Γεννήθηκα το 1978 σε ένα, μάλλον όχι τουριστικό τότε, νησί
του Αιγαίου. Όταν άρχισα να συνειδητοποιώ –στην εφηβεία μου- ότι δεν είχα καμία
όρεξη να κρύβομαι πίσω από τις βάρκες με το «αγόρι» μου όπως έκαναν όλες σχεδόν
οι συμμαθήτριές μου κι ότι προτιμούσα να κάθομαι έξω από Κέντρο Υγείας με την
ελπίδα να δω την όμορφη γιατρίνα που έκανε το αγροτικό της και κάποτε μου
περιποιήθηκε ένα τραύμα πραγματικά τρομοκρατήθηκα.
Η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι κάτι δεν πάει καλά μ’ εμένα, ότι
έχω κάποιο πρόβλημα σοβαρό. Η έλλειψη ορατότητας, το κρυφτό και η σιωπή που
χαρακτηρίζει τους διάσημους/ες LGBT Έλληνες/Έλληνιδες
με έκανε να πιστεύω ότι ήμουν το μοναδικό πλάσμα στη γη που αν και κορίτσι
προτιμούσε τις γυναίκες.
Κλείστηκα στον εαυτό μου και συχνά σκεφτόμουν να βάλω τέρμα
σε αυτή την αγωνία μήπως κάποιος καταλάβει ότι ήμουν «διαφορετική» οπότε και
δεν θα μπορούσα πια να ζήσω στο μικρό νησί μου με την κουτσομπολίστικη διάθεση
όλων απέναντι σε κάθε τι που ήταν διαφορετικό.
Αφού κατάφερα να μην πηδήξω από τον φάρο για να πνιγώ- θα
ήταν έτσι κι αλλιώς αποτυχημένη η απόπειρα αφού κολυμπούσα σαν ψάρι από μωρό-
ρίχτηκα με τα μούτρα στο διάβασμα ώστε να καταφέρω να φύγω από το νησί και να
χαθώ στο πλήθος της Αθήνας.
Πέρασα στο Πολυτεχνείο, στην Αρχιτεκτονική, και όλοι ήταν
περήφανοι για μένα, με τις ευχές τους
και την οικονομική τους βοήθεια βρέθηκα σε ένα ασφυκτικά μικρό διαμέρισμα στην
Κυψέλη να μπορώ επιτέλους να αναπνεύσω λίγο ελεύθερα.
Άρχισα να ανακαλύπτω τα στέκια, να γνωρίζω άλλες γυναίκες και γενικά να ζω χωρίς τις αγωνίες της εφηβείας μου.
Άρχισα να ανακαλύπτω τα στέκια, να γνωρίζω άλλες γυναίκες και γενικά να ζω χωρίς τις αγωνίες της εφηβείας μου.
Όλα έμοιαζαν να πηγαίνουν καλά, το μόνο που με στεναχωρούσε
ήταν που είχα αποδεχτεί -μέσα σε όλες τι άλλες στρεβλές ιδέες που είχα
υιοθετήσει- ότι δεν θα έκανα ποτέ οικογένεια και δεν θα μεγάλωνα ποτέ ένα
παιδί. Ο μεγαλύτερος αδελφός μου είχε ήδη δύο παιδιά και τα καλοκαίρια στο νησί
από την μια χαιρόμουν για εκείνον και την ευτυχία που ένιωθε ως γονιός αλλά από
την άλλη ζήλευα αυτή την ευτυχία απίστευτα και πίστευα ακράδαντα ότι δεν θα
βιώσω ποτέ μου κάτι αντίστοιχο.
Όταν γνώρισα την Εύα άρχισα πια να συνειδητοποιώ ότι έχω κι
εγώ ένα είδος οικογένειας. Νοικιάσαμε μαζί ένα δυάρι –για να μοιραζόμαστε τα
έξοδα δικαιολογήθηκα στους δικούς μου- και η ζωή άρχισε να παίρνει ένα άλλο
νόημα. Η Εύα ήταν στο τελευταίο έτος του Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης,
δασκάλα, λάτρευε τα παιδιά και είχε αυτό που έλεγα κοροϊδευτικά τον
«παιδομαζώχτη» εκατό ενήλικοι σε μια αίθουσα και το ένα και μοναδικό παιδί θα
έτρεχε κοντά της σαν να του έστελνε ηλεκτρομαγνητικά σήματα επικοινωνίας όπως
τα δελφίνια.
