΝΘΡΩΠΙΑ. Δεν κινδυνεύουμε καθόλου αν δείξουμε πως έχουμε μέσα μας ακόμα ανθρωπιά. Οι φορείς και ασθενείς του ιού έχουν μεγάλη ανάγκη από κοινωνική και ψυχολογική υποστήριξη (κυρίως τη δεύτερη), ας είμαστε περισσότερο ανθρώπινοι απέναντι τους.
Για τη συγγραφή: Ειρήνη Πετροπούλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εδώ σχολιάζεις εσύ - Comment Here
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.