http://stop-omofovia-xanthi.blogspot.gr/2013/11/video.html
"Με τη Μαρία συναντιόμασταν συχνά σε διάφορα μέρη αλλά την γνωρίσαμε πραγματικά στην ημερίδα «ιστορίες coming out» που οργάνωσε η Color youth τον Φλεβάρη του 2013. Εκεί ξεδίπλωσε τη ζωή της μπροστά μας και την άνοιξε σαν βιβλίο και όσοι και όσες βρεθήκαμε εκείνη τη μέρα στο θέατρο Βικτώρια να την ακούσουμε βρήκαμε μια φίλη, μια συντρόφισσα. Ήταν σαν να είχαμε περάσει μαζί τα παιδικά μας χρόνια, την εφηβεία μας, την ενηλικίωση… Η Μαρία ήταν ο εαυτός της ανοιχτά και περήφανα ακόμα κι όταν η οικογένειά της προσπαθούσε να την ξανακάνει «κανονική», ακόμα κι όταν έτρωγε ξύλο για να στρώσει. Δεν το έβαλε κάτω και διεκδίκησε, διεκδίκησε με όλους τους δυνατούς τρόπους .Πίστευε ακράδαντα ότι η ορατότητα είναι απαραίτητη και πως η ντουλάπα είναι μόνο χώρος για να αποθηκεύει τα ρούχα της και όχι χώρος για να ζει τη ζωή της. Κάναμε πολλές συζητήσεις και της ανέβαζε το αίμα στο κεφάλι η γνωστή ατάκα: «δεν έχω πρόβλημα με τους γκέι, αρκεί να εκδηλώνονται στο σπίτι τους, στον ιδιωτικό τους χώρο». Πρόκειται για μια πλευρά της διάκρισης δημόσιου και ιδιωτικού, σύμφωνα με την οποία η σεξουαλικότητα αφορά αποκλειστικά τον ιδιωτικό χώρο, όχι τον δημόσιο. Αλλά στο σπίτι μιας πυρηνικής οικογένειας πώς διασφαλίζεται η ιδιωτικότητα της λεσβίας κόρης; Και είναι πράγματι ο δημόσιος χώρος σεξουαλικά ουδέτερος; Τότε γιατί ένα στρέιτ ζευγάρι που φιλιέται στον δρόμο περνά σχεδόν απαρατήρητο, ενώ η εικόνα δυο ανδρών ή γυναικών που περπατούν χέρι-χέρι καταγράφεται ως σεξουαλική και, μάλιστα, προκλητική;
Βλέπει κανείς ότι οι κατηγορίες «δημόσιο» και «ιδιωτικό» έχουν δημιουργηθεί με βάση συγκεκριμένα πρότυπα, την πυρηνική οικογένεια και την ετεροφυλοφιλία. Η ετεροφυλοφιλία δεν καταγράφεται ως σεξουαλική έκφραση ακριβώς επειδή είναι πανταχού παρούσα και θεωρείται δεδομένη, φυσική. Έβλεπε πως το παλιό φεμινιστικό σύνθημα «το προσωπικό είναι πολιτικό» όχι μόνο δεν είναι ξεπερασμένο, αλλά εξακολουθεί να αποτελεί ζητούμενο της προοδευτικής σκέψης. Έβλεπε ότι στην Ελλάδα μεγάλο τμήμα της Αριστεράς δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει τη σεξουαλικότητα ως πολιτικό ζήτημα. Έβλεπε να κυριαρχεί η εντύπωση ότι η σεξουαλικότητα έχει μικρότερη σημασία σε σχέση με τα οικονομικά ή τα ταξικά ζητήματα, τα μόνα που θεωρούνται όντως πολιτικά.