Την επόμενη χρονιά με το πτυχίο της στο χέρι βρέθηκε να
δουλεύει σαν αναπληρώτρια σε ένα χωριό της Κορινθίας ενώ εγώ προσπαθούσα να
διαβάσω για να πάρω κι εγώ το δικό μου πτυχίο.
Το διαδίκτυο είχε ήδη μπει στη
ζωή μας και έκανε την απόσταση κάπως ανεκτή. Το διαδίκτυο ήταν που έβαλε στο
μυαλό της Εύας την πιθανότητα να αποκτήσει παιδί, να γίνει μητέρα και να το
μεγαλώσει μαζί μου. Άρχισε να επισκέπτεται σελίδες της Αμερικής του Καναδά και
της Αυστραλίας και να διαβάζει για ομογονείκές οικογένειες, για γονείς του
ίδιου φύλου, για ευτυχισμένα υιοθετημένα παιδιά που ζούσαν με δυο μπαμπάδες ή
δυο μαμάδες.
Όταν έκλεισαν τα σχολεία τα Χριστούγεννα και γύρισε στην Αθήνα ήταν εντελώς αποφασισμένη. Ακόμα κι αν εγώ δεν
συμφωνούσα εκείνη είχε αποφασίσει ότι ήθελε να γίνει μητέρα. Πανικοβλήθηκα,
προσπάθησα να την αποτρέψω με όσα ομοφοβικά επιχειρήματα είχα μαζέψει μέσα μου:
ότι το παιδί θα γίνει δυστυχισμένο γιατί η Ελλάδα δεν είναι όπως οι χώρες που
βλέπει στο internet,
ότι θα μας μισήσει όταν θα καταλάβει ότι είμαστε μαζί και ένα σωρό άλλα τέτοια.
Το «λεσβία»- που δεν μου άρεσε καθόλου ως λέξη- μαζί με το «μαμά» δεν κολλούσαν
σε καμία περίπτωση στο μυαλό μου, ήταν λέξεις ασύμβατες η μία με την άλλη και
θεωρούσα αδύνατη την συνύπαρξή τους στην ίδια πρόταση.
Η σχέση μας κλονίστηκε, παραλίγο να χωρίσουμε. Στις διακοπές
του Πάσχα άρχισα με μια άλλη στρατηγική. Άφησα τα ομοφοβικά και αποφάσισα να
γυρίσω τα επιχειρήματά μου σε φεμινιστικά. Άρχισα να της λέω ότι όλο αυτό δεν
είναι δική της επιθυμία αλλά ένα στερεότυπο που αναπαράγει γιατί πιστεύει ότι η
γυναίκα αν δεν είναι μητέρα τότε είναι ένα μηδενικό, ένα μεγάλο τίποτα και ότι
η πατριαρχία θέλει τη γυναίκα να γεννάει κουτσούβελα όλη την ώρα για να μην
μπορέσει να ελευθερωθεί ποτέ. Μέχρι που της πρότεινα να πάρουμε ένα σκύλο, «αλλεργική
ξε-αλλεργική θα κάνω τη θυσία να πίνω αντισταμινικά κάθε μέρα κι έτσι θα
μεγαλώσει η οικογένειά μας» της έλεγα. Παρά τον τρόμο μου και με το πρόσχημα
ότι εκεί θα βρω επιχειρήματα για να την πείσω ότι κάνει λάθος άρχισα κι εγώ να
ψάχνω στο Google για
θέματα ομογονεϊκότητας και να διαβάζω διάφορες έρευνες. Ταυτόχρονα προσπαθούσα
να μαζέψω τα μυαλά μου , να τελειώσω ότι εργασίες είχα παρατήσει στη μέση, και
να διαβάσω ώστε να πάρω το πτυχίο μου Τα κατάφερα να το πάρω με μια μικρή μόνο
καθυστέρηση. Αμέσως βρέθηκα σε ένα μεγάλο γραφείο να τρέχω από δω κι από κει με
τα σχέδια άλλων στο χέρι. Η Αθήνα αναπτύσσονταν οικοδομικά με νεόδμητες
πολυκατοικίες και μεγάλα δημόσια έργα και όλοι ήταν ευχαριστημένοι που θα
ζούσαμε σε έναν χρόνο το μεγαλείο της επιστροφής των Ολυμπιακών Αγώνων. Στο
μεταξύ η Εύα είχε διοριστεί μέσω ΑΣΕΠ στην Αθήνα. Το θέμα παιδί εξακολουθούσε
να είναι το αγκάθι στη σχέση μας. Παραλίγο να χωρίσουμε. Όταν κατάλαβα ότι
εκείνη το εννοούσε ότι με ή χωρίς εμένα θα προχωρούσε μάλλον ο φόβος μου ότι θα
την χάσω για πάντα με οδήγησε να συμφωνήσω πως η οικογένειά μας θα μεγάλωνε και
το τρίτο της μέλος δεν θα είχε τέσσερα πόδια.
