Τον τελευταίο καιρό, ειδικότερα μετά την καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου για την μη συμπερίληψη των ομόφυλων ζευγαριών στο σύμφωνο συμβίωσης, έχει ανοίξει ξανά ο διάλογος για την ισότητα στο σύμφωνο συμβίωσης και τον γάμο, όπως και για έναν αντιρατσιστικού νόμο που θα προστατεύει τα lgbtq άτομα από τις διακρίσεις, τα εγκλήματα και την ρητορική μίσους.
Ένας διάλογος που θεωρώ πως είναι ελλιπής, όσο απουσιάζουμε από αυτόν οι άνθρωποι που ζούμε με HIV και που αποτελούμε μέρος της lgbtq κοινότητας, όπως απουσιάζει και γενικότερα το θέμα του HIV και το πως η ισότητα θα βοηθήσει τόσο τους ανθρώπους που ζούμε με αυτό, όσο και στην μείωση της εξάπλωσης του.
Ενέργειες που οδηγούν στην εξασφάλιση της ισότητας, συμβάλλουν εκτός των άλλων και στην καταπολέμηση του HIV/AIDS, καθώς βοηθούν στην μείωση της ομοφοβίας και τρανσφοβίας, που συχνά γίνονται εμπόδιο στο να αναζητήσουν τα lgbtq άτομα τις υπηρεσίες που χρειάζονται για να διατηρήσουν τη συναισθηματική και σωματική τους ευεξία. Όταν οι άνθρωποι αισθάνονται πως αντιμετωπίζονται ως ίσοι και με σεβασμό, είναι πολύ πιο πιθανότερο να λάβουν καλύτερη φροντίδα για την υγεία τους, να εξετάζονται για σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα χωρίς την ντροπή και τον φόβο πως θα τους κατακρίνουν ή θα αντιμετωπιστούν ρατσιστικά και να έχουν επαρκή πρόσβαση σε υπηρεσίες πρόληψης και ενημέρωσης.
Όσο προωθούμε και επιτρέπουμε την μισαλλοδοξία με απαγορεύσεις και άνιση μεταχείριση, ενθαρρύνονται τα συναισθήματα της περιθωριοποίησης , της κατάθλιψης και της απομόνωσης ιδιαίτερα σε νέους και νέες. Αυτό έχει συχνά ως αποτέλεσμα τις αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές όπως η κατάχρηση ουσιών και αλκοόλ και οι μη ασφαλείς σεξουαλικές πρακτικές. Και δεν μπορούμε να αγνοήσουμε πως οι συμπεριφορές αυτές συμβάλλουν σημαντικά στην αύξηση των κρουσμάτων και πως οι διακρίσεις κάνουν τα lgbtq άτομα πιο ευάλωτα στον HIV. Είναι γνωστό πως στον δυτικό τουλάχιστον κόσμο, η πλειοψηφία των ανθρώπων που ζουν με HIV είναι γκέι και bisexual άνδρες, πράγμα για το οποίο εκτός από πρακτικούς λόγους (το πρωκτικό σεξ σαν πράξη είναι πιο επικίνδυνο για την μετάδοση σε σχέση με το κολπικό) αδιαμφισβήτητο ρόλο έχει παίξει και η ομοφοβία.
Με άλλα λόγια, η ανισότητα μας αρρωσταίνει.
Ο HIV ανέκαθεν ευδοκιμούσε στις περιθωριοποιημένες κοινότητες, όπως lgbtq άτομα, μετανάστες/μετανάστριες και πρόσφυγες, άστεγους, εκδιδόμενα άτομα, χρήστες και χρήστριες ουσιών ή ανθρώπους που ζουν σε συνθήκες φτώχειας. Ό, τι μπορούμε να κάνουμε για να βγάλουμε τους ανθρώπους από το περιθώριο, αποτελεί ένα δραστικό βήμα προς τα εμπρός στις προσπάθειες μας να σταματήσουμε την εξάπλωση του HIV.
Από την άλλη, η πεποίθηση πως ο HIV θεωρείται μια “ασθένεια των γκέι” ή που αφορά αποκλειστικά και μόνο συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού οδηγεί στρέιτ άνδρες και γυναίκες και γενικά ανθρώπους που δεν θεωρούν ή δεν θέλουν να θεωρούν πως ανήκουν σε ευάλωτες στον HIV ομάδες στο να μην ενημερώνονται και να μην εξετάζονται, καθώς λανθασμένα, νιώθουν ότι δεν τους αφορά βάζοντας έτσι και αυτούς σε μεγαλύτερο κίνδυνο.