Ήξερε καλά ότι η σεξουαλικότητα δεν είναι ένα «φυσικό δεδομένο», μια «βιολογική πραγματικότητα», κάτι που απλά συμβαίνει. Η σεξουαλικότητα οργανώνεται κοινωνικά, είναι το πεδίο παραγωγής ενός εξουσιαστικού συστήματος, η βάση πάνω στην οποία γίνονται διαχωρισμοί με κριτήριο το σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου διακρίσεις σε βάρος κάποιων, άγριες επιθέσεις... και αν οι lgbt βρέθηκαν στη θέση των πιο εμφανώς βαλλόμενων, από το εξουσιαστικό αυτό σύστημα, ατόμων, αυτό δεν σημαίνει ότι η οργάνωση της σεξουαλικότητας και τα παιχνίδια εξουσίας που παίζονται γύρω από αυτήν δεν αφορούν όλους και όλες...κανένας και καμία δεν γλιτώνει. Μέσα στη δική μας ομάδα προσπάθησε να κάνει σαφές ότι η ανάλυση για την ομοφοβία, την τρανσφοβία, για τις διακρίσεις σε βάρος των lgbt ατόμων που ο ετεροσεξισμός παράγει, πρέπει να συνδέεται με μια ανάλυση σχετική με άλλες δομές εξουσίας που οργανώνουν τις κοινωνίες: την τάξη, το φύλο, την εθνικότητα, την ηλικία, την σωματική ικανότητα. Και έτσι η συνειδητοποίηση του ρατσισμού, του εθνικισμού, των ταξικών διακρίσεων οφείλει να παίζει ρόλο στην διαμόρφωση διεκδικήσεων και διαδικασιών του lgbt κινήματος.
Όταν βγαίνω στον δρόμο και διεκδικώ να είμαι ορατός, στην πραγματικότητα διεκδικώ τη δυνατότητα να υπάρχω σ’ ένα χώρο με τους δικούς μου όρους, να τον οικειοποιούμαι έστω και προσωρινά. Παράλληλα μας βοήθησε να δούμε πόσο σημαντικό είναι να καλλιεργήσουμε μια πρακτική και μια θεώρηση του πολιτικού που να μας επιτρέπει να χτίσουμε μια ομάδα-κοινότητα μέσα στην οποία να φροντίζουμε τα σώματα και τις επιθυμίες μας στο εδώ και τώρα, να γιορτάζουμε τις ανάγκες και τα θέλω μας , μια ομάδα-κοινότητα που να μπορεί να μεταβάλλεται και να μετασχηματίζεται την ίδια στιγμή που λειτουργεί υποστηρικτικά, τροφοδοτώντας και πραγματώνοντας την ουσιαστική αλληλεγγύη. Η Μαρία ήταν πάντα παρούσα, διαθέσιμη να βοηθήσει, να στηρίξει. Είχε την ελπίδα ότι στο μέλλον θα μπορούμε όλοι και όλες να φτιάχνουμε την οικογένειά μας με τον τρόπο που επιλέγουμε χωρίς να βιώνουμε τον αποκλεισμό και την κοινωνική απομόνωση. Όταν πληροφορηθήκαμε το θάνατό της παγώσαμε όλες και όλοι. Η αυτοκτονία είναι έτσι κι αλλιώς μια πράξη-ταμπού. Θεωρείται αδιανόητο ένα πλάσμα να ακυρώσει την ίδια του την ύπαρξη. Κάποιες και κάποιοι που δεν την ήξεραν τόσο καλά πίστεψαν ότι παραδόθηκε, ότι ηττήθηκε ότι υιοθέτησε τη στάση εκείνου που δεν θέλει πια να αγωνίζεται ,που πιστεύει ότι δεν υπάρχει διέξοδος και βάζει ένα τραγικό τέλος στην ζωή του Όσοι ξέραμε τη Μαρία καλά ξέρουμε ότι αυτό δεν ισχύει Για τη Μαρία η αυτοκτονία ήταν μια πράξη απελευθέρωσης, μια πράξη ελεύθερης επιλογής, διάλεξε τον τρόπο εξόδου της από τη ζωή αφού δεν μπορούσε να διαλέξει έτσι κι αλλιώς τον τρόπο εισόδου της σε αυτήν. Εμείς που την ξέραμε και την αγαπούσαμε σεβόμαστε την επιλογή της ακόμα κι αν ξεφεύγει από τα προσωπικά μας κριτήρια γιατί η ίδια μας έδειξε τρόπους να βγάλουμε την καρδιά μας από το ψυγείο και να την ξεπαγώσουμε για να μπορεί να νιώθει και να γεμίζει..."
Για τη Μαρία μας