Μιλώντας με γυναικολόγους για
θέματα υποβοηθούμενης αναπαραγωγής κατάλαβα ότι είχε μεγαλώσει και μέσα μου η
επιθυμία να αποκτήσουμε ένα παιδί και να το μεγαλώσουμε. Μαζί συμφωνήσαμε ότι θα κάνουμε και οι δύο
κάποιες γυναικολογικές εξετάσεις, θα προχωρήσουμε σε όποια προσπάθεια μας
προτείνουν και όποια από τις δύο τα καταφέρει. Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν
συστηθήκαμε στους γιατρούς ως ζευγάρι, είτε σε δημόσιο είτε σε ιδιωτικό ιατρείο
κλείναμε πάντα διαφορετικά ραντεβού ως «μόνες γυναίκες». Ένα δεύτερο σοκ με
βρήκε τότε, «ινωμυοματώδης μήτρα» δεν θα μπορούσα με τίποτα να κάνω ένα δικό
μου- βιολογικά τουλάχιστον- παιδί, δεν θα έβρισκε που να εγκατασταθεί και να
μεγαλώσει μέχρι να γεννηθεί. Όλα τα προβλήματα που είχα ως τότε απέκτησαν έναν
νόημα. Όλες αυτές οι αιμορραγίες είχαν ένα όνομα. Πήρα και δεύτερη και τρίτη
και τέταρτη γνώμη αλλά η απάντηση όλων των γυναικολόγων ήταν η ίδια μόλις
έβλεπαν τις εξετάσεις μου. Πείσμωσα, αποφάσισα να κάνω ένα αρκετά δύσκολο
χειρουργείο ώστε να έχω μετά από ένα χρονικό διάστημα κι εγώ κάποια πιθανότητα.
Ο γιατρός που με χειρούργησε από την αρχή μου έβαλε την πιθανότητα της
αποτυχίας, θυμάμαι ακόμα τα λόγια του, «πάμε για το καλύτερο αλλά μπορεί να
χάσουμε τη μήτρα αν κάτι δεν πάει καλά» Δυστυχώς την χάσαμε, αναγκάστηκε να
προχωρήσει σε υστερεκτομή. Ήμουν απαρηγόρητη, το βίωνα ως ακρωτηριασμό αυτό το
αποτέλεσμα, σαν να μου είχαν κόψει τα φτερά και δεν μπορούσα πια να πετάξω και
να ονειρεύομαι
.
Φόρτωσα στην Εύα όλες τις προσδοκίες μου και την γέμισα με
άγχος. Πρώτα δυο-τρεις αποτυχημένες σπερματεγχύσεις και μετά μια αποτυχημένη
εξωσωματική. Γίναμε κομμάτια κι οι δυο μας. Η Εύα άρχισε να διερευνά την
περίπτωση υιοθεσία, δεν ήταν ότι θέλαμε οπωσδήποτε να αναπαράγουμε το δικό μας DNA το οποίο κρίναμε άξιο για αναπαραγωγή, θέλαμε απλώς να
γίνουμε γονείς. Το καθεστώς υιοθεσιών στην χώρα μας είναι ότι χειρότερο και
δυσκολότερο μπορεί να αντιμετωπίσει κανείς από όποια πλευρά και αν βρίσκεται
είτε εκείνων που επιθυμούν να υιοθετήσουν είτε στη πλευρά των παιδιών που
περιμένουν στα ιδρύματα. Και φυσικά ούτε λόγος να πάμε ως ζευγάρι, η Εύα
παρουσιάστηκε ως γυναίκα μόνη της με σταθερή δουλειά και δικό της σπίτι – στο
μεταξύ είχε πεθάνει η γιαγιά της και είχε κληρονομήσει μια μονοκατοικία δύο ορόφων στο Παγκράτι.
