Χριστιανική αγάπη προσέφερε απλόχερα ο
μητροπολίτης Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Αμβρόσιος, ο οποίος σε ένα
κρεσέντο ρατσισμού, ομοφοβίας και μισαλλοδοξίας, “εξήγησε” τους λόγους
για τους οποίους δεν πρέπει να ψηφιστεί το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο.
»Ο Γυμνισμός θα είναι ελεύθερος!
»Η Ομοφυλοφιλία, η πορνεία και κάθε είδους διαστροφή θα
κυριαρχήσουν ολόγυρά μας ανεμποδίστως, παρασύροντας τους νέους μας στην
ηθική πτώση και την εξαθλίωση!
»Οι έμποροι ναρκωτικών καθώς και τα “βαποράκια” τους θα κινούνται ελεύθερα!
H εκκλησία της Ελλάδος στηρίζεται πάνω στο ορθόδοξο δόγμα. Το 95% των ατόμων που γεννηθήκαμε στην Ελλάδα έχουν βαπτιστεί χριστιανοί/ες. Στις τάξεις των σχολείων μας υπήρχαν εικόνες του Χριστού. Κάθε πρωί κάναμε υποχρεωτικά προσευχή, στοιχισμένοι/ες σε παράταξη και με στρατιωτική πειθαρχεία. Σαν μάθημα διδασκόμασταν θρησκευτικά που είχαν να κάνουν μόνο με την ενίσχυση της ορθόδοξης σκέψης και προπαγάνδας. Παπάδες είχαν το δικαίωμα να μπαινοβγαίνουν στο σχολείο και να κάνουν κατήχηση. Και όλο αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να μεγαλώσουμε με ένα τεράστιο στερεότυπο: αυτό της καλής και μοναδικής αγάπης του χριστιανισμού. Της τυφλής πίστης για να είσαι “καλό παιδί”.
Η εκκλησία χρησιμοποιεί κάθε μέσο για να βάλει στο κεφάλι μας αυτά που θέλει. Μας πιπιλάει τα αφτιά και τις συνειδήσεις και καταπιέζει τις ζωές μας στο όνομα της υποτιθέμενης αγάπης.
Μα θα μου πεις, αφού όλο και λιγότεροι πάνε στην εκκλησία και το δογματικό fan club αποτελείται από μερικές/ους ξεχασμένους/ες γέρους/γριές, που είναι το πρόβλημα; Κι όμως, δεν είναι έτσι. Ναι, δε θα διαφωνήσω, όλο και λιγότερος κόσμος ακολουθεί πιστά την εκκλησία. Παρ’ όλα αυτά ελάχιστα πράγματα αλλάζουν. Μην ξεχνάμε ότι το σύνταγμα της χώρας μας, αυτό που έχει φτιαχτεί για να προφυλάσει τα δικαιώματά μας, ξεκηνάει με τη φράση “εις εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος”. Επίσης, στο Άρθρο 16 αναφέρεται πως η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και μεταξύ άλλων έχει σκοπό “την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των Ελλήνων”. Όλα αυτά πρέπει να αλλάξουν για να πάψουμε να είμαστε μια ακόμα θρησκόληπτη χώρα.
Θα σας παρακαλούσα την επόμενη φορά που θα πάτε σε θρισκευτικό γάμο να ακούσετε το λόγια του παπά. Πραγματικά δεν υπάρχει πιο σεξιστικό και αντιφεμινιστικό κείμενο! Και αυτό γιατί η απαρχή πολλών μορφών ρατσισμού ξεκινάει από την δυναμική και τεχνητή εικόνα του πανίσχυρου λευκού χριστιανού άντρα που είναι πάνω απ’ όλα. Και καταλαβαίνει ότι μια αδερφή δε γίνεται να έχει θέση (πόσο μάλλον δικαιώματα) μέσα σε ένα τέτοιο φαλοκρατικό πρότυπο.
Προχτές ο Αμβρόσιος ξέσπασε ενάντια στο περιβόητο αντιρατσιστικό νομοσχέδιο. Στην ουσία έκανε μια χυδαία επίθεση κατά διακριτών ομάδων, όπως η LGBTIQ κοινότητα. Η ρητορική μίσους που χρησιμοποίησε κάνοντας κατάχρηση του εκκλησιαστικού του αξιώματος ήταν αποτρόπαιη. Και όλα αυτά θα τα ντύσει με το περιτύλιγμα της αγάπης και θα μας τα σερβίρει πάλι και πάλι, χαρακτηρίζοντάς μας “ανώμαλους”, “έκφυλους” και “αποβράσματα της κοινωνίας”.
