«Γεννήθηκα 31 Μαΐου 1966 στην Αθήνα στο μαιευτήριο Αλεξάνδρα. Ήμουν το πρώτο παιδί μιας πολύτεκνης, μόνο από αγόρια οικογένειας. Δεν ενθυμούμαι τα της γέννας μου, πράγμα που θα επιθυμούσα σφοδρά, αλλά αυτό που μετά από τόσα χρόνια συμπεραίνω είναι ότι είχα μια σαφώς αγχωτική και γεμάτη από μητρικό φόβο γέννα… Ο πατέρας μου Θάνος, παιδίατρος στο επάγγελμα, ήταν πάρων στην γεννά, αλλά μετά από κάποια χρόνια και για μεγάλο διάστημα απών από τη ζωή μου και την περιπετειώδη εφηβεία μου».
«Θυμάμαι τον εαυτό μου σε ηλικία 6-7 χρονών, να βοηθώ τον γιατρό πατερά μου στο ιατρείο. Θυμάμαι πολύ ξεκάθαρα τα αρρωστά μικρά παιδιά ασθενείς να κλαίνε από φόβο όταν ο πατέρας μου προσπαθούσε να τα αφουγκραστεί. Η προσπάθεια μου ήταν να τα ηρεμήσω. Καθόμουν όρθιος πίσω από την πλάτη της μάνας κάνοντας μούτες και μιμήσεις. Δοκίμαζα να τα κάνω να ξεχάσουν το φόβο και τον πόνο τους και να ηρεμήσουν. Κάποια από αυτά γελούσαν κιόλας. Αυτό στάθηκε η αρχή να σκεφθώ ότι όσο σημαντικός είναι ο γιατρός της σωματικής υγείας άλλο τόσο σημαντικός θα μπορούσε να είναι και ένας ''γιατρός'' της ψυχικής υγείας και ευφορίας».
Οι γονείς σου πώς αντέδρασαν όταν τους είπες ότι θα γίνεις κλόουν; «Οι γονείς μου είχαν χάσει μαζί μου κάθε ελπίδα και κάθε δυνατότητα επικοινωνίας μέσα στην τρελή και περίεργη εφηβεία που ήταν έτοιμοι, παρόλο που ήταν παρά πολύ συντηρητικοί, να ακούσουν το οτιδήποτε από έμενα, χωρίς όμως να είναι έτοιμοι να σταθούν διπλά μου και για να με βοηθήσουν-στηρίξουν».
«Πέρασα ως έφηβος ατέλειωτες μοναχικές ώρες κάνοντας όμως δημιουργικά πράγματα. Μου άρεσε να φτιάχνω διακοσμητικά κεριά, να σκιτσάρω, να γράφω, να διαβάζω. Είχα διαβάσει από ιατροδικαστική, φυσιολογία μέχρι το “Χωρίς η με οικογένεια” και τα απαντά του Έρμαν Έσσε. Τρέλα πράγματα σου λέω».
«Οι επιλογή των Πολιτικών Επιστήμων στον Πανεπιστήμιο Αθηνών ήταν μια επιλογή που ήρθε ως ο επίλογος αυτής της τρελής εφηβείας. Για αυτό και ως επιλογή -αποτέλεσμα προσωπικής αντίδρασης και θύμου μου- ήταν μάλλον λανθασμένη. Η αλήθεια είναι ότι μπήκα από τους πρώτους στην σχολή, πηρά υποτροφία από το ΙΚΥ, τα μαθήματα του 1ου και 2ου έτους τα περάσα με 8-9-10 και στο τρίτο έτος ένα πρωινό τα...παράτησα. Το γεγονός αυτό συνδυάστηκε με την πρώτη μου επαφή με την τέχνη του κουκλοθέατρου και την γνωριμία μου με την Αγγέλα, τη μητέρα των 5 παιδιών μας και τα τελευταία 25 χρόνια σύντροφος της ζωής μου».
«Θυμάμαι ήμουν 8 χρονών όταν ο πατέρας μου με έπαιρνε μαζί του στο Δημοτικό Βρεφοκομείο της Πάτρας όπου ως διευθυντής που ήταν, παρακολουθούσε τα βρέφη που εγκατέλειπαν στη βρεφοδόχο οι μανές που δεν επιθυμούσαν τα νεογέννητα παιδιά τους. Θυμάμαι επίσης πολύ καθαρά τον πόνο αλλά και την ανακούφιση που ένιωθα όταν αγκάλιαζα τα βρέφη αυτά και έπαιζα μαζί τους. Ένιωθα την ανάγκη τους για αγκαλιά και τρυφερότητα. Αυτή η διαδικασία με έκανε να πάρω από πολύ μικρός μια σημαντική απόφαση, μια απόφαση που ουσιαστικά όρισε και ορίζει την ενήλικη ζωή μου: Όταν αποκτήσω παιδιά να μην τα εγκαταλείψω ποτέ και να τους συμπαρασταθώ με όλη την δύναμη της ύπαρξης μου».