Άλλη απογοήτευση, οι νόμοι είναι έτσι φτιαγμένοι λες και το κράτος προτιμά τα
παιδιά να υποφέρουν στα «αζήτητα» των ιδρυμάτων παρά να μεγαλώσουν σε κάποιο
σπίτι με ανθρώπους που να τα αγαπούν και να φροντίζουν. Κάποια κοινωνική
λειτουργός είδε την απελπισία της και της πρότεινε την περίπτωση της αναδοχής.
Το συζητήσαμε, το ξανασυζητήσαμε, το σκεφτήκαμε πολύ. Η αναδοχή κρύβει πάντα ένα μεγάλο ρίσκο, μπορεί ξαφνικά να μας
πάρουν το παιδί με συνοπτικές διαδικασίες. Παρά τους φόβους και τις ανασφάλειες
που μας γέμιζε μια τέτοια πιθανότητα η Εύα ξεκίνησε να τρέχει: το Ορφανοτροφείο
Πεντέλης, το Κέντρο Βρεφών Μητέρα, Ο καλός ποιμένας και το Πίκπα Βούλας έγιναν σχεδόν καθημερινοί
προορισμοί για εκείνη. Ήταν έτοιμη να πάρει το αεροπλάνο και να πάει στον Άγιο
Στυλιανό στην Θεσσαλονίκη όταν την ειδοποίησαν από – δεν θα πω ποιο- ίδρυμα της
Αθήνας ότι θα μπορούσε να γίνει η ανάδοχη μητέρα ενός μικρού αγοριού 3,5 ετών.
Αυτό το αγόρι σήμερα το μεγαλώνουμε μαζί.
Η ζωή μας από τότε άλλαξε ριζικά, αναγκάστηκα να πάω τα
περισσότερα πράγματά μου στο ισόγειο έτσι ώστε κάθε φορά που θα είχαμε
απροειδοποίητη επίσκεψη από την κοινωνική λειτουργό τίποτα να μην μπορεί να
μαρτυρήσει ότι εγώ και η Εύα ζούμε μαζί. Ο μικρός στην αρχή ήταν σαν αγριμάκι,
φοβισμένος, απρόσιτος, δεν έλεγε πάνω από δέκα δεκαπέντε λέξεις, σταδιακά
άρχισε να μας εμπιστεύεται, να χαλαρώνει και που και που να χαμογελάει. Δεν
υπάρχει μεγαλύτερη ευτυχία για μένα από το να σε αγκαλιάζουν σφιχτά αυτά τα
μικρά χεράκια, να σε ακουμπάει με εμπιστοσύνη. Είχα επιτέλους την τιμή να βλέπω
να γελάει με την καρδιά του ένα παιδί που όταν το γνώρισα ήταν κλεισμένο στον
εαυτό του και μάλλον δυστυχισμένο και είχα βάλει κι εγώ το δικό μου λιθαράκι
για να ανθίσει αυτό το γάργαρο γέλιο.
Τον περασμένο Απρίλιο ένα ζευγάρι φίλες μας που μεγαλώνουν
ένα κοριτσάκι που απέκτησε η μία από τις δύο με υποβοηθούμενη αναπαραγωγή μας πρότειναν
να πάμε μαζί στην «γιορτή των οικογενειών» που οργάνωναν οι «Οικογένειες
Ουράνιο Τόξο». Ήμασταν πολύ διστακτικές, σχεδόν απρόθυμες να βρεθούμε με άλλες
οικογένειες που είχαν δημιουργήσει άλλοι LGBT γονείς. Παρά τον φόβο μας
βρεθήκαμε εκεί μαζί τους και ήταν πραγματικά ανακουφιστικό να βλέπεις και
άλλους ανθρώπους να προσπαθούν να νικήσουν τον φόβο τους και να είναι έστω και
για μια ημέρα το χρόνο ορατοί. Μιλήσαμε με πολλές οικογένειες, ανταλλάξαμε
τηλέφωνα και e-mail και σταδιακά γίναμε κι
εμείς μέλη σε αυτή την ομάδα, με την ελπίδα να μπορέσουμε να νικήσουμε τους
φόβους μας και να αρχίσουμε να διεκδικούμε.