Όσα χρόνια ασχολούμαι με τον ακτιβισμό έχω μάθει μια βασική αρχή: μετά την πρόταση “εγώ είμαι ουμανιστής/ανθρωπιστής” μπαίνει τελεία. Αν αμέσως μετά βάλεις τη λέξη “αλλά”, το έχασες το παιχνίδι. Ο Αμβρόσιος μας κηρύττει να αγαπάμε αλλήλους, αλλά όχι αν είναι γκέι, λεσβίες, αμφί ή τρανς. Και εκεί ξέρεις είναι η βασικότερη διαφορά της “αδελφοσύνης” και του “αδελφάτου” (όπως μας έχουν αποκαλέσει πολλοί παπάδες στο παρελθόν): εμείς αγαπάμε τις και τους αλλήλους μας για αυτό που είναι και αυτοπροσδιορίζονται. Δε θέλουμε να αλλάξουν για να τους/τις δεχτούμε.
Έχουμε μάθει να αγαπάμε. Εσείς;
Τέλης Ράπτης
Έχω κανονίσει ραντεβού έξω από την είσοδο του αγίου Κωνσταντίνου στη Λένορμαν. Η φίλη με στήνει ένα τέταρτο.
Κατά διαβολική σύμπτωση έχει πανηγύρι, ένεκα της αυριανής εορτής, οπότε
κάθομαι και μελετώ την ανθρωπογεωγραφία που κυματίζει στο προαύλιο της
εκκλησίας.
Ηλικιωμένους, νεαρά ζευγαράκια
(η κοπέλα μέσα να ανάψει κερί, ο τύπος έξω να την περιμένει), κυρίες με
τετράχρονα τα οποία μιλάνε με άλλα τετράχρονα που συνοδεύονται από
κυρίες, ανήλικους μικροπωλητές κεριών που ακροβολίζονται περιμετρικά να
κλέψουν την πελατεία από τον νόμιμο πωλητή της εκκλησίας, το νόμιμο
πωλητή-καντηλανάφτη που έχει στήσει τον πάγκο δίπλα στα σκαλιά και
αξιολογεί την φετινή απόδοση συζητώντας με τις κυρίες-λάχανο ("Δόξα τω
Θεώ, έχουμε ακόμα όρθιους"), νεαρούς παπάδες με μαλλί στιλ "Τα πουλιά
πεθαίνουν τραγουδώντας" και τριμαρισμένο γένι που προσέρχονται αγχωμένοι
προσπαθώντας να σιάξουν το ράσο, μία μάνα τσιγγάνα με έναν ζαρωμένο
τριαντάχρονο άγγελο σε καροτσάκι, κλπ κλπ.
Κάποια στιγμή βλέπω
ένα τσουνάμι από μαύρα ράσα να προβάλει στην έξοδο της εκκλησίας (ναι,
την είσοδο την λέμε έξοδο όταν βγαίνουμε) και να κυριαρχεί.
Άρχισα
το μέτρημα, αλλά η εξάσκηση στην πρακτική αριθμητική διεκόπη άξαφνα ,
όταν το χέρι του πρώτου στη σειρά (και στο εκτόπισμα) ρασοφόρου έκανε
μια διερευνητική και φαντεζί πτήση στον αέρα και προσγειώθηκε ηχηρά στο
κεφάλι ενός δωδεκάχρονου κοριτσιού.
Έκπληκτο το κορίτσι τινάχτηκε
κάποια μέτρα, κρύφτηκε πίσω από μία κυρία και, επιβεβαιώνοντας ότι
κρατάει ακόμα στα χέρια της τα κεριά που πρέπει να πουλήσει, κοίταζε με
ορθάνοιχτα μάτια τον ιερέα, προσπαθώντας να καταλάβει τους κανόνες του
παιχνιδιού.
Εγώ παρατηρώντας το σκηνικό, έχω φανταστεί σε
κλάσματα δευτερολέπτων όλα τα γνωστά και φίλια πρόσωπα να εμφανίζονται
σε αιθέριες φυσαλίδες και να μου φωνάζουν:
"Όχι! Μη! Επιτέλους για
μία φορά κάτσε να παρακολουθήσεις και μην ορμίσεις! Το έχεις παρακάνει
με τον αντικληρικαλισμό σου! Αμάν, χέσε μας επιτέλους, κι αυτοί άνθρωποι
είναι! Δες το εκκλησίασμα και ξεκόλλα από τους ιερείς."
Κατανοείτε την εσωτερική μου πάλη...
Οποία η θέσις μου, μπροστά σε τόσες φυσαλίδες!
Αποφάσισα λοιπόν να παρακολουθήσω.
Η απόφασή μου αυτή φάνηκε προς στιγμή να επιβραβεύεται, όταν μία κυρία
από το εκκλησίασμα όρμησε προς τον ιερέα και του είπε δυνατά, "Τι
πράγματα είναι αυτά! Τι κάνατε στο καημένο το κορίτσι; Εσείς, ιερέας
άνθρωπος, επιτρέπεται να βαράτε ένα παιδί;"
Λέω κι εγώ από μέσα μου,
"Είδες! να ποια είναι οι εκκλησία! Το εκκλησίασμα θα κινητοποιηθεί, ο
παπάς θα μπει στη θέση του, το κοριτσάκι θα δικαιωθεί, και τα σπίρτα
αυτό το βράδυ δεν θα καούν όλα."