«Η πρώτη μου επαφή ήταν με το “ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΚΟΥΚΛΑΣ” του Τάκη και της Μίνας Σαρρή. Μια πρώτη εμπειρία που ουσιαστικά με χαρακτήρισε θετικά στην μέχρι τώρα επαγγελματική μου πορεία. Από τότε και μέχρι σήμερα έμαθα και μαθαίνω πράγματα γύρω από το ευρύτερο χώρο του θεάτρου αλλά και του θεάματος. Δοκίμασα από ξυλοπόδαρα, μονορόδες, ζογκλερικά, ταχυδακτυλουργική, παντομίμα, έκανα σεμινάρια θεάτρου δούλεψα σαν κουκλοπαίχτης, σαν ηθοποιός, σαν κλόουν, σαν μίμος και συνεχίζω να μαθαίνω και βεβαία να... παθαίνω».
«Ο κλόουν είναι θεατρική μορφή που έχει τόσες όψεις και αποχρώσεις όσοι είναι και οι ηθοποιοί που τον ενσαρκώνουν. Κάθε άνθρωπος μέσα από μια θεατρική διαδικασία και ασκήσεις μπορεί να ''βγάλει'' τον δικό του προσωπικό κλόουν. Κλόουν είναι αυτός που το απλό και το αυτονόητο το κάνει τόσο δύσκολα περίπλοκο. Κλόουν είναι αυτός που παίζει μονίμως με τις αντιθέσεις και τις διαθέσεις. Ο κλόουν είναι ένα ενήλικο παιδί που έχει συνειδητοποιήσει πως χωρίς το παιχνίδι και τους συμβολισμούς, η ζωή είναι ένα άνοστο φαγητό. Ο κλόουν διηγείται την ιστορία του αυτονοήτου μ’ έναν περίπλοκο τρόπο. Ο τρόπος όμως της διήγησής του έχει στοιχειά υπερβολής, γκροτέσκα».
«Ο ευρύτερος χώρος του θεάτρου είναι ένας τόπος μέσα στον όποιο οι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα ανά πάσα στιγμή να βιώσουν μια άλλη πραγματικότητα, την πραγματικότητα της υπέρβασης, την πραγματικότητα του ανέφικτου. Με λίγα λόγια μέσα από την πραγματικότητα της αθανασίας να ξορκίσουμε τον θάνατο και τον υπαρξιακό μας φόβο».
«Ιδρύσαμε το 1987 το ΘΕΑΤΡΟ ΚΟΥΚΛΑΣ ΚΑΙ ΜΙΜΙΚΗΣ “ΦΑΤΣΕΣ” και από τότε μέχρι και σήμερα συνεχίζουμε να κάνουμε παραστάσεις και σεμινάρια ακόμη και εδώ στο Βερολίνο. Στις παραστάσεις κουκλοθέατρου που κάναμε στην Ελλάδα παλιότερα παίρναμε πάντα μαζί και τα παιδιά μας αφού δεν είχαμε που να τα αφήσουμε. Αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος ήταν και τα 5 μας παιδιά να έχουν συμμετάσχει σε παραστάσεις μας. Βεβαία από όλη αυτήν την οικογενειακή υπόθεση, αυτό που επίσης έμεινε είναι και η εκπαίδευση του γιου μας Κρίτωνα όποιος ολοκληρώνοντας τη τρίχρονη ακροβατική του εκπαίδευση σε σχολή των Βρυξελλών, εργάζεται πλέον επαγγελματικά στο Cirque du Soleil, στην παράσταση Amaluna κάνοντας περιοδεία στον Καναδά και στην Αμερική. Νομίζω πως πρέπει να είναι ο πρώτος Έλληνας ακροβάτης στο Τσίρκο του Ήλιου».
Δυσκολεύτηκες οικονομικά στην Ελλάδα με το επάγγελμα αυτό; «Στην Ελλάδα επαγγελματικά ασχολούμαι από το 1987. Είναι πολλά τα χρόνια και έχω γίνει πλούσιος όχι από τα χρήματα που έβγαλα αλλά από τους τόπους, τις παραστάσεις και τους ανθρώπους που έχω γνωρίσει. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορώ να το μεταφέρω έτσι απλά αλλά σίγουρα είναι αυτό που με έχει κάνει λίγο καλύτερο και πιο συνειδητό άνθρωπο».
«Η μεγαλύτερη θεατρική σκηνή που υπάρχει είναι η “σκηνή” του θεάτρου δρόμου. Για μένα βεβαία το θέατρο δρόμου δεν είναι μόνο το να παίζει κάποιος σ’ έναν πεζόδρομο αλλά και το γεγονός… να έχω τη μύτη του κλόουν στην τσέπη μου και μέσα στο μετρό ή στο προαύλιο ενός σχολειού, ξαφνικά, να κάνω παράσταση. Μια παράσταση που να αφορά έναν η δυο ανθρώπους που εκείνη την στιγμή θα βρεθούν στο δρόμο μου. Θέατρο δρόμου είναι να μπω σε ένα παιδιατρικό νοσοκομείο και να γίνω για λίγο ''γιατρός- κλόουν''».
