Γάμος
Η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου τονίζει ότι η υποχρέωση ίσης μεταχείρισης των ομόφυλων ζευγαριών δεν εξαντλείται στη ρητή συμπερίληψή τους στο σύμφωνο συμβίωσης. Αντίθετα, η Ελλάδα οφείλει να αναγνωρίσει ρητά το δικαίωμα των ομόφυλων ζευγαριών να παντρεύονται, ακριβώς όπως μπορούν και τα ετερόφυλα ζευγάρια. Σημειωτέον ότι, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ήδη 9 κράτη (Δανία, Ισπανία, Βέλγιο, Γαλλία, Ισλανδία, Πορτογαλία, Ολλανδία, Νορβηγία, Σουηδία) έχουν ήδη επεκτείνει τη δυνατότητα σύναψης γάμου και στα ομόφυλα ζευγάρια.
Το Σύνταγμά μας εγγυάται το γάμο τόσο ως «θεσμική εγγύηση» όσο και ως ατομικό δικαίωμα, δηλαδή ως ευχέρεια του καθενός να αποφασίζει ελεύθερα αν, πότε και με ποιον (ή ποια) θα νυμφευθεί (άρθρο 21§1). Μήπως, όμως, ο γάμοςπροστατεύεται ως «θεσμός» με συγκεκριμένο ιστορικά περιεχόμενο, ως ένωση –δηλαδή– ανδρός και γυναικός και δεν είναι δυνατή η επέκτασή του και στα ομόφυλα ζευγάρια; Η απάντηση είναι αρνητική.
Ο γάμος δεν είναι ένα αποκρυσταλλωμένο και αναλλοίωτο κοινωνικό μόρφωμα, το οποίο προστατεύεται από κάθε «ξένη» πρόσμιξη. Με άλλα λόγια, συνταγματική προστασία του γάμου δεν σημαίνει ότι ο γάμος πρέπει να διαιωνίζεται με τη μορφή που είχε κατά τη θέσπιση του ισχύοντος Συντάγματος. Εξάλλου, το Σύνταγμα δεν ορίζει (ούτε πρέπει να ορίζει) τι είναι γάμος. Προστατεύει απλώς τον γάμο και επιβάλλει την προστασία του από την Πολιτεία, όποιος και αν είναι αυτός.
Πράγματι, ο γάμος αποβλέπει κατά πρώτο και κύριο λόγο στην προστασία των φορέων του αντίστοιχου δικαιώματος και όχι στην προστασία του ίδιου του θεσμού του γάμου ως αντικειμενικής κατάστασης. Και τούτο, διότι ο γάμος και οι κανόνες που τον διέπουν, δημιουργήθηκαν όχι για την προστασία της ιδέας ή του κοινωνικού μορφώματος του γάμου αλλά για την προστασία των ατόμων που επιλέγουν να παντρευτούν.
Έτσι, θεσμική εγγύηση του γάμου σημαίνει, αφενός μεν ότι το Κράτος οφείλει να θεσπίσει τις ρυθμίσεις εκείνες που είναι κατάλληλες και αναγκαίες για την διαφύλαξη και την προαγωγή του γάμου, αφετέρου δε ότι η σύναψη ενός γάμου δεν είναι συνταγματικά ανεκτό να επιφέρει στα άτομα δυσμενείς συνέπειες. Η συνταγματική εγγύηση του γάμου αποκλείει την κατάργηση του γάμου από τον κοινό νομοθέτη. Αντίθετα, δεν αποκλείει τη νομοθετική του τροποποίηση.
Σύμφωνα με την αντίθετη άποψη, όμως, η νομοθετική τροποποίηση του γάμου δεν μπορεί να μεταβάλει και τα βασικά χαρακτηριστικά του. Και η διαφορά φύλου είναι –σύμφωνα, πάντα, με την ίδια άποψη- ένα τέτοιο δομικό χαρακτηριστικό. Αν υποτεθεί ότι στα δομικά στοιχεία του γάμου (εκτός από τα ελάχιστα δομικά στοιχεία: δηλαδή την ελεύθερη βούληση των μελών του για διαρκή συμβίωση και την τυπική σύναψή του) περιλαμβάνεται και η διαφορά φύλου, τότε πρέπει να εξηγηθεί γιατί ισχύει κάτι τέτοιο. Μόνη λογική εξήγηση είναι η αναγκαία σύνδεση του γάμου με την δημιουργία οικογένειας, η απόδοση σε αυτόν του σκοπού απόκτησης (και ανατροφής) παιδιών. Όσο ο γάμος αποτελούσε νομικά τη μόνη βάση της οικογένειας, κάτι τέτοιο θα μπορούσε βάσιμα να υποστηριχθεί. Ήδη όμως, από τη δεκαετία του ‘70, η κρατούσα γνώμη αποσυνδέει τον γάμο από την απόκτηση παιδιών, κάτι που έχει επιβεβαιώσει (εκτός της νομοθεσίας) και η νομολογία διεθνώς, αναγνωρίζοντας τη de facto (χωρίς γάμο) οικογένεια. Πλέον γίνεται δεκτό ότι το δικαίωμα στο γάμο είναι διακριτό από το δικαίωμα απόκτησης τέκνων και δημιουργίας οικογένειας. Το αντίθετο δε θα λάμβανε καθόλου υπόψιν, το γεγονός ότι μπορούν να συνάψουν έγκυρο γάμο ζευγάρια, ανεξάρτητα από τη βιολογική δυνατότητά τους ή και την επιθυμία τους να τεκνοποιήσουν.