Και χάρηκα.
Αμ, δε!
Ενώ είχα αρχίσει να ζωγραφίζω νοητά τα επόμενα καρέ από το κόμικ "εκκλησίασμα βάζει στη θέση του ιερέα", έφαγα το δεύτερο σοκ.
Καντηλανάφτες, λοιποί (και μη καταμετρημένοι) ιερείς και κυρίες-μαλλί-λάχανο, αρχίζουν να τα χώνουν στην πιστή που αποστάτησε.
"Αυτή η μικρή θα σε κλέψει, εμείς θέλουμε να σε προστατέψουμε."
"Να φύγουν, τι δουλειά έχουν εδώ οι τσιγγάνοι;",
"Άσε ,μας κυρά μου απ' εκεί! Και ποια είσαι εσύ που θα μου πεις τι θα
κάνω?" κλπ κλπ (Ποια λόγια προέρχονται από τον ιερέα και ποια από το
εκκλησίασμα, είναι ελπίζω αναγνωρίσιμο.)
Τα πόδια μου ήδη έχουν
αποφασίσει αυτό που δεν αποφάσιζε το μυαλό μου, οπότε υπολογίζοντας ότι
έχω χρόνο δέκα βημάτων, διαμορφώνω μια μικρή και κατανοητή λεκτική
παρέμβαση.
"Συγνώμη, αυτό που κάνατε είναι απαράδεκτο. Η κυρία έχει δίκιο. Δεν έχετε δικαίωμα για κανένα λόγο να βαράτε ένα παιδί."
Ναι, είμαι εγώ που μιλάω στον ηλικιωμένο πρώτη τη τάξει ιερέα.
Κοιτάζω τους υπόλοιπους (μη καταμετρημένους, μη καταμετήσιμους;)
ιερείς, εκλιπαρώντας με το βλέμμα μου κάποιες ανθρώπινες συσπάσεις στα
χαρακτηριστικά τους. Οι άτιμοι, κατάφεραν να μην τους αποσπάσω καμία!
Άκρατος επαγγελματισμός, υποκλίνομαι!
Άρχισα να αμφιβάλλω για το αν είμαι εκεί, πραγματικά.
Βλέπω το κεφαλάκι του κοριτσιού να ξεπροβάλλει πίσω από την κυρία,
ακόμα με το βλέμμα "τι παιχνίδι παίζετε;" και να κοιτάζει μια εμένα, μια
τον παπά.
Λέω, δεν μπορεί, υπάρχω, το κοριτσάκι με κοιτάζει!
Πάνω που έλυσα τα υπαρξιακά μου, συνειδητοποιώ ότι ο καντηλανάφτης εν
είδει μπράβου με σπρώχνει (άλλη μια επιβεβαίωση ότι υπάρχω) και ο ιερέας
αρχίζει να ζητάει στοιχεία ταυτότητας κι από εμένα:
"Ποιος είσαι κι εσύ, ε; Ποιος σε ρώτησε εσένα;"
Τον ενημερώνω ότι είμαι δάσκαλος σε ένα σχολείο παραπάνω, κι ότι αυτό
που έκανε δεν είναι απαράδεκτο μόνο από την ανθρώπινη πλευρά του, αλλά
είναι και παράνομο. Κανονικά πρέπει να φωνάξουμε την αστυνομία.
Ο παπάς με το άκουσμα της λέξης "αστυνομία" χάρηκε.
Μου λέει:
"Σιγά μην είσαι δάσκαλος εσύ! Δε φαίνεσαι για δάσκαλος.
Πάμε να φωνάξουμε την αστυνομία, να δούμε τι θα πουν οι μάρτυρες! Να δούμε ποιος θα μπει μέσα.".
Εκείνη τη στιγμή, σαν από κακορυθμισμένης μηχανής θεός, χτυπάει το τηλέφωνο και είναι η φίλη μου.
Έχει φτάσει και με περιμένει απέναντι.
Οι φυσαλίδες αρχίζουν να μαζεύονται πάλι.
Ο ιερέας συνεχίζει να λέει διάφορα, οι άλλοι παπάδες εξασκούν τον ήδη
τελειοποιημένο επαγγελματισμό τους ("Δεν μιλάμε, άρα το γεγονός δεν
υπάρχει"), οι πιστοί περιμένουν να προχωρήσει η λιτανεία όπως κάθε χρόνο
("Άσε μας αγόρι μου, είναι ιερή στιγμή τώρα, μη διακόπτεις.") και η
φίλη με περιμένει απέναντι.
Αποχωρώντας, παραδέχομαι την ήττα μου:
"Εγώ δε φαίνομαι για δάσκαλος, το ξέρω. Εσείς όμως ξέρετε ότι φαίνεστε για ιερέας;"
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Εδώ σχολιάζεις εσύ - Comment Here
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.