Ο φόβος ότι μπορεί να μας πάρουν
τον μικρό οργανώνει την καθημερινότητά μας έτσι που να μην μπορεί κανένας να
σκεφτεί ότι η Εύα κι εγώ είμαστε ζευγάρι. Αν συμβεί ποτέ κάτι τέτοιο θα είναι
ολέθριο για όλους μας και πολύ περισσότερο για τον μικρό. Εμείς ως ενήλικοι
κάπως θα διαχειριστούμε την απώλεια αλλά εκείνος θα το βιώσει σαν εγκατάλειψη,
σαν μια εκ νέου απόρριψη, και ήδη έχει βιώσει μια απόρριψη από τους βιολογικούς
του γονείς που για δικούς τους λόγους δεν μπόρεσαν να τον κρατήσουν κοντά τους
και να τον μεγαλώσουν. Δεν τους κριτικάρω αλλά ο μικρός με ρωτάει συχνά:
«Μαρίνα, ήμουν κακός και δεν με ήθελε η μαμά μου;» Αυτός ο φόβος είναι που μας κρατάει στην
ανωνυμία και στην «ντουλάπα» και τίποτα άλλο.
. Το κύριο πρόβλημά
με την αυξανόμενη έμφαση που δίνουν τα ΜΜΕ στις οικογένειες με LGBT γονείς είναι ότι μεγάλο μέρος της
εστίασης τους εξακολουθεί να είναι σχετικό με τα μικρά παιδιά που μεγαλώνουν μέσα σε αυτές,
και ο λόγος που δημιουργεί ανησυχία είναι ότι η συζήτηση αυτή πολύ συχνά
πλαισιώνεται με έναν κραυγαλέα επικριτικό τρόπο . «Τι συνέπειες θα έχει αυτό το
μεγάλο πείραμα για τα ίδια τα παιδιά ; Πώς αυτά τα παιδιά θα γίνουν αποδεκτά
στην κοινωνία; Θα είναι φυσιολογικά και ευτυχισμένα ;»
Εάν κάποιοι αισθάνονται ότι οι ερωτήσεις αυτές είναι
αναπάντητες δεν έχουν παρά να κοιτάξουν ανά τον κόσμο όπου υπάρχουν εκατοντάδες
παιδιά που έχουν μεγαλώσει σε οικογένειες ουράνιο τόξο.
Πραγματικά δεν πρόκειται για πείραμα, αν και όλα αυτά τα
χρόνια διάφορες ειδικότητες γιατρών, ψυχολόγων, κοινωνιολόγων, κοινωνικών
ανθρωπολόγων κλπ στάθηκαν πάνω από τις οικογένειες με LGBT γονείς σαν να
επρόκειτο για πείραμα στο εργαστήριο και
με τα μικροσκόπια της επιστήμης τους
προσπάθησαν να δουν αν αυτό το «πείραμα» ήταν τελικά επιτυχημένο και έδινε
ευτυχισμένα, χαρούμενα και υγιή παιδιά. Όσες έρευνες κι αν έγιναν δεν κατάφεραν
να πείσουν τους συντηρητικούς ανά τον κόσμο ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να
σκεφτεί κανείς ότι οι LGBT μεγαλώνουν με
κάποιον ιδιαίτερο και διαφορετικό τρόπο από τους ετερόφυλους τα παιδιά τους και
ότι κατ’ ανάγκη αυτός το τρόπος είναι χειρότερος από τον τρόπο των ετερόφυλων.
Είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να πειστούν οι άνθρωποι ότι η
δομή μιας οικογένειας δεν την κάνει υποχρεωτικά λειτουργική ή δυσλειτουργική,
ότι δεν έχει καμία σημασία για ένα παιδί αν μεγαλώνει με δύο μαμάδες ή με έναν
μπαμπά ή μία μαμά αρκεί οι γονείς του να έχουν πάρει στα σοβαρά τον γονεϊκό
τους ρόλο.
Η αντίληψη ότι τα παιδιά των LGBT είναι στόχος χλευασμού στο
σχολείο, ότι οι συμμαθητές τους τα απομονώνουν και συχνά αντιμετωπίζουν έντονο
σχολικό εκφοβισμό είναι μάλλον ένας ακόμα λόγος για να κατηγορηθούν οι LGBT για
την επιλογή τους να είναι γονείς και να λειτουργήσει αποτρεπτικά για όσους LGBT
σκέφτονται να γίνουν γονείς.
Απάντηση σε αυτό το επιχείρημα δίνουν τα ίδια τα παιδιά.