Όσο για εμάς που ζούμε με τον HIV, η καταπολέμηση της ομοφοβίας και την τρανσφοβίας, μακροπρόθεσμα, θα βοηθήσουν σημαντικά και στην καταπολέμηση του στιγματισμού μας ως οροθετικοί και οροθετικές. Γιατί έτσι θα μπορούμε να έχουμε έναν πιο ανοιχτό διάλογο και καλύτερη κατανόηση σε θέματα σεξουαλικότητας και κατά συνέπεια αύξηση της ενημέρωσης και κατανόησης γύρω από το HIV/AIDS, πράγμα που θα οδηγήσει μείωση του στίγματος και του κοινωνικού αποκλεισμού των οροθετικών. Όσο ο HIV παραμένει κάτι το αόρατο και άγνωστο, τόσο θα συντηρείτε ο φόβος και οι προκαταλήψεις. Με την εξάλειψη των διακρίσεων, της ομοφοβίας και της τρανσφοβίας, μπορεί να ανοίξει ο δρόμος για κινήσεις όπως η ένταξη της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης στα σχολεία και προγράμματα πρόληψης και ενημέρωσης προσανατολισμένα σε lgbtq άτομα, που θα ενισχύσουν την γνώση και θα κάνουν ευκολότερη την αναζήτηση βοήθειας και την λήψη αποφάσεων που αφορούν την σεξουαλική μας υγεία. Αν δεν μπορούμε να μιλάμε ανοιχτά για την σεξουαλικότητα, δεν μπορούμε να μιλάμε ανοιχτά ούτε για το HIV.
Συχνά, ο φόβος της άνισης μεταχείρισης και του στιγματισμού, κάνουν lgbtq άτομα που ζουν με HIV να απέχουν από την λήψη αποφάσεων, από διεκδικήσεις, από την συμμετοχή στον δημόσιο διάλογο καθώς κινδυνεύουν να στιγματιστούν διπλά και ως lgbtq αλλά και ως οροθετικές και οροθετικοί.
Με την ισότητα στο σύμφωνο συμβίωσης και τον γάμο, θα μπορούσαμε οι γκέι, αμφί και λεσβίες που ζούμε με HIV να έχουμε μια ακόμη επιλογή για την εξασφάλιση ασφαλιστικής κάλυψης, μέσω του/της συντρόφου μας, πράγμα απαραίτητο για να μπορεί κανείς να λάβει την αντιρετροϊκή αγωγή, για να μπορεί δηλαδή να ζήσει. Θα μπορούν οι σύντροφοι μας, σε περίπτωση που χρειαστεί να νοσηλευτούμε να έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν εάν κριθεί αναγκαίο στην λήψη αποφάσεων και στο δικαίωμα του να μπορούν να μας επισκεφθούν, κάτι που μπορεί να είναι πρόβλημα όσο δεν μπορούν να θεωρηθούν πρώτου βαθμού συγγενείς. Θα μπορούμε να νιώθουμε πως δεν είμαστε πολίτες δεύτερης κατηγορίας που ανήκουμε στο περιθώριο και αυτό θα βοηθήσει στο να έχουμε καλύτερη ψυχική υγεία, λιγότερο άγχος και καταπίεση και αυξημένο αίσθημα ασφάλειας πράγματα απαραίτητα για την καλή ποιότητα ζωής και υγείας όλων μας, πόσο μάλλον κάποιου ή κάποιας που ζει με μια χρόνια νόσο όπως ο HIV.
Όσο επιτρέπουμε τις διακρίσεις, βάζουμε σε άμεσο κίνδυνο την σωματική και ψυχική μας υγεία, ενισχύουμε το στίγμα, την προκατάληψη και τη σιωπή. Και η αποδοχή και ίση αντιμετώπιση των lgbt ατόμων, συνδέεται άμεσα με την αντιμετώπιση του HIV/AIDS, την μείωση των κρουσμάτων και του στιγματισμού.
Γιατί το HIV/AIDS είναι μια ασθένεια πρωτίστως κοινωνική και συνυφασμένη με την ομοφοβία και την καταπίεση, και αυτό το κάνει ένα θέμα όχι μόνο υγείας αλλά και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
March 22, 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Εδώ σχολιάζεις εσύ - Comment Here
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.