Τα τελευταία χρόνια συντελείται ένας συνολικός επαναπροσδιορισμός της έννοιας του γάμου, ο οποίος ως κοινωνικό μόρφωμα απομακρύνεται από τις αρχικές, «φυσικές» και ιστορικές του συντεταγμένες. Στο πλαίσιο αυτό, ο νομοθέτης είναι ελεύθερος να αναπροσαρμόσει τις προϋποθέσεις και τους όρους σύναψης του γάμου και να αποτυπώσει νομοθετικά τις αλλαγές που έχουν ήδη συντελεστεί στην κοινωνία.
Μήπως, όμως, εντέλει η αναγνώριση του δικαιώματος σύναψης γάμου σε ζευγάρια του ιδίου φύλου έρχεται σε αντίθεση με τα ήθη και έθιμα του τόπου μας και με τον «παραδοσιακό» ορισμό του γάμου, ως ένωσης ανάμεσα σε γυναίκα και άνδρα; Καταρχήν, το να επιχειρηματολογεί κάποιος, ξεκινώντας από τον ορισμό του γάμου κάνει ένα μεθοδολογικό σφάλμα, αφού ξεκινά κατ’ ουσίαν από το ζητούμενο. Ο κάθε ορισμός δεν κάνει τίποτα άλλο από το να αναπαράγει τα εκάστοτε κυρίαρχα δεδομένα και τις κρατούσες αντιλήψεις. Περαιτέρω, η μακροχρόνια ύπαρξη ενός θεσμού ή απλώς μιας νομικής και πραγματικής κατάστασης δεν τα μετατρέπει -άνευ άλλου- και σε στοιχεία άξια έννομης προστασίας και διατήρησής τους εις το διηνεκές. Διαφορετικά, θα έπρεπε να συνεχίζεται μέχρι σήμερα ο ιστορικά εδραιωμένος από την αρχαιότητα «θεσμός» της δουλείας ή, για να έρθουμε και στο παράδειγμα του γάμου, θα έπρεπε να παραμένει ακόμα «αδιανόητος» ο γάμος μεταξύ ατόμων διαφορετικού χρώματος.
Ούτε, όμως, και το επιχείρημα της «ιερότητας» και της «θρησκευτικής φύσης» του γάμου, το οποίο προβάλλεται κατά κόρον από εκκλησιαστικούς κύκλους είναι ορθό, αφού αγνοεί παντελώς τη διαφοροποίηση μεταξύ πολιτικού και θρησκευτικού γάμου και την εγκαθίδρυση του πολιτικού τύπου γάμου ως ανεξάρτητου και ισότιμου συστατικού τύπου με τον θρησκευτικό. Με άλλα λόγια, η δυνατότητα των ζευγαριών ιδίου φύλου να παντρευτούν ούτε αναιρεί τη δυνατότητα στα ζευγάρια ετερόφυλων να συνάψουν θρησκευτικό γάμο, ούτε υποχρεώνει τους ιερείς να τελέσουν θρησκευτικό γάμο σε ζευγάρι ατόμων του ιδίου φύλου.
Μήπως, όμως, εντέλει η κοινωνία δεν είναι «έτοιμη» ακόμα για ένα τέτοιο βήμα; Το εν λόγω επιχείρημα, το οποίο κατά καιρούς προβάλλεται προκειμένου να στερεί από μια κοινωνική ομάδα τα δικαιώματα που απολαμβάνουν οι υπόλοιποι (π.χ. το δικαίωμα ψήφου από τις γυναίκες ή στην Αμερική τα πολιτικά δικαιώματα από τους μαύρους), δεν έχει θέση σε ένα κράτος δικαίου. Αν όντως τα ανθρώπινα δικαιώματα έχουν λόγο ύπαρξης δεν μπορεί να συμψηφίζονται ή να παρακάμπτονται με συντηρητικά κλισέ, κάτω από το φόβητρο της αντίδρασης της Εκκλησίας και της μικροπολιτικής ψηφοθηρίας ή επειδή απλώς ορισμένοι «ενοχλούνται».
Η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου υπενθυμίζει, τέλος ότι η αναγνώριση του γάμου ομοφύλων ουδόλως θίγει τα δικαιώματα και τους όρους σύναψης γάμου μεταξύ ετεροφύλων. Τα ζευγάρια ατόμων του ιδίου φύλου δεν αναζητούν να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο θα παντρεύονται οι υπόλοιποι, ούτε πόσο μάλλον τις υποχρεώσεις και εν γένει τις έννομες συνέπειες που προκύπτουν από το γάμο. Ζητούν απλώς, από την Πολιτεία κάτι αυτονόητο: να αναγνωρίσει μια πραγματικότητα και να μην αρνείται σε μια ομάδα ανθρώπων λόγω του σεξουαλικού τους προσανατολισμού ένα θεμελιώδες δικαίωμα: το δικαίωμα καθενός να διαμορφώσει αυτόνομα τη ζωή του, να επιλέξει ανεπηρέαστα το (τη) σύντροφό του και να αποφασίζει ελεύθερα αν, πότε και με ποιον (ποια) θα παντρευτεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Εδώ σχολιάζεις εσύ - Comment Here
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.