«Πριν 15 χρόνια στο νέο αεροδρόμιο στο Νέο Δελχί στην Ινδία, περιμένοντας το αργοπορημένο αεροπλάνο επιστροφής στην Ελλάδα παρατήρησα μια σύγχυση και μια μεγάλη αναστάτωση στον χώρο αναμονής. Κάποιοι Σιχ άρχισαν λεκτικά και όχι μόνο να τσακώνονται με Ινδουιστές. Η κατάσταση είχε αρχίσει να αγριεύει. Χωρίς να το πολυσκεφτώ άνοιξα τη μουσική σ’ ένα φορητό cd player που είχα μαζί μου και άρχισα να κάνω παντομίμα. Ακόμη και σήμερα θυμάμαι τα κομμάτια που έπαιξα. Έκαναν έναν πωλητή- παρασκευαστή πίττας γύρου που στην πορεία καταλήγει με... στομαχικές διαταραχές στην τουαλέτα. Η επιτυχία και το χειροκρότημα του μέχρι πριν λίγο αγριεμένου κοινού, απέδειξε για μια φορά ακόμα πως το θέατρο ενώνει και ηρεμεί τους ανθρώπους».
«Περνάω από ακροάσεις εδώ όπου η ελληνική μου ταυτότητα γίνεται άμεσα αντιληπτή από το όνομα μου. Δεν έχω διαπιστώσει ότι όταν με απορρίπτουν γίνεται από ρατσιστικούς λόγους επειδή είμαι Έλληνας. Ίσα-ίσα νομίζω πως ειδικότερα στους καλλιτεχνικούς χώρους οι λαοί που υποφέρουν έχουν πάντα μια θετική προτεραιότητα και... αγκάλιασμα».
«Μια τόσο μεγάλη αλλαγή δεν είναι εύκολη ειδικά όταν γίνεται από μια μεγάλη οικογένεια. Τα παιδιά ήταν θετικά σε αυτήν την αλλαγή και μετά από 4 χρόνια ζωής στο Βερολίνο, μπορώ να πω πως νιώθουν καλά στα σχολεία τους, έχουν 1-2 κάλους φίλους και δραστηριοποιούνται δημιουργικά».
«Πραγματικά το Βερολίνο είναι πόλη καλλιτεχνών από όλο τον κόσμο. Αυτό βεβαία έχει να κάνει τόσο με την ιστορία αυτής της πόλης όσο και με τους χώρους και τις δυνατότητες που διαθέτει. Πολλοί λένε υπάρχει ότι η Γερμάνια και το Βερολίνο. Είναι μια πόλη της οποίας η πρόσφατη ιστορία, ειδικά μετά το 1989 είναι καταγεγραμμένη σε κάθε μεριά της. Η αίσθηση ενός τείχους που χώριζε οικογένειες για τόσα χρόνια δημιούργησε μια ιδιαίτερη ψυχολογία στους κατοίκους της. Η αναπάντεχη λοιπόν πτώση του δημιούργησε μιαν ανείπωτη έκπληξη και χαρά που ακόμη και σήμερα κάτοικοι του Ανατολικού δεν μπορούν να πιστέψουν. Είναι έξαλλου μια πρωτεύουσα με απίστευτο πράσινο. Οι Βερολινέζοι είναι ιδιαίτεροι και οπωσδήποτε η κουλτούρα και συμπεριφορά τους είναι συνδυασμός της πρώην Ανατολικής Γερμανίας και των πολλών μεταναστών που ζουν στην πόλη».
«Εδώ κάνω παραστάσεις σε σχολεία κατά βάση στην γερμανική γλωσσά, ενώ το τελευταίο διάστημα συνεργάζομαι με την komische Oper συμμετέχοντας ως μίμος-ηθοποιός στις όπερες που ανεβάζει».
«Ένα από τα αρνητικά των Γερμανών είναι ότι δεν αυτοσαρκάζονται και τελικά δεν έχουν χιούμορ. Αυτό κάνει την δουλεία ενός κλόουν πιο δύσκολη μα παράλληλα και πιο αναγκαία».
Πριν κοιμηθείς τι σκέφτεσαι; «Θα σου απαντήσω με αυτό που διάβασα σε ένα τοίχο στην Ελλάδα. “Ξυπνήστε αυτούς που κοιμούνται και όχι αυτούς που ονειρεύονται”».
«Ο κλόουν διηγείται με τα ελάχιστα που διαθέτει μια ιστορία, ένα παραμύθι και όπως είπε ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν : “Τα παραμύθια γραφτήκαν για να κοιμίζουν τα παιδιά και να ξυπνούν τους μεγάλους”».
ΛΑΜΠΡΟΣ ΑΡΑΠΑΚΟΣ /lifo
Όμορφη ανάρτηση με ωραίο επίλογο.
ΑπάντησηΔιαγραφή