Η Shoshana , ένα παιδί που μεγάλωσε με
δύο μαμάδες στο blog της (http://mymotherfullfamily.wordpress.com) γράφει: «Πολλοί άνθρωποι ρωτούν εάν η
οικογένειά μου υπήρξε αιτία για σχολικό
εκφοβισμό . Η απάντησή μου είναι ναι . Αλλά δεν ήταν τόσο μεγάλη αιτία , όπως
τα μαλλιά το σώμα μου , ή το ύψος μου . Ο κύριος λόγος που με κορόιδευαν όταν
ήμουν μικρότερη, ήταν ότι ενδιαφερόμουν
για τα μαθήματα. : Ήθελα να μάθω και ήθελα να δουλέψω σκληρά . Είχα πάντα τη
μύτη μου χωμένη μέσα σε ένα βιβλίο . Στο σχολείο μου, αυτό δεν ταίριαζε
καθόλου, ήμουν μάλλον «σπασικλάκι».
Η ίδια συμπληρώνει: «Είμαι αρκετά σίγουρη ότι με θεωρούν ένα
υγιές , καλά προσαρμοσμένο νεαρό ενήλικο κορίτσι . Τα έχω καταφέρει καλά τόσο στην
εκπαίδευση όσο και στην εργασία. Δεν έχω σκοτεινές και κρυφές σκέψεις και δεν
οργανώνω τελετές σατανισμού τις νύχτες. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα παιδιά με LGBT
γονείς πρέπει να γίνουν τέλεια για να αποδείξουν ότι αυτό το μεγάλο «πείραμα»
λειτουργεί και έχει καλά αποτελέσματα . Ναι , μπορεί να αντιμετωπίσει σχολικό
εκφοβισμό κάποιο παιδί που μεγαλώνει με LGBT γονείς , αλλά όχι κατ 'ανάγκη
περισσότερο από ό, τι αντιμετωπίζουν όλα
τα άλλα παιδιά , για μυριάδες λόγους . Και ναι , κάποιοι από εμάς θα μπορούσαν
να έχουν μια «βίδα στριμμένη» , αλλά
έτσι είναι και τα παιδιά των ετεροφυλόφιλων γονέων .»
Νομίζω ότι το σημαντικό είναι να καταλάβουμε όλοι, ότι τα
παιδιά έχουν ανάγκη από αγάπη και αποδοχή. Αυτό σε γενικές γραμμές αρκεί. Όσοι LGBT μεγαλώνουν παιδιά το κάνουν μετά από πολύ
σκέψη και αφού είναι απόλυτα σίγουροι για την επιλογή τους. Δεν μας έτυχε αλλά
μετά από πολύ κόπο, προσπάθεια και ξόδεμα συναισθηματικό και οικονομικό πέτυχε
και έχουμε σήμερα αυτά τα μικρά πλασματάκια στις ζωές μας.
Στην χώρα μας είμαστε απίστευτα πίσω σε σχέση με άλλες
ευρωπαϊκές χώρες στο ζήτημα της αναγνώρισης των δικαιωμάτων των LGBT και της
ομογονεϊκότητας, πολλοί διαλέγουν τον εύκολο (ή και συχνά δυσκολότερο) δρόμο
για να γίνουν γονείς, κρύβουν τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό και κάνουν
γάμους καταδικασμένους από την αρχή να αποτύχουν αφού δεν στηρίζονται στην
πραγματική αγάπη ανάμεσα στο ζευγάρι, ακόμα και οι «λευκοί» γάμοι με στόχο την
γονείκότητα συχνά καταλήγουν σε δράματα.
Στις «Οικογένειες Ουράνιο Τόξο» συνάντησα αρκετά αγόρια που
θα ήθελαν να γίνουν γονείς, δυστυχώς είναι απίστευτα δύσκολο και απαιτεί πολλά
χρήματα αφού η διαδικασία της παρένθετης μητρότητας δεν μπορεί να λειτουργήσει
στην χώρα μας. Από την άλλη απίστευτος αριθμός παιδιών μένει στα ιδρύματα ενώ
θα μπορούσε να βρει την οικογένειά του κάπου έξω και να γλιτώσει από τον
εγκλεισμό και την ιδρυματοποίηση. Το νομικό πλαίσιο για την υιοθεσία πρέπει να
αλλάξει οπωσδήποτε στη χώρα μας αν θέλουμε να περιορίσουμε τον αριθμό των
παιδιών που μεγαλώνουν στα ιδρύματα και να αλλάξει για όλους όσους συνειδητά
επιλέγουν την ισόβια δέσμευση της γονεϊκότητας ανεξάρτητα από το αν είναι LGBT
ή όχι.
Είναι σημαντικό άτομα με κοινωνική αναγνώριση να κάνουν coming out και να επιλέγουν την
ορατότητα. Μεγαλώνοντας στην ελληνική επαρχεία ήμουν απόλυτα δυστυχισμένη αφού
δεν είχα δει άλλους ανθρώπους, άλλες γυναίκες να είναι ο εαυτός του ανοιχτά και
περήφανα. Η ορατότητα κατά τη γνώμη μου δεν αποτελεί δημοσιοποίηση του
προσωπικού αλλά είναι μια πράξη πολιτική, μας επιτρέπει να διεκδικούμε ότι για
το ετεροκανονικό κοινωνικό μας πλαίσιο δεν δικαιούμαστε, σαν παιδιά ενός
κατώτερου θεού. Ότι για τους άλλους είναι ανθρώπινο δικαίωμα για μας είναι
αντικείμενο διεκδίκησης. Για την ελληνική κοινωνία όλοι
οι ετερόφυλοι είναι εν δυνάμει ικανοί να διαλέξουν το ταίρι τους, να το
παντρευτούν αν το επιθυμούν, να φέρουν
στον κόσμο παιδιά και να τα μεγαλώσουν χωρίς να αμφισβητείται η ικανότητά τους
να είναι γονείς, μπορούν ακόμα και να ταφούν μαζί με τον σύντροφο τους,
Όμως είτε το δέχεται είτε όχι η ελληνική κοινωνία και πολύ
περισσότερο η πολιτική ηγεσία της χώρας μας εμείς υπάρχουμε, υπάρχουμε στα
σχολεία, στη δουλειά σας στο διπλανό τραπέζι της ταβέρνας. .Κάποιες/οι ζούμε
μαζί σε μακροχρόνιες σχέσεις, κάποιες/οι μεγαλώνουμε τα παιδιά μας μαζί και
κάποιες/οι τυχερές/οι μοιραζόμαστε τη συντροφικότητα ως τα βαθιά μας γεράματα.
Στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και του κόσμου ήδη
συντελούνται ιστορικές αλλαγές. Ήρθε η
ώρα μάλλον κι εδώ να βγούμε από το στομάχι της κοινωνίας που μας έχει καταπιεί
και να πούμε «ναι , υπάρχουμε, είμαστε LGBT και είμαστε εδώ, μπροστά σας γιατί
η ζωή μας δεν έχει τίποτα να κρύψει και δεν μπορεί κανείς να την ποτίζει ούτε
με μια σταγόνα ντροπής» Αυτό είναι και ο στόχος της ομάδας «Οικογένειες Ουράνιο
Τόξο» σιγά-σιγά ο καθένας και η καθεμία από εμάς με τον τρόπο του να σταματήσει
να θρέφει τους φόβους του/της να
επιλέξει την ορατότητα και την διεκδίκηση.
Μαρίνα Βασιλοπούλου
Υ.Γ.1 Ο μοναδικός λόγος που επιλέγω να χρησιμοποιήσω ένα όνομα
που δεν αναγράφεται στην αστυνομική μου ταυτότητα είναι γιατί δεν έχω καταφέρει
ακόμα να νικήσω το φόβο μου ότι η δημοσιοποίηση των πραγματικών στοιχείων μας,
των δικών μου και της συντρόφου μου, θα
στερήσουν από το γιό μας την μοναδική οικογένεια που γνώρισε.
Υ.Γ.2 Σε λίγες εβδομάδες η σύντροφός μου θα γεννήσει το
παιδί μας Η τελευταία εξωσωματική πέτυχε και τώρα και οι τρεις μας περιμένουμε
με αγωνία την μικρούλα που θα συμπληρώσει την οικογένειά μας.
Υ.Γ.3 Ως μη αναγνωρισμένη νομικά σύντροφος της Εύας πάντα θα
νιώθω πάνω από το κεφάλι μου ένα σπαθί έτοιμο να πέσει και να κόψει κάθε δεσμό
μου με τα παιδιά. Αυτό είναι απίστευτα ψυχοφθόρο και ελπίζω κάποια στιγμή να
αλλάξει.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Εδώ σχολιάζεις εσύ - Comment